English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

.

Αφιέρωμα στον Αλέκο Αλεξανδράκη

www.tips-fb.com


Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, πραγματικός κύριος, γενναιόδωρος, λαμπερός,  ευγενικός, γνήσιος δημοκράτης, εκλεκτός ηθοποιός που με την ακαταμάχητη γοητεία του ερμήνευσε με επιτυχία σπουδαίους ρόλους, κωμικούς και δραματικούς. Πρωταγωνίστησε στην καλλιτεχνική ζωή της χώρας για περίπου μισό αιώνα. Αν και πέρασαν εφτά χρόνια (8 Νοεμβρίου 2005) από τότε που ο Αλέκος Αλεξανδράκης μετακόμισε στη «Συνοικία το όνειρο», το πλούσιο έργο που άφησε πίσω του, τον καθιστά αθάνατο στη συνείδηση των Ελλήνων. 
 
 
 
 
 
Ο κορυφαίος Έλληνας ζεν πρεμιέ
 
 
   Ο Αλέκος Αλεξανδράκης (Άλεξ τον φώναζαν οι οικείοι του), γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 27 Νοεμβρίου του 1928. Οι γονείς του, Βάσιας, δικηγόρος στο επάγγελμα και Ελένη, είχαν ρίζες στη Ρωσία και καταγωγή από τη Σπάρτη. Με την μεγαλύτερη αδερφή του Μάνια, ανέβαζε θεατρικές παραστάσεις με ακροατές τη γιαγιά και τις φίλες της.
 
  Φοίτησε στο σχολείο Μπερζάν και μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία. Αγαπημένο του άθλημα ήταν η ξιφασκία και στα 15 του έγινε μέλος της εθνικής ομάδας. Ένα χρόνο αργότερα μπήκε στη Σχολή Δοκίμων, θέλοντας να γίνει αξιωματικός του Ναυτικού. 
 
 
  Επιθυμούσε συγχρόνως  να σπουδάσει στις ΗΠΑ κινηματογραφική σκηνοθεσία. Μία παράσταση, όμως, του Κάρολου Κουν, με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη, του άλλαξε τη ζωή. Παράλληλα ο φίλος του, ηθοποιός Νίκος Καζής, σπουδαστής στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, τον ώθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στη Σχολή. Αποφάσισε να δώσει εξετάσεις στο Βασιλικό Θέατρο και πέρασε πρώτος. Ο Δημήτρης Χορν ήταν τόσο σίγουρος για το ταλέντο του Αλέκου, που είχε στοιχηματίσει για την επιτυχία του. 
 
  Εκείνη την εποχή, η Κατερίνα (Ανδρεάδη) έψαχνε για έναν «ζεν πρεμιέ», για το έργο «Φθινοπωρινή Παλίρροια». Ο νεαρός ηθοποιός την επισκέφτηκε με λουλούδια στο σπίτι της μαζί με την Άννα Συνοδινού και πήρε το ρόλο. Έκανε τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι στις 9 Ιουλίου 1949 και καθιερώθηκε ως ζεν πρεμιέ από την πρώτη στιγμή, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις σε κριτικούς και κοινό. «Παρουσιάστε όπλα. Επιτέλους, ένας εραστής στο ελληνικό θέατρο», έγραψε χαρακτηριστικά ο Αιμίλιος Χουρμούζιος  στην «Καθημερινή». 
  Στο θέατρο ερμήνευσε πολύ σημαντικούς ρόλους  σε πολλά διαφορετικά είδη, κωμωδία, τραγωδία, δράμα, ανεβάζοντας έργα των Σαίξπηρ, Τσέχοφ, Πιραντέλο αλλά και Γιαλαμά, Πρετεντέρη κ.λ.π. Μεταξύ των παραστάσεων στις οποίες πρωταγωνίστησε και άφησαν εποχή, είναι: «Παράξενο Ιντερμέτζο», «Ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα», «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», «Μαντάμ Μπάτερφλαΐ»,«Η γυναίκα με τα μαύρα», «Τέσσερα δωμάτια με κήπο», «Έγκλημα και τιμωρία», «Τα μεγάλα χρόνια», «Ο γλάρος», «Η γυναίκα με τα μαύρα» και «Θείος Βάνιας».
 
 
Τελευταία του θεατρική εμφάνιση ήταν στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου με το έργο «Σαλόνικα» της Λουίζ Πέιτζ, το 1998. Στο θεατρικό σανίδι ευτύχησε να συνεργαστεί με μεγάλους πρωταγωνιστές, όπως: Κυβέλη, Λαμπέτη, Συνοδινού, Διαμαντίδου, Αρώνη, Μανωλίδου, Καρέζη, Παπαμιχαήλ, Φέρτη, Καλογεροπούλου, Χρυσομάλλη κ.ά. Εκτός από την ιδιότητα του θιασάρχη, που ξεκίνησε το 1956 και κράτησε τουλάχιστον 35 χρόνια, ο Αλέκος Αλεξανδράκης σκηνοθέτησε θεατρικά έργα.
 
Πριν όμως γίνει θιασάρχης, ήταν ο πρώτος που εγκαινίασε τον θεσμό των «Επιδαυρίων» το 1954, ερμηνεύοντας τον «Ιππόλυτο» στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. 
 
  Εξίσου αξιόλογη ήταν και η κινηματογραφική του πορεία. Μαθητής ακόμη στο Γυμνάσιο, συμμετείχε ως κομπάρσος στην ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα «Χειροκροτήματα» (1944).  Εντύπωση έκανε και στον Φιλοποίμενα Φίνο, ο οποίος του πρότεινε να παίξει στον κινηματογράφο. Την 1949, έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη, με την ταινία «Δύο κόσμοι», σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου. Ακολούθησαν αμέτρητες άλλες, ανάμεσά τους: «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1955), «Στέλλα» (1955), «Ραντεβού στην Κέρκυρα» (1960), «Το δόλωμα» (1964), «Δεσποινίς διευθυντής» (1964), «Μια τρελή-τρελή οικογένεια» (1965), «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη» (1968), «Παπαφλέσσας» (1971), «Η κόμισσα της Κέρκυρας» (1972), «Τα παιδιά της Χελιδόνας» (1987) και «Το φως που σβήνει» (2000).
 
  Να σημειωθεί ότι σκηνοθέτησε και στον κινηματογράφο ταινίες σαν τον «Θρίαμβο» (1960) με τον Καρύδη-Φουκς και «Συνοικία το όνειρο» (1961), που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά η προβολή της απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία της εποχής. Το συγκεκριμένο φιλμ, αντιμετώπισε πολλά προβλήματα με την εξουσία της εποχής τόσο κατά τα γυρίσματα όσο και όταν άρχισε να προβάλλεται. Αρχικά απαγορεύθηκε η προβολή της, ύστερα όμως από διαμαρτυρίες του τύπου επιτράπηκε η προβολή μιας λογοκριμένης εκδοχής της και μόνο στα αστικά κέντρα, γεγονός που ταλαιπώρησε ψυχικά και οικονομικά τον Αλεξανδράκη. 
 
Στο σινεμά συμπρωταγωνίστησε δίπλα σε μυθικές πρωταγωνίστριες, σαν τις: Μελίνα Μερκούρη, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Τζένη Καρέζη, Ζωή Λάσκαρη, Μαίρη Χρονοπούλου, Μάρω Κοντού, Μάρθα Καραγιάννη, Βούλα Ζουμπουλάκη, Άννα Καλουτά και Ρένα Βλαχοπούλου.
 
 
  Στην τηλεόραση ήταν επίσης πολύ δραστήριος. Έλαβε μέρος σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες, μεταξύ των οποίων: «Ο παράξενος ταξιδιώτης» (ΕΙΡΤ, 1972), «Γιούγκερμαν» (ΥΕΝΕΔ, 1978), «Οι μυστικοί αρραβώνες» (ΥΕΝΕΔ, 1979), «Η αίθουσα του θρόνου» (MEGA, 1998-99) και «Να με προσέχεις» (MEGA, 2000-01).
  Ήταν πολιτικοποιημένος από τα νεανικά του χρόνια. Συμμετείχε στη νεολαία του ΕΑΜ, την ΕΠΟΝ και ανήκε στην Αριστερά. Για τα πολιτικά του φρονήματα, αντιμετώπισε αρκετές φορές στη ζωή του διάφορα προβλήματα.
  Η απήχησή του στον γυναικείο πληθυσμό ήταν άνευ προηγουμένου. Όλες τον ερωτεύονταν. Έκαψε πολλές καρδιές. Αγάπησε και αγαπήθηκε έντονα. Στη γοητεία του είχε υποκύψει πρώτη η Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους  όμως, δεν κράτησε πολύ  καθώς ο Αλεξανδράκης προτίμησε να ακολουθήσει την Κατερίνα σε μία περιοδεία. Στο Σουδάν γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, Μαρτζ Βάλβη, με την οποία παντρεύτηκε λίγο αργότερα στην Αθήνα.  Ο γάμος τους κράτησε τρία χρόνια, όσο κι αυτός με την Κλοντ Σαμπαντού, μια πανέμορφη Γαλλίδα. 
  Το 1956, παντρεύτηκε την αξέχαστη ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη.  Μαζί ανέβασαν στο θέατρο «Γκλόρια» της Πλατείας Αμερικής, το «Πικνίκ», ενώ συμμετείχαν σε πορείες ειρήνης και δημοκρατικά συλλαλητήρια. Όμως, ύστερα από τέσσερα χρόνια χώρισαν. 
 
  Ο τέταρτος γάμος του ήταν με την Ελβετή Βερένα Γκάουερ. Στα πέντε χρόνια που κράτησε ο γάμος τους απέκτησαν δύο παιδιά. 
  Το 1969 γνώρισε την ηθοποιό Νόνικα Γαληνέα και την ερωτεύτηκε βαθιά. Παρότι αυτή η σχέση κράτησε 21 ολόκληρα χρόνια, δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Ακόμα και μετά τον χωρισμό τους, είχαν τις καλύτερες σχέσεις. 
 
  Για αρκετό καιρό, δίδασκε υποκριτική στο Εργαστήρι του Βασίλη Διαμαντόπουλου. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις: Βραβείο συνολικής προσφοράς στο 40ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, έπαθλο «Αιμίλιος Βεάκης», βράβευση από το υπουργείο Πολιτισμού, «Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών», ειδικό βραβείο για την τηλεοπτική του προσφορά στα «Πρόσωπα 2003»,θεσμός του περιοδικού «TV ΕΘΝΟΣ», ενώ το 2001 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, του απένειμε τον «Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής» για την προσφορά του στην τέχνη. 
 
  Τα τελευταία χρόνια της ζωής του,  αντιμετώπιζε διάφορα προβλήματα με την υγεία του. Τον Μάιο του 2005 χτυπήθηκε από τον καρκίνο. Πάλεψε με την ασθένεια αξιοπρεπώς και δείχνοντας θάρρος. «Έφυγε» από κοντά μας την Τρίτη 8 Νοεμβρίου του 2005, στο νοσοκομείο «Σωτηρία» όπου νοσηλευόταν τον τελευταίο μήνα της ζωής του. Ο θάνατός του συγκλόνισε τον καλλιτεχνικό και πολιτικό κόσμο καθώς και τους θαυμαστές του. Κηδεύτηκε σε κλίμα μεγάλης συγκίνησης, την Παρασκευή 11 Νοεμβρίου του 2005 από το Νεκροταφείο Αμαρουσίου,  με δαπάνη του υπουργείου Πολιτισμού. 
 
  Ο Αλέκος Αλεξανδράκης έζησε μια γεμάτη ζωή. Δόξα, λάμψη, επιτυχίες, έρωτες, όλα στον μέγιστο βαθμό!  Ήταν σπουδαίος ηθοποιός και μεγάλος γόης. Προσιτός με τους συναδέλφους του, παλιούς και νέους. Δεν είχε έπαρση. Χαμηλών τόνων. Μας δίδαξε τι σημαίνει αξιοπρέπεια, ανθρωπιά, ευγένεια και καλοσύνη. 
 
 
 
 
Είπε ο Αλέκος Αλεξανδράκης:
  
 
«Δεν πιστεύω σε οτιδήποτε κρατικό, είτε αφορά την τηλεόραση είτε το θέατρο», «7 ΜΕΡΕΣ TV», 1990.
 
«Το θέατρο σε ανεβάζει, όχι η τηλεόραση»,  «Εικόνες», 2002.
 
«Δεν προσπάθησα ποτέ να φτιάξω κάτι πάνω μου ώστε να κάνω τον ωραίο», «Εικόνες», 2002.
 
«Είναι αλήθεια ότι η ζωή μου έχει φερθεί καλά. Είμαι και τυχερός πολύ που απέκτησα οικογένεια και έχω τα παιδιά μου στο πλευρό μου να με στηρίζουν καθώς και εγγόνια που ελπίζω να μπορέσω να τα απολαύσω ακόμα λίγο», «Εικόνες», 2005.

 Αρθρογράφος: Αλέξανδρος Παπαδόπουλος