English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

.

Ο εγκληματίας στο έργο του Ντοστογιέφσκι ,μία προσέγγιση

www.tips-fb.com


του Καθηγητή Γιάννη Πανούση
 Επεξηγηματικά
Α. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Καθηγητή Γιάννη Πανούση “Ο Εγκληματίας στο έργο του Ντοστογιέφσκι∙ Υπο-χθόνιος ή υπερ-άνθρωπος;” που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη και αποτελεί μία μελέτη που βασίζεται στην εγκληματολογική σκιαγράφηση των ηρώων του Ντοστογιέφσκι στα δύο σημαντικότερα μυθιστορήματά του: κυρίως στον Ρασκόλνικωφ (“Έγκλημα και Τιμωρία”) και στον Ιβάν Καραμαζώφ (“Αδελφοί Καραμαζώφ”).

Β. Ο Ρασκόλνικωφ είναι ένας φτωχός, ιδεοληπτικός, αμοράλ αλλά “περήφανος” φοιτητής ο οποίος για να βρει διέξοδο από τη μιζέρια του σκοτώνει και κλέβει μία γριά τοκογλύφο που τη θεωρεί βλαβερή ύπαρξη, μία “ψείρα”. Δεν χρησιμοποιεί τα λεφτά, δεν αφήνει ίχνη, αλλά βασανίζεται από μια εσωτερική τιμωρία. Από “υπεράνθρωπος” αρχίζει να αισθάνεται παγιδευμένος. Φοβάται μήπως ο ανακριτής Πορφύριος αποκαλύψει το έγκλημά του, συλληφθεί και (κατά)δικαστεί.

Και όμως, επηρεασμένος από τη Σόνια, μια κοινή γυναίκα που τον αγαπάει και του συμπαραστέκεται, πηγαίνει μόνος του και παραδίδεται. Καταδικάζεται σε καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία όπου τον ακολουθεί η Σόνια και σιγά σιγά συνειδητοποιεί ότι είναι “μικρός θεός” και αναζητεί τη σωτηρία στην πίστη.
Ο Ιβάν Καραμαζώφ είναι διανοούμενος, διορατικός, αρνητής, κυνικός και έχει καταστροφικές τάσεις. Ζει μαζί με τους αδερφούς του Ντιμίτρι, Αλιόσα, Σμερντιακόφ. Ο Ντιμίτρι διεφθαρμένος και κτηνώδης κατηγορείται για το φόνο του πατέρα του (τον οποίο είχε διαπράξει ο Σμερντιακόφ, πιστεύοντας ότι ικανοποίησε μυστική επιθυμία του Ιβάν), δεν υπερασπίζεται τον εαυτό του και καταδικάζεται να πάει σε κάτεργο στη Σιβηρία.

Γ. Ο Ιβάν έχει αρνηθεί το Θεό, νοιώθει υπεράνθρωπος, αρχίζει να έχει παραισθήσεις, να συνομιλεί με το διάβολο. Στην ήρεμη πίστη του αδερφού του Αλιόσα, ο Ιβάν αντιπαραθέτει τη διαβολική επιχειρηματολογία του “Μεγάλου Ιεροεξεταστή” αυτού που συνομιλεί με τον Χριστό, αρνούμενος όμως και τον Θεό και τον Άνθρωπο (και κυρίως την ένωση θείας και ανθρώπινης ελευθερίας).

Τα ερωτήματα της αλήθειας, της ευθύνης, της συνείδησης και της ελευθερίας τίθενται αμείλικτα. Ο Ιβάν Καραμαζώφ θέλει να ηρεμίσει και να ξεπεράσει το Θεό, αλλά ο Αλιόσα του μιλά και του εύχεται να «αναστηθεί» και να μην υποκύψει στο αιώνιο μίσος.

Δ. Κοινός παρονομαστής των δύο αυτών μυθιστορημάτων, αλλά και των δύο ηρώων, είναι η αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας, η υπέρβαση της ηθικής και των κανόνων, η νομιμοποίηση του εγκλήματος στη βάση του “όλα επιτρέπονται” (αφού δεν υπάρχει Θεός) τι δικαίωμα να είναι κριτής και δήμιος, η μοίρα και το πεπρωμένο, η προσωπική αξιολόγηση του καλού και του κακού (χωρίς την παράμετρο του ανθρωπισμού) η θυσία μιας ζωής για να σωθούν πολλές, η ενοχή, η κάθαρση, η σωτηρία.

O Ντοστογιέφσκι και οι εγκληματίες ήρωες του


1. Ο συγγραφέας

1. Τα σχόλια για το έργο του Ντοστογιέφσκι[1] – όπως και για τους σύγχρονους παραλληλισμούς με το έργο του [2]– πολλά και ποικίλα.
Οι επιρροές του Ντοστογιέφσκι στους μεταγενέστερους λογοτέχνες σημαντικές.[3] Έχει όμως επιδράσει και στην εγκληματολογική σκέψη.


«Τα βιβλία του Ντοστογιέφσκι αναφέρονται στην εκ πρ

ομελέτης δολοφονία (Έγκλημα και Τιμωρία), σε διαβολικές συνωμοσίες επαναστατών (Δαιμονισμένοι), σε νόθα παιδιά, σε δολοπλοκίες και χρηματικές αντιδικίες (Έφηβος) ή στο φόνο και στην τρέλα (Ο Ηλίθιος).

Οι ήρωες του σκοτώνουν από πνευματική περιέργεια (Ρασκόλνικοβ) ή από ανυπόφορο πάθος (Ραγκόζιν), αυτοκτονούν για ν’ αρνηθούν το Θεό (Κυρίλοβ) ή για να δώσουν τέλος σε μια ζωή σαδισμού και ματαιότητας (Σταυρόγκιν), κηρύσσουν το χριστιανισμό μπροστά σε κατάπληχτους ευγενείς (Μίσκιν) ή μηχανεύονται πολιτικές δολοφονίες (Βερχοβένσκη). Πειναλέοι φοιτητές και άγιες πόρνες, μαζοχίστριες παρθένες και σαδίστριες καλλονές, χαρτοπαίχτες, εραστές και ραδιούργοι έφηβοι, εγκληματίες και επιληπτικοί, αγνοί στην καρδιά και μηδενιστές, άνθρωποι του υποκόσμου και άνθρωποι που αναζητούν το Θεό, όλοι μια εξωτική παρέλαση αξέχαστων χαρακτήρων. Όλοι αυτοί αποκαλύπτουν όχι μονάχα την τεράστια δύναμη φαντασίας του δημιουργού τους, αλλά κι όλες τις παγίδες, αντιθέσεις και λαχτάρες της ανθρώπινης φύσης που ο πρώην κατάδικος δοκίμαζε με μια σκληρότητα που αγγίζει τον ηδονισμό και με μιαν ευαισθησία στον πόνο συγγενική με τη μαζοχική απόλαυση –πάντοτε όμως με μιαν οξυδέρκεια τρομαχτικής έντασης. Σ’ όλα αυτά τα μυθιστορήματα, όπου οι άνθρωποι προκαλούν το Θεό και την κοινωνία, στον εναλλασσόμενο και απαίσιο ρυθμό του εγκλήματος και της τιμωρίας, οι διαστροφές της ανθρώπινης σκέψης και το χάος των υποσυνείδητων παρορμήσεων αποκαλύπτονται κάτω απόνα εκτυφλωτικό φως –σάμπως το μάτι μας να βλέπει τον παράδεισο και την κόλαση ανάμεσα από σύννεφα σκισμένα απ’ τον κεραυνό». [4]

Μάντης,[5] προφήτης,[6] ενορατικός,[7] Προμηθέας,[8] μεταφυσικός υπαρξιστής,[9] ο Ντοστογιέφσκι καθίσταται με το έργο του επίκαιρος εγκληματολόγος αφού μια κατανοούσα Εγκληματολογία[10] που αναζητεί υποκειμενικές σημασίες και νοήματα καθώς και αξίες της κοινωνικής δράσης [11] προσεγγίζει το έγκλημα ως ένα μέσο που επινόησε η προσωπικότητα για να προστατευθεί από κάποιο είδος «ενοχής». Μια μορφή πάλης του απομονωμένου ανθρώπου κατά των συνθηκών που τον απομόνωσαν,[12] με τελικό (μοιραίο) αποτέλεσμα ο καθένας να γίνεται «όργανο» του εαυτού του και να απομακρύνεται ταυτόχρονα από τον ίδιο, να μη βρίσκει δηλ. ποτέ την ατομική του ολοκλήρωση.

Ο Ντοστογιέφσκι άνοιξε «πληγές» στον εφησυχασμό μας και τα ερωτήματά του δεν έχουν κλείσει (ούτε θα κλείσουν -ίσως- ποτέ).

o Μπορείς ν’ αγαπάς τον (συν)άνθρωπο χωρίς να πιστεύεις στο θεό; [13]
o Ο φόνος μιας βλαβερής ψείρας  είναι τελικά «έγκλημα;» [14]


o Ο καλός σκοπός (π.χ. να σώσεις πολλούς άλλους που υποφέρουν) αίρει τον εγκληματικό χαρακτήρα; [15]


o Ο διπλός άνθρωπος θα «ενοποιηθεί» ποτέ [16] ή θα είμαστε όλοι παιχνίδι στα χέρια μιας μοίρας που άλλοτε θα μας «αγιο-ποιεί» κι άλλοτε θα μας «δαιμονο-ποιεί»;


o Ντοστογιέφσκι και Ρωσία και Θρησκεία και Πολιτική και Λογοτεχνία [17] και Ψυχανάλυση και Εγκληματολογία.


o Ντοστογιέφσκι όλων των αρετών, όλων των παθών


o Ντοστογιέφσκι όλων των εποχών, όλων των χωρών


o Ντοστογιέφσκι, ο συν-ομιλητής του θεού και της ψυχής του Ανθρώπου


Ίσως για όλα αυτά να κλαίμε ακόμα όταν τον διαβάζουμε. [18]


2. Γιατί άραγε ξαναδιαβάζουμε τον Ντοστογιέφσκι;[19] Υπάρχει διδακτικό μήνυμα; 

[20] Γιατί ο Ντοστογιέφσκι είχε επηρεάσει τον Κάφκα [21] και τον Καμύ [22] ή τον Νίτσε [23]; Γιατί κάνουμε συσχετίσεις των Δαιμονισμένων με την 11η Σεπτέμβρη 2001, την άνοδο του Λένιν ή με τα ρώσικα στρατόπεδα εγκλεισμού των Τσετσένων; [24]
3. Τα έργα του Ντοστογιέφσκι μοιάζουν άλλοτε με τραγωδίες κι άλλοτε με αστυνομικά μυθιστορήματα. [25] Ήρωες του πάθους, της σάρκας και του πνεύματος μπορούν να γίνουν εγκληματίες όπως ο κάθε απλός άνθρωπος κάτω από ορισμένες κρίσιμες συνθήκες/στιγμές. [26] Ο Φρόϋντ μελετάει τους Καραμαζώφ ως τραγικούς ή δαιμονικούς ήρωες, αλλά όχι πάντοτε αρνητικούς.[27] Η αυτονομία των ψυχικών φαινομένων, οι αινιγματικές «ιδέες» των ηρώων (του Καλού ή του Κακού) [28] και η απαραβίαστη εσωτερική ελευθερία κυριαρχούν.[29]

Ο Ντοστογιέφσκι ήταν ένας «επιδραστικός συγγραφέας» καθώς οι ήρωές του κινούμενοι πέραν του Καλού και του Κακού γοητεύουν τον αναγνώστη [30] και μετατρέπονται σε φορείς και υποκείμενα της μοίρας τους.[31] Συνδέουν τη μεταφυσική λογοτεχνία του Ντοστογιέφσκι με τη λογοτεχνίζουσα μεταφυσική του Κίρκεγκαρντ στη βάση μιας υπαρξιακής θεώρησης[32] ή ενός οικουμενικού αισθήματος ενοχής για κάποιο προϊστορικό μυστήριο, έγκλημα ή αμάρτημα (θρησκευτικής προέλευσης).[33]
Επηρεασμένος από τον Ουγκώ, τον Μπαλζάκ, τον Σαίξπηρ, τον Σίλλερ, τον Ντίκενς, τον Γκαίτε, [34] επηρέασε με τη σειρά του τους μεταγενέστερους σε πολλά επίπεδα (λογ9οτεχνικά, κοινωνικά, πολιτικά, ηθικά ακόμη και εγκληματολογικά).[35]
Συντηρητικός, αντιδραστικός, προοδευτικός,[36] ρεαλιστής, ουμανιστής (αλλά όχι υποχρεωτικά «σοσιαλιστής») [37] έψαξε το βαθύτερο νόημα της ζωής (αλλά και του προορισμού του ρώσικου λαού) [38] και μας κάλεσε να δούμε μιαν άλλη πτυχή του είναι μας.[39]

Ο Ντοστογιέφσκι μας «διδάσκει» ότι οι άνθρωποι δεν είναι καλοί-κακοί καθ’ εαυτοί. Δεν υπάρχουν εκ κατασκευής «εγκληματικές ψυχές».[40]

2. Οι «εγκληματίες» ήρωες

1. Η ιστορία της ζωής του Ρασκόλνικωφ έχει ιδιαίτερη εγκληματολογική σημασία διότι εκ-θέτει τις δικές του απόψεις και σκέψεις και κυρίως τον δικό του κώδικα αξιών.[41] Αν συνδυάσει κανείς αυτές τις θέσεις με τις αντιλήψεις του 19ου αιώνα για την ηθική φτώχια των (επικίνδυνων και λόγω αδυνάτου χαρακτήρα) εγκληματιών, [42] αντιλαμβανόμαστε γιατί ο Ρασκόλνικωφ ταιριάζει απόλυτα με τον ανοργάνωτο δράστη αφού το έγκλημα ήταν αυθόρμητο, η σκηνή του εγκλήματος ακατάστατη, τα πειστήρια αφημένα κ.λ.π.[43]

Το ερώτημα είναι αν ο φόνος στο μυαλό του Ρασκόλνικωφ είχε πάρει τη διάσταση μιας πρωτογενούς ψευδαίσθησης όπου η δεύτερή του ύπαρξη ζητάει ικανοποίηση. [44]
Ο Ρασκόλνικωφ ως ήρωας-κλειδί των συμβολισμών [της μάταιης ζωής και του «λυτρωτικού»(;) εγκλήματος] υφίσταται την ψυχολογική πίεση τόσο της ανθρώπινης όσο και της θείας δικαιοσύνης.

Ο Ρασκόλνικωφ εντέλει με το έγκλημά του επιβεβαιώνει ότι υπάρχει Θεός (που επιτρέπει και το Κακό).[45] Ακόμα και αν η πράξη του έχει ενστικτοσυναισθηματική (insticto-affective) αφετηρία (ορμές, επιθυμίες και εσωτερική βούληση), κι αν η αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας τον οδήγησε στην παράνοια στο να προ(σ)καλεί τον θεό να παρέμβει[46] η οδύνη που συνοδεύει το έγκλημά του,[47] η εσωτερική του τιμωρία [48] καταλήγει σε αυτο-αναίρεση της «υπεράνθρωπης» αποστολής του.

2. Η λογοτεχνία πάντοτε συμβάδιζε με την Εγκληματολογία και την ψυχανάλυση γιατί ψάχνουν –από διαφορετικούς δρόμους- πως λειτουργεί το εγκληματικό μυαλό.[49]
Σαν αστυνομικό μυθιστόρημα [50] το «Έγκλημα και Τιμωρία»[51] γυρεύει ένοχους και ενοχές αλλά ο εγκληματολόγος Ντοστογιέφσκι [52] δεν ηθικολογεί.[53] Τα εγκλήματα και οι εγκληματίες του Ντοστογιέφσκι δεν είναι politically correct[54] αλλά ή ζωή τους δεν στερείται αξιών.[55]

Η φιλοσοφική στάση του Ντοστογιέφσκι, οι προσωπικές αλήθειες και ιδέες του κινούνται στο πλαίσιο του υπαρξισμού ή –κατ’ άλλους- στη φιλοσοφία της υποστάσεως, στην ουσία της ζωής. [56]

Οι παρείσακτοι ήρωες του Ντοστογιέφσκι έχουν συνείδηση του πεπρωμένου τους, [57] ίσως και του διπλού εαυτού τους (το ένα μέρος να βλέπει το Θεό και το άλλο τον Διάβολο)[58] χωρίς όμως να αναιρούν την ιδέα της οικουμενικότητας και της πνευματικής παν-ενότητας του κόσμου που συνδυάζονται στον Ντοστογιέφσκι με τη θεανθρωπότητα, με τη θέωση της Ανθρωπότητας.[59] Οι ήρωες του Ντοστογιέφσκι «εκτινάσσονται προς το όριο τους» [60] ακριβώς για να καταστούν θεάνθρωποι.
Τραγωδός και ψυχαναλυτής ο Ντοστογιέφσκι απελευθερώνει τον «υπόγειο άνθρωπο» [61] και του δίνει την ευκαιρία να νικήσει το Κακό (αδικία) με το κακό (έγκλημα). Από το παράλογο μα γεννηθεί το λογικό, από την ανελευθερία η ελευθερία της εξέγερσης. Μια ελευθερία που μπορεί να οδηγήσει στο Θεό ή στο Άπειρο (αν θέλει ο ίδιος ο άνθρωπος να γίνει Θεός).
Ο Ρασκόλνικωφ πολεμούσε μόνος του ενάντια στη μοίρα του και εξιλεώνεται μέσα από το φονικό αίμα αλλά και την αυτο-καταγγελία του.
Μαχόταν κατά της (πλατωνικής;) σκιάς του, κατά των φαντασμάτων του, των δαιμόνων του, των ορίων του. Οίκτος και δύναμη, σαν εκκρεμές, εναλλάσσονται και συγκρούονται.
Άνθρωπος συνηθισμένος ή υπεράνθρωπος;
Στην κορυφή ή στην πτώση; Στην επιβεβαίωση ή στη μετάνοια; [62]
Όπως ο Κάιν έκοψε κάθε επικοινωνία με τον Θεό[63] έτσι και ο Ρασκόλνικωφ δημιούργησε τη δική του ηθική πραγματικότητα (του υπερανθρώπου) έξω και πέρα από συμμόρφωση σε μεταφυσικές αλήθειες. [64]

Η ιδεολογική αμηχανία (mystification) υπερβαίνει τα όρια της (όποιας) ηθικής και το συγκινησιακό αποτέλεσμα ενός φόνου σχεδόν μηδενίζεται.[65] Τα προσωπικά «ηθικά ιδανικά» κατισχύουν της κοινωνικής ηθικής αξιολόγησης.[66]

Το ακατανόητο της θεϊκής βούλησης απελευθερώνει την ηθική υποτέλεια.[67]
Ο Ντοστογιέφσκι ζωγραφίζει το ιδεολογικό έγκλημα πέραν του κοινωνικού περιβάλλοντος. Ο ιδεολογικός εγκληματίας διαθέτει μια ηθική αυτάρκεια γι’ αυτό και ο σκοπός της πράξης του εμπεριέχεται σ’ αυτήν και μόνο, εκπληρώνει δηλαδή μια εσωτερική ανάγκη, μια προσωπική δοκιμασία, συνιστά ένα μέσον αυτογνωσίας, αυτοεπιβεβαίωσης, μια ενδο-βυθο-σκόπηση.

Αν για πολλούς οι αντικοινωνικές πράξεις είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας ψυχικής διεργασίας και ενός ελαττωματικού κοινωνικού χώρου (γιατί νοσηρός περίγυρος και νοσηρή συμπεριφορά συνήθως συνδέονται άρρηκτα) ο Ντοστογιέφσκι φωτίζει το γιατί οι υπόγειες ζωές παράγουν «αρνητικές αξίες» (bad values).[68]

Ο Ντοστογιέφσκι άνοιξε δρόμους στην εξιχνίαση της ανθρώπινης φύσης όπως ο Lombroso[69] (γιατί είχε δεχτεί επιρροές από τις θεωρίες του Γκαλ[70] και διάβαζε ιστορίες απόκρυφων Μυστηρίων[71]).

Τα «ανομολόγητα» ερωτήματα που θέτουν οι μελετητές του πολλά.
Είχε ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι εγκληματική υπόσταση[72] ή εγκληματική περιέργεια [73] ή αίσθημα εγκληματικής ενοχής; [74]

Το «δικαίωμα να σκοτώσεις» τον Ρασκόλνικωφ[75] ή η καλή συνείδηση των εγκληματιών[76] ή η θεοδικία/ σατανοδικία[77] ή ο τέλειος μηδενιστής Υπεράνθρωπος, ο υπεράνω του μέτρου[78] καθιστούν τον Ντοστογιέφσκι αυτοδίδακτο εγκληματολόγο ή μήπως έχει ο ίδιος βιώσει / προκαλέσει τη δολοφονία κάποιου; [79]

Όπως και να ‘χουν τα πράγματα οι ενοχές «του» συνοδεύτηκαν από την ευρεία αποδοχή του έργου του.

3. Φρόϋντ – Ντοστογιέφσκι – Κάφκα αναζητούν στο υποσυνείδητο τις ενοχές που κυβερνάνε τη συμπεριφορά μας[80] και επιχειρούν να ερμηνεύσουν τις ακραίες ψυχικές καταστάσεις[81] μέσα από το δίπολο «Καλό-Κακό».
Πρέπει να βρούμε έναν άλλο τρόπο να κατανοήσουμε αυτές τις έννοιες; Ιδού το τραγικό ερώτημα του Ντοστογιέφσκι.[82]

Οι ενοχές των ηρώων του Ντοστογιέφσκι [83] μπορεί να ερμηνευτούν ψυχαναλυτικά[84] καθώς οι περισσότεροι ήρωες του είναι δέσμιοι αυτών των ενοχών.[85] Σηκώνουν το βάρος των ιδεών και των κοσμοθεωριών του συγγραφέας (που στέλνει τα δικά του μηνύματα)[86] αλλά και οι ίδιοι κινούνται σ’ ένα σκοτεινό σύμπαν, σ’ ένα υπόγειο.

4. Το Εγώ αντανακλάται σε πολλούς καθρέφτες συνείδησης (δύο, τρεις, ίσως και τέσσερις όπως στους Αδερφούς Καραμαζώφ)[87] και πολλές φορές αγγίζει ακραία όρια. [88]

Η υπερτροφική συνείδηση, η συγκινησιακή διεύρυνση που οδηγεί από την αμαρτία στη σωτηρία[89] επιβεβαιώνει το ότι κάθε συνείδηση επιδιώκει το θάνατο της άλλης[90] καθώς κάθε ύπαρξη αμφιβάλλει για τους πάντες και τα πάντα.[91]
Το μυστικό της βουλήσεως και η σχέση της με το ασυνείδητο,[92] το σωτήριο κακό (που οδηγεί στη λύτρωση),[93] η ηθική αγωνία που κρύβεται μέσα στο μηδενισμό [94] ακόμα και η αληθευτική αξία (truth value) της φαντασίωσης παγιδεύει (και καθοδηγεί) το «κατεχόμενο» άτομο.[95]

Οι οιδιπόδειες φονικές φαντασιώσεις όπως άλλωστε και όλη η μυθολογία ερμηνεύονται με βάση σχηματισμούς του ασυνείδητου.[96] Οι συμβολισμοί δεν είναι όμως πάντοτε ευδιάκριτοι[97] αφού οι εκλεκτικές αναπαραστάσεις γεγονότων και εικόνων τείνουν προς «ιδανικοποιήσεις».[98]

Ένστικτα παρόρμησης και κουλτούρα αναχαίτισης των ενστίκτων ανταγωνίζονται στο μεταβολισμό της βίας.[99] Ο συμβολικός ή πραγματικός φόνος του Πατέρα-εχθρού ή του Υιού[100] επιβεβαιώνει ότι η εγκληματική συνείδηση κινείται ανάμεσα στο Είναι και στο Υπάρχειν (κατάσταση) χωρίς σταθερή ρότα.[101]


Η δοκιμή των ορίων συνιστά δοκιμασία ψυχής και ως τέτοια υπόκειται σε εξομολόγηση αλλά όχι υποχρεωτικά σε ιδεολογική ανα-θεώρηση.[102]

Η πορεία του Ρασκόλνικωφ από την κόλαση στον παράδεισο περιλαμβάνει μυθικά στοιχεία και παγανιστικές δοξασίες ή και επίσημες θεολογικές απόψεις[103] αλλά αναδεικνύει κυρίως τη βίαιη προσπάθεια του να απελευθερωθεί από τα δεσμά και να «συγγενεύσει» με τον Δημιουργό του καθιστάμενος «ισόθεος».[104]

Είναι δεδομένο ότι ο Ρασκόλνικωφ, κατά τη διαδικασία εκτέλεσης της πράξης του, διακατέχεται από ένα ψυχοδυναμικό χάσμα όπου όλα μοιάζουν μετέωρα αλλά και όλα τετελεσμένα.[105]

Η ανθρωποκτόνος βούληση ως «έσχατον και οριακόν κακόν»[106] αποδεικνύει την «αρνητική ενσυναίσθηση» (απάθεια;) προς τα θύματα αφού δικαιούται να εξαφανίζει «ψείρες» (που δεν αξίζει να ζουν).[107]

Ακόμα και αυτός που κατηγορείται άδικα (Ντιμίτρι Καραμαζώφ) πιστεύει ότι το εξιλαστήριο θύμα είναι εξίσου ένοχο με τους άλλους.[108] Άλλωστε οι ρόλοι «κακοποιού» και «ευεργέτη» συχνά εναλλάσσονται[109] όταν κάποιος κινείται με βάση ειδικό πεπρωμένο και –κυρίως- έξω από τις ανθρώπινες συνθήκες.[110]
Λόγος και φύση, Λόγος και Θεός, Λόγος και Άνθρωπος ταλανίζουν την ανθρώπινη σκέψη στην πορεία «θεοποίησης» του ανθρώπου.[111] Το Υπερφυσικό Εγώ ή το Απόλυτο Υποκείμενο ή το Επαναστατημένο Άτομο δίνουν στον ελεύθερο-απελεύθερο άνθρωπο μια αίσθηση παντοδυναμίας,[112] μολονότι ο αφηρημένος άνθρωπος της καθαρής γνώσης (Hegel) και ο υπεράνθρωπος (Νίτσε) δεν κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.[113]

5. Αν η αυτοταπείνωση είναι χαρακτηριστικό των ηρώων του Ντοστογιέφσκι[114] τότε ο ανακριτής μάλλον εμπόδιζε παρά διευκόλυνε τον Ρασκόλνικωφ στο να καταδικάσει μέσα του το έγκλημά του.[115]


Πόσο συμβατή είναι όμως αυτή η –λογοτεχνική αδεία- ψυχολογική σχέση οργάνου δικαιοσύνης-εγκληματία με την πραγματική δυναμική (μέχρι αντι-παραθετική) διάσταση της ανάκρισης; Ποιο είναι το κριτήριο της αλήθειας; Το παράλογο;[116] Το δίκαιο εξισούται με την εκδίκηση;[117]

Ο Ντοστογιέφσκι προσπαθεί να «διαβάσει» τους εγκληματίες με τον τρόπο που οι ίδιοι βλέπουν τον εαυτό τους[118] και τους άλλους (κοινωνία, θεσμούς).

Μέσα από τον εγωκεντρισμό, την αστάθεια του χαρακτήρα, την επιθετικότητα και τη συναισθηματική απάθεια αναζητεί τον πυρήνα της προσωπικότητάς τους[119] (ίσως και μέσω αυτής να δικαιολογεί της αντι-δράσεις τους).


Γιάννης Πανούσης
 Παραπομπές    Βλ. Μπαστέα κ.ά., Αν ο Ντοστογιέφσκι ήταν γυναίκα, Νέα 7/8/95 (κώδικες, αξίες, αρχές), (σχετικά βλ. Π. Ρηγοπούλου, Ο τρελλός Πρόεδρος και η γυναικεία ηδονή, σ. 164), Ανδρ. Αποστολίδης, Ρελανς στον Ντοστογιέφσκι, Ε 20/12/92 (για τον «Παίκτη»), ‘Ολγα Σελλά, Ντοστογιέφσκι, παίκτης και στη ζωή, Καθημερινή Κυριακής 7/12/08 –Βλ. Γ. Μότσιος, Ο Ντοστογιέφσκι για την τέχνη και τη λογοτεχνία, Ομπρέλα 85/2009, σ. 4-10, Μαξ Μπράουν, Οι προϋποθέσεις –Το μυθιστόρημα των ιδεών στον Φ. Ντοστογιέφσκι, Ομπρέλα 85/2009, σ. 45 επ. –Πρβλ. Σάββας Αγουρίδης, ΕΣΣΔ: Νέοι άγιοι, Νέα 25/6/88 (για την ηθική της λογοτεχνίας), Μ. Αλεξανδρόπουλος, Αποχαιρετισμός στα όπλα. Σοβιετική Λογοτεχνία, Αντί 532/17-23/9/93, σ. 56 επ., Γ. Βιδάλης, Επιστροφή στους κλασικούς, Ε 1/4/99, Μ. Πλωρίτης, Σατιρικός Ντοστογιέφσκι, Βήμα Κυριακής 8/11/98,‘Ολγα Σελλά, Οι ρώσοι κλασικοί ξανασυστήνονται, Καθημερινή Κυριακής 6/7/08 –πρβλ. Αν. Βιστωνίτης, Τα 80 χρόνια των εκδόσεων Γκοβόστη, Βήμα Κυριακής 6/5/07 (για Ντοστογιέφσκι), Τ. Γουδέλης, Η φανταστική πραγματικότητα (παρουσίαση βιβλίου Μαξιμίλιαν Μπράουν, Ντοστογιέφσκι. Η ζωή μέσα από το έργο του, μτφ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Εκκρεμές 2008), Ε-Βιβλιοθήκη 11/4/08 –Mikhail Bakhtine, La poétique de Dostoïevski, tradui du russe, Isabelle Kolitcheff, presentation Julia Kristeva, Seuil, Paris 1970, σ. 5-26, Μ. Μπαχτί, Ζητήματα της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι, Πόλις 2000, Μ. Αλεξανδρόπουλος, Η ρώσικη λογοτεχνία στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα, σ. 11-12 (Ντοστογιέφσκι και Ροΐδης) –Τ. Λειβαδίτης, Μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς, Καστανιώτης 2008 (πρόλογος Γ. Μπακογιαννόπουλος, επιμ. Θ. Νιάρχος) –Πρβλ. Μ. Πλωρίτης, Ρώσικη ρουλέτα, Βήμα Κυριακής 24/10/93.
2 Βλ. Τ. Παπαδοπούλου, Πού να ‘ξερε ο Ντοστογιέφσκι, Ελευθεροτυπία 4/9/97 (Η ορθοδοξία μετά την πτώση των τειχών), Κ. Σχινά, Ο Ντοστογιέφσκι και η ροκ, Ε-Βιβλιοθήκη 23/11/07 (λυρικά έργα εμπνευσμένα από το έργο του), Β. Καλαμαράς, Ο παίκτης του Ντοστογιέφσκι στον 21ο αιώνα, Ελευθεροτυπία 16/6/09 (μεταφορά από Αργ. Μαντόγλου «Όλα στο μηδέν», Ελλ. Γράμμ. 2009) –Έρση Σωτηροπούλου, ΡΑΠ (τέχνη), Νέα 11/8/01, Λ. Αρκουμανέα, Γεύση Ντοστογιέφσκι, Βήμα Κυριακής 11/7/10, Κ. Μπούρα, Εδέσματα και ακούσματα του Ντοστογιέφσκι, Ε-Βιβλιοθήκη 6/11/09.
3 Βλ. μ. ά. Λ. Γκρόσμαν, όπ. π. σ. 49, Μ. Μακράκης, Πάθος, όπ. π. σ. 15-16, Ελ. Φώρ, Ντοστογιέφσκι, σε «Φτωχοί» σ. 189-223, Ευάγγ. Μισραχάς, σ. 39, D. Arban, Les années d’apprentissage de F. Dostoϊvski, Paris 1968, σ. 285-289 (σε σχέση με τον Παπαδιαμάντη), M. Αλεξανδρόπουλος, Η ρώσικη λογοτεχνία…, σ. 90, 95, 97, 99, 101, 110, 118, 129, 142, 166, 189 (μεταφράσεις έργων του Ντοστογιέφσκι) –πρβλ. Ε 4/9/11, σ. 34 επ.
4 Βλ. Μαρκ Σλόνιμ, Αδελφοί Καραμαζώφ, τ. 3-4, σ. 247.
5 Βλ. Μ. Μακράκης, Ο σοσιαλισμός του Ντοστογιέφσκι και η σοβιετική κριτική, Νέα Εστία τ. 1324/82, σ. 63.
6 Βλ. Ν. Μπερδιάγιεφ, Το πνεύμα του Ντοστογιέφσκι, μτφ. Ν. Ματσούκα, Π. Πουρναρά, Αθήνα 1972/1999, σ. 196 & Α. Τρουαγιά, Α. Ντοστογιέφσκι, Η ζωή και το έργο του, Πελεκάνος, Αθήνα, χ.χρ., σ. 319.
7 Βλ. Δ. Στεφανάκης, σ. 81.
8 Πρβλ. Α. Καμύ, Σίσυφος, σ. 127.
9 Βλ. Ν. Μπερντιάεφ, Αλήθεια, σ. 60.
10 Πρβλ. Μ. Weber, Βασικές έννοιες Κοινωνιολογίας, μτφ. Μ. Κυπραίου, Κένταυρος 1983, σ. 44 επ. 217 επ. –G. H. Head, L’ esprit, le Soi et la société, Puf, Paris 1963, σ. 40.
11 Πρβλ. Β. Καραποστόλης, Μορφές της κοινωνικής δράσης, Θεμέλιο 1984, σ. 78-101.
12 Βλ. «Το ότι ήμουν ένας εγκληματίας ήταν μια ιδέα που δεν μπορούσα να συνηθίσω» Αλμπέρ Καμύ, Ξένος, μτφ. Β. Φούφουλα, εκδ. Κατσάνου, Αθήνα, χ. χρ., σ. 73.
13 Βλ. Αδερφοί Καραμαζώφ, τ. 3, σ. 212 –πρβλ. Ηλίθιος, σ. 58.
14 Βλ. Έγκλημα και Τιμωρία, σ. 314, 474, 476, 593.
15 Βλ. Έγκλημα και Τιμωρία, σ. 81, 561 –βλ. «νιτσεϊκές πλευρές», Ρασκόλνικωφ, σε J. Frank, O κόσμος του Ρασκόλνικωφ, Εποχές 45/1967, σ. 48.
16 Βλ. γενικότερα R. Girard, Dostoïevski du double à l’ unité, Brionne, Ed. Gerard Monfort, 1979, σ. 17, 166 –βλ. Αδερφοί Καραμαζώφ, μέρος Δ, βιβλ. ΧΙ, κεφ. 9.
17 Βλ. P. Dournes, Comment lire Dostoïevski, éd. Aux étudiants de France, Paris 1945, σ. 9 επ., 10, 11, 13 επ., 66 επ., Α. Τρουαγιά, Ντοστογιέφσκι, Η ζωή και το έργο του, Πελεκάνος, Αθήνα, χ. χρ., σ. 211.
18 Βλ. Θ. Δοστογιέφσκη, μτφ. Α. Παπαδιαμάντης, Πρόλογος, Εμμ. Ροίδης, Ιδεόγραμμα 1992, σ. 11.
19 Βλ. Οδυσσέας Ιωάννου, Πάμε σαν άλλοτε…, Δίφωνο, Αύγουστος 2000, σ. 96 –πρβλ. Alexandre Zinoviev, Ποιος φοβάται σήμερα τον Ντοστογιέφσκι; Βήμα Κυριακής 25/1/81 –βλ. και Βαγγ. Χατζηβασιλείου, Η αυτοκαταστροφή του ηθικού καθαρτηρίου, Ε-Βιβλιοθήκη 13/7/01 (παρουσίαση βιβλίου Φ. Ντοστογιέφσκι «ο ηλίθιος», μτφ. Στ. Αργυροπούλου, Πατάκης 2001) –Η γλωσσολογική επεξεργασία / απόδοση των ρωσικών λογοτεχνικών κειμένων αφηγηματικού τύπου στα ελληνικά δεν πρέπει να προδίδει «δύσκολες» έννοιες και ιδέες Πρβλ. Π. Κριμπάς-Ι. Πογκόσοβα, Φρασεολογισμοί στη ρώσικη λογοτεχνική γλώσσα και η απόδοση τους στη Νέα Ελληνική, Γρηγόρης 2008, σ. 15, 18.
20 Πρβλ. Κ. Παπαγεωργίου, Συγγραφείς σαν μυθιστορηματικοί ήρωες, Ε-Βιβλιοθήκη 17/11/06 (παρουσίαση βιβλίου Μ. Αλεξανδροπούλου «Πέντε Ρώσοι κλασικοί», Ελληνικά Γράμματα 2006) –βλ. και Βαγγ. Χατζηβασιλείου, Το ανεύρετο αγαθό της ελευθερίας, Ελευθεροτυπία 26/6/05 (παρουσίαση βιβλίου βλ. Μακάνιν «Το μυθιστόρημα του Κλιουτσαριόφ», Καστανιώτης 2005) –Ο «δαιμονισμένος» Φ. Ντοστογιέφσκι, Καθημερινή Κυριακής 26/1/1981 –πρβλ. Π. Λιαλιάτσης, Ντοστογιέφκσι, αυτός ο φίλος του Ανθρώπου, Καθημερινή Κυριακής-Δευτέρας 17-18/1/1982.
21 Πρβλ. Γκουστάβ Γιανούς, Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα, μτφ. Τ. Τόλια, Κέδρος 1978, σ. 13-14.
22 Βλ. Στ. Μάρας, Η φιλόθρηνη διάθεση στον άνθρωπο και στον ποιητή, Εξάντας 2009, σ. 47.
23 Βλ. Μ. Αλεξανδρόπουλος, Δαίμονες και δαιμονισμένοι, Δελφίνι 1992, σ. 150 –Για τον Προυστ βλ. Τ. Αθανασιάδης, Κυρίες και κύριοι σας ευχαριστώ, Εστία 2002, σ. 102 επ., P. Valadier, Nitzwsche, 1998, σ. 116-117: «Ο Νίτσε διαβάζει Ντοστογιέφσκι».
24 Βλ. André Glucksman, Ο Ντοστογιέφσκι στο Μανχάταν, μτφ. Κ. Παπαγιώργης, Γκοβόστης 2003, σ. 28 επ., 207, 221 επ. –πρβλ. Γ. Ανδρέαδης, Το αόρατο σύνορο, Βήμα Ιδεών 4/9/10.
25 Βλ. M. Ehrhard, Η ρώσικη λογοτεχνία, μτφ. Σ. Βασιλείου, Que sais-je?, Ι. Ν. Ζαχαρόπουλος 1965, σ. 63.
26 όπ. π., σ. 64 –Μ. Αλεξανδρόπουλος, Πέντε ρώσοι κλασικοί, Ελληνικά Γράμματα 2003 (Σύγχρονη Εποχή 1975), σ. 31, 189.
27 Βλ. Π. Ρηγοπούλου, Γ. Ανδρεάδης, Ζητήματα ιστορίας του Πολιτισμού, Τόπος 2010, σ. 57, 401, 433, 460, 479 –πρβλ. Μ. Αλεξανδρόπουλος, Πέντε…, όπ. π., σ. 25, A. Levinson, Το κύκνειο άσμα του Ντοστογιέφσκι, σε «Κύκνειο άσμα του Ντοστογιέφσκι», Συμπλήρωμα στους Αδελφούς Καταμαζώφ, τ. 3-4, σ. 224, André Glucksman, όπ. π., σ. 33.
28 Βλ. Μ. Αλεξανδρόπουλος, Πέντε…, όπ. π. σ. 194, 218, 225, 234, 243, 252, 255, 258.
29 όπ. π., σ. 250.
30 Βλ. Δ. Στεφανάκης, Ντοστογιέφσκι: το μαγικό βουνό του μυθιστορήματος, The books’ journal, Μάιος 2011, σ. 81 –Πρβλ. Ν. Ξυδάκης, Η βιτρίνα του μηδενισμού, Καθημερινή Κυριακής 22/3/09 –βλ. επίσης Μικ. Χαρτουλάρη, Ταχτσής και Ντοστογιέφσκι, Νεα-Συν 16-17/4/11.
31 Πρβλ. Έντγκαρ Μορέν, Κοινωνιολογία, μτφ. Δ. Δημουλάς, εκδ. του Εικοστού Αιώνα 1998, σ. 13.
32 Βλ. Ερν. Σάμπατο, Ο Συγγραφέας και η καταστροφή, μτφ. Μ. Παπαδολαμπάκης, Εξάντας 1987, σ. 88.
33 Πρβλ. Th. Reik, Mythe et culpabilité, Puf 1979, σ. 48, 60-61, 63, 75, 82-84, 133, 137 –Για την (λογοτεχνική) έννοια του «δικαίου» και του «αδίκου» βλ. 
Jina Politi, Shakespeare and Law. Titus Andronicus: the scales of justice, Papazissis, Athens 1979, σ. 11.34 Α. Ντοστογιέφσκι, Η ζωή του πατέρα μου, Δωδώνη, Αθήνα 1971, σ. 55, Ντ. Μερεζκόβσκη, Ντοστογιέφσκι. Ο προφήτης της ρώσικης επανάστασης, μτφ. Σ. Πρωτόπαπα, Γκοβόστης, Αθήνα 2005, σ. 102, Δ. Στεφανάκης, όπ. π., σ. 81, Μ. Αλεξανδρόπουλος, Η ρώσικη λογοτεχνία, Κέδρος 1978, σ. 11-12, D. Arban, Les années d’ apprentissage de F. Dostoïevski, Payot 1968, σ. 51, 68, 106, 107, 167, 197, 212 –Μ. Αλεξανδρόπουλος, Ο Μεγάλος Αμαρτωλός. Ο Ντοστογιέφσκι και τα ιερά του τέρατα, Κέδρος 1984, σ. 48 –Για Φόνισσα Παπαδιαμάντη και Ρασκόλνικωφ βλ. Χ. Σακελλαρίου, Το τραγικό στη νεοελληνική λογοτεχνία, Φιλιππότης 1986, σ. 105.
35 Βλ. μ. ά. P. Pascal, Dostoïevski: l’ home et l’oeuvre, éd. L’âge d’ homme, Lausanne 1970, σ. 363, Μ. Μακράκης, Ντοστογιέφσκι, όπ. π., σ. 26 επ. –Για γοητεία Ντοστογιέφσκι βλ. Ν. Μακρής, Η γοητεία του Ντοστογιέφσκι, Διαβάζω 229/27-12-89, σ. 111-113.
36 Βλ. Α. Σινιάφσκι, Το βλέμμα του κατάδικου στα κάτεργα, σε «Εκατό χρόνια από το θάνατό του», σ. 211, Μ. Μπαχτίν, Ζητήματα της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι, μτφ. Α. Ιωαννίδου, Πόλις 2000, σ. 31, – P. Pascal, όπ. π., σ. 274.
37 Βλ. 
Andrei Anikin, Russian thinkers, Progress Publishers, Moscow 1988, σ. 126, 138-141, 159 –ΓιατοναιρετικότουχαρακτήραβλΤ. Αθανασιάδης, Η υπερκαιρικότητα του Ντοστογιέφσκι, Νέα Εστία 1066/1971, σ. 1616 –Για πολιτικά φρονήματα βλ. Κ.ΠαπαγιώργηςΝτοστογιέφσκιΚαστανιώτης 1990, σ. 173.
38 
Βλ. A. Anikin, Russian thinkers, Progress Publishers 1988,, σ. 185.39 Βλ. Π. Χάρης, Ένας μεγάλος σταθμός (τα 150 χρόνια του Ντοστογιέφσκι), Νέα Εστία 1066/1971, σ. 1613.40 Βλ. Etienne Greeff, L’ home chez le criminel, Revue de droit pénal et de criminologie, 1932, σ. 465.41 Βλ. Ευστρ. Παπαθανασόπουλος, Ιστορίες ζωής ως μεθοδολογικό εργαλείο εγκληματολογικής ανάλυσης, σε «Τιμητικός Τόμος Κ.Δ. Σπινέλλη», 2010, σ. 179, 281.
42 Πρβλ. Γρ. Λάζος, Αντιλήψεις για τις κατώτερες τάξεις στον στοχασμό του 19ου αιώνα περί εγκλήματος, σε «Τιμητικός Τόμος για τον Καθηγητή Ιακ. Φαρσεδάκη», τ. 1, Νομική Βιβλιοθήκη 2011, σ. 367.
43 Πρβλ. Αφρ. Ζουλινάκη, Αναζητώντας το προφίλ του εγκληματία, σε «Τιμητικός Τόμος Κ. Σπινέλλη», Α. Σάκκουλας 2010, σ. 156.
44 Πρβλ. άποψη Φρόυντ, σε Jean Laplanche, Ζωή και θάνατος στην ψυχανάλυση, μτφ. Ν. Παπαγιαννοπούλου, Νεφέλη 1988, σ. 135-136.
45 Βλ. Κ. Παπαγιώργης, Ντοστογιέφσκι, Καστανιώτης 1990, σ. 256-257, Μ. Αλεξανδρόπουλος, Πέντε Ρώσοι κλασικοί, όπ. π., 249.
46 Βλ. Μ. Αλεξανδρόπουλος, όπ. π., σ. 249.
47 Βλ. Μ. Μακράκης, Ντοστογιέφσκι, Πάθος και ελευθερία, Ελλ. Γράμματα, Αθήνα 1994, σ. 230.
48 Βλ. Π. Τρουαγιά, Κριτικές …, όπ. π., σ. 204.
49 Βλ. Edward Sagarin, Raskolnikov and others –Literary images of crime, punishment, redemption and atonement, St. Martin’s Press, N. Y. 1981, σ. ix, 3, 5, 6, 7, 12, 142, 144, 148 Βλ. ιδίως Γ. Πανούσης, Ένοχοι και ενοχές –Αστυνομικό μυθιστόρημα και εγκληματολογικές επιστήμες, γ΄ έκδ., Α. Σάκκουλας 2010, passim.
50 Βλ. Ed.  Sagarin, όπ. π., σ. 14.
51 Αν και για τον James Joyce δεν υπάρχει στο βιβλίο «ούτε έγκλημα ούτε τιμωρία» βλ. Ed.  Sagarin, όπ. π., σ. 19.
52 Πρβλ. Στ. Τσβάϊχ, Ο καταλύτης των συνόρων, σε «Εκατό χρόνια…», σ. 234.
53 Πρβλ. Σιγκ. Φρόϋντ, Ντοστογιέφσκι και πατροκτονία, Ευθύνη, όπ. π., σ. 245.
54 Πρβλ. Γ. Ανδρεάδης, Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας, Πολύτροπον, Αθήνα 2004, σ. 80.
55 Πρβλ. Στ. Τσβάϊχ, Ντοστογιέφσκι, μτφ. Γ. Μπεράτης, Γκοβόστης, Αθήνα, χ. χρ.
56 Βλ. Ζαν Βαλ, Εισαγωγή στις φιλοσοφίες του Υπαρξισμού, εισ./μτφ./σχ. Χρ. Μαλεβίτση, β’ έκδ., Δωδώνη 1970, σ. 93, 45, 48, 67, 233.
57 Βλ. Ανρί Τρουαγιά, Η Κριτική, σε Φ. Ντοστογιέφσκι, Ο ηλίθιος, όπ. π. σ. 167-176, του ιδίου, Ντοστογιέφσκι, όπ. π. 69, 242, 313.
58 Βλ. Α. Τρουαγιά, Ντοστογιέφσκι, όπ. π., σ. 70, 71.
59 Βλ. Βλαδίμηρος Σαλαβιώφ, Η ιδέα της Οικουμενικότητας στο έργο του Ντοστογιέφσκι, μτφ. Δ. Τριανταφυλλίδης, Π. Πουρνάρας, Θεσ/κη 1989, σ. 6-7, 11, 14, 55.
60 Βλ. E. M. Cioran, όπ. π., σ. 186.
61 Βλ. Στις φλέβες των ουκρανών ρέει ελληνικό αίμα. Αυτή η εκδοχή συνδέει τον Ντοστογιέφσκι με την αρχαία τραγωδία; Βλ. Αιμέ Ντοστογιέφσκυ, Η ζωή του πατέρα μου, μτφ. Στ. Ζερβού, Δωδώνη, Αθήνα 1971, σ. 25.
62 Ο Ντοστογιέφσκι θεωρούσε τη θανατική ποινή ως ακύρωση της ελευθερίας της βούλησης και της ανθρώπινης ουσίας αφού στερεί το άτομο από την ηθική μετάνοια βλ. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Η απόρριψη της θανατικής ποινής στο έργο του Ντοστογιέφσκι, Σύγχρονα Θέματα 96/2007, σ. 73-74.
63 Βλ. Θ. Πελεγρίνης, Παιδιά του Κάιν, Ελλ. Γράμματα, 2001, σ. 25.
64 όπ. π., σ. 119.
65 Πρβλ. István Mèszàros, Philosophy, Ideology and Social Science, Wheatsheaf books, Sussex, 1986, σ. x.
66 
ΠρβλΑΤάκηςΗηθικήςαδιαφορίατουΝόμουΠόλις 2006, σ. 68, 242 επ.
67 
Πρβλ. J. Reiman, Justice & Modern Moral Philoshophy, Yale University Press 1990, σ. 25, 63 επ. –ΠρβλΣιμόν ντε Μπωβουάρ, Για μια ηθική της αμφισβήτησης, μτφ. Κ. Λάμψα, Γλάρος 1984, σ. 67 επ. –Πρβλ. και Δ. Κοτρόγιαννος, Το πρόβλημα της εθελοδουλείας, Κριτική 1996, σ. 166.
68 Βλ. Γ. Πανούσης, Εισαγωγή στην Εγκληματολογία, Α. Σάκκουλας 1983, σ. 16-17, 45-46, J. Pinatel, La Criminologie, Les Editions Ouvrières, Paris 1979, σ. 54-57 –Πρβλ. 
Steve Macek, Urban Nightmares, University of Minnesota Press 2006, σ. 12, 17, 35, 292.
69 Marvin E. Wolfgang, Cesare Lombroso, 
σεΗ. Mannheim (ed), Pioneers in Criminology, 2nd ed, Mont Clair, N.J. Patterson Smith 1972, σ. 60.70 Βλ. Ντ. Γιανόφσκι, Ο Ντοστογιέφσκι στις αναμνήσεις των συγχρόνων του, Κέδρος, 1971, σ. 124.
71 Βλ. για Μυστήρια Παρισίων κλπ., σε Π. Κ. Μαρτιάνωφ, σε Ο Ντοστογιέφσκι στις αναμνήσεις, όπ. π., σ. 203, Γ. Φ. Πιερίδης, Τέσσερα θέματα Λόγου: Θόρω, Ντοστογιέφσκι, Τολστόη, Ρολάν, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1973, σ. 44.
72 Βλ. Ντ. Λώρενς, Εισαγωγικό σημείωμα στον Μέγα Ιεροεξεταστή του Ντοστογιέφσκι, σε «Εκατό χρόνια…», σ. 72.
73 Βλ. Τόμας Μαν, Ντοστογιέφσκι, Ευθύνη, όπ. π., σ. 78.
74 όπ. π., σ. 79.
75 Βλ. Βίκτωρ Νεκράσωφ, Ο Ρασκόλνικωφ, ήμουν εγώ!, Ευθύνη, όπ. π., σ. 133.
76 Πρβλ. Φρ. Νίτσε, Για τον Ντοστογιέφσκι, Ευθύνη, όπ. π., σ. 139 –Ν. Σαρρώτ, όπ. π., σ. 192.
77 Πρβλ. Ανρί ντε Λυμπάκ, Η τυραγνία του θεού, Ευθύνη, όπ. π., σ. 147.
78 Πρβλ. Οκτάβιο Παθ, Ο διάβολος και ο ιδεολόγος, Ευθύνη, όπ. π., σ. 155 επ. –Α, Τρουαγιά, όπ. π., σ. 228.
79 Βλ. Μαρσέλ Προύστ, Η καινούρια ομορφιά, Ευθύνη, όπ. π., σ. 176.
80 Βλ Βαγγ. Ραπτόπουλος, Φράντς Κάφκα, Ο κληρονόμος του Ντοστογιέφσκι, Ε-Βιβλιοθήκη 24/12/99 –Βλ. και Πέγκυ Κουνενάκη, Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία, Καθημερινή Κυριακής 12/3/95.
81 Πρβλ. Β. Σολωμού-Ξανθάκη, Ένας Πλάτων στη μετασοβιετική Ρωσία, Καθημερινή Κυριακής 20/1/02.
82 Βλ. Λένα Παντελέων, Οι Μεσσίες του Μηδενισμού (αφορά «στους Δαιμονισμένους»), Κοντέινερ, Δεκ. 2009, σ. 41 –Π. Ρηγοπούλου, όπ. π. σ. 155 επ.
83 Βλ. Θ. Τζούλης, Το ασυνείδητο και η συμβολική τάξη (από τον Freud στο Lacan), Αθήνα 1985, σ. 43, 109.
84 Πρβλ. Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Η ηθική του συμφέροντος, Φιλιππότης, Αθήνα 1986, σ. 154 επ.
85 Πρβλ. Ερνέστο Σάμπατο, Ο συγγραφέας και η καταστροφή, μτφ. Μ. Παπαδολαμπάκης, Εξάντας 1987, σ. 185, 188-189.
86 όπ. π., σ. 68, 193.
87 Πρβλ. J. Vuilleumier, όπ. π.
88 Πρβλ. Στ. Τσούπρου, Ο Τάσος Αθανασιάδης και το «είδος» των μυθιστορημάτων του, Πόρφυρας 108/2003, σ. 193.
89 Βλ. άποψη για Ντοστογιέφσκι, σε Γ. Γιάνναρης, Ο Σπύρος Πλασκοβίτης και η τέχνη του συγγραφέα, Π. Κυριακίδης 2007, σ. 14, 30.
90 Βλ. M. Merleau-Ponty, Ανθρωπισμός και Τρομοκρατία, Εξάντας, Αθήνα 1975, σ. 134.
91 Πρβλ. Στ. Πάνου, Είναι και Γίγνεσθαι, Καστανιώτης, Αθήνα 1983, σ. 61, 62 (απόψεις Κίρκεγκαρντ).
92 Βλ. Στ. Ράμφος, Μελέτη θανάτου, Κέδρος, Αθήνα 1980, σ. 5.
93 Βλ. απόψεις Ντοστογιέφσκι, σε Στ. Ράμφος, όπ. π., σ. 59.
94 όπ. π., σ. 60.
95 Πρβλ. J.L. Baudry, Ο Φρόιντ και η «λογοτεχνική δημιουργία», σε D. Bleis and alias (eds), Λογοτεχνία και ψυχανάλυση, 1990, σ. 59, 72 –Πρβλ. και Μητρ. Ηλείας Γερμανού, Ο άνθρωπος κατά τον Απόστολον Παύλον, β’ εκδ., Πύργος 1998, σ. 7 (ο άνθρωπος είναι «γένος θεού).
96 Βλ. Didier Anzieu, Ο Οιδίπους πριν από το σύμπλεγμα ή περί της ψυχαναλυτικής ερμηνείας των μύθων, σε D. Anzieu κ.α., Ψυχανάλυση και ελληνική κουλτούρα, μτφ. Μ. Φραγκόπουλος, Ράππα 1983, σ. 20-21, 40-42, 54-55 (απόψεις της Marie Delcourt).
97 Βλ. Ν. Νικολαϊδης, Πρωτο-Οιδίπους και Οιδιποδειοποιημένος Οιδίπους, σε «Ψυχανάλυση…», όπ. π., σ. 193, 198.
98 Πρβλ. Ν. Νικολαϊδης, Οιδίπους: το μήνυμα της διαφοράς, σε «Ψυχανάλυση…», όπ. π., σ. 221.
99 Βλ. Jacques Bril, L’ “affaire Hildebrand” ou le meurtre du fils, Puf, Paris 1989, σ. 129.100 όπ. π., σ. 129, 143 –πρβλ. Π. Ρηγοπούλου, όπ. π., σ. 154 –πρβλ. P. Pascal, όπ. π., σ. 277.
101 Βλ. Henri Ey, Η συνείδηση, μτφ. Επ. Ξενόπουλου, Αναγνωστίδης, χ. χρ., σ. 59 επ. –Πρβλ. M Heidegger, Είναι και Χρόνος, μτφ. Γ. Τζαβάρα, τ. 2, Δωδώνη, Γιάννινα 1985, σ. 12, 184, 237, 295, 302 επ.
102 Πρβλ. Αλ. Χρύσης, όπ. π., σ. 211.
103 Πρβλ. Γερ. Ζώρας, Θεία Κωμωδία: στα βήματα του Δάντη, Διαβάζω τ. 230/90, σ. 22 και Domenica Minniti, «Οι παρατηρήσεις του Γκράμσι» γύρω από το δέκατο άσμα της κόλασης, Διαβάζω 230/1990, σ. 69 –Πρβλ. Λ. Φολντένυϊ, όπ. π., σ. 43.
104 Βλ. David Bleich, Η λογική της ερμηνείας, σε D. Bleich and alias (eds), Λογοτεχνία και ψυχανάλυση, επιμ. Β. Καλλιπολίτης, Εξάντας 1990, σ. 31.
105 Πρβλ. Ι. Δασκαλόπουλος, Στοιχεία Εγκληματολογίας, τόμος 1ος, τεύχος 1ον, Αφοί Τζάκα, 1972, σ. 64, 106-107.
106 όπ. π. σ. 184.
107 Βλ. Α. Τρουαγιά, όπ. π., σ. 201, 206.
108 René Girard, Το εξιλαστήριο θύμα –Η βία και το ιερό, μτφ. Κ. Παπαγιώργης, Εξάντας 1991, 336.
109 όπ. π., σ. 147 (αφορά στον Οιδίποδα).
110 Βλ. Α. Τρουαγιά, όπ. π., σ. 205, 208.
111 Πρβλ. Κ. Αξελός, Ορίζοντες του κόσμου, μτφ. Μ. Λάζου, Δωδώνη 1978, σ. 83, Χρ. Γιανναράς. Προτάσεις…, όπ. π., σ. 113.
112 Βλ. απόψεις Μάρξ, Φρόϋντ, Καντ και Χέγκελ, σε Κ. Αξελός, όπ. π., σ. 92-95.
113 Βλ. Ανρί Λεφέβρ, Μηδενισμός και αμφισβήτηση, μτφ. Λ. Τρουλινού, Ύψιλον 1990, σ. 27.
114 Βλ. Τ. Θεοδωρόπουλος, Ο καθεδρικός της σκόρπιας ζωής (βιβλιοπαρουσίαση του έργου του Ντοστογιέφσκι. Ο Ηλίθιος, μτφ. Ελ. Μπακοπούλου, Ίνδικτος 2009), σε Νέα 8-9/8/09.
115 Πρβλ. Φρ. Νίτσε, Η γενεολογία της ηθικής, Μαρή, χ. χρ., σ. 77.
116 Πρβλ. Τ. Πεντζοπούλου-Βαλαλά, Μαθήματα Γνωσιολογίας και Οντολογίας, Αφοί Κυριακίδη, Θεσ/νικη 1985, σ. 62 επ., 113 επ. –πρβλ. Ο. Έκο, Τα όρια της ερμηνείας, μτφ. Ν. Κονδύλη, Γνώση, β’ έκδοση 1993, σ. 57 –πρβλ. Ν. Μπερντιάεφ, Αλήθεια, όπ. π., σ. 81, 86 επ. –βλ. άποψη De Maistre, σε Ν. Μπερντιάεφ, Αλήθεια, όπ. π., σ. 88.
117 Πρβλ. απόψεις Νίτσε, σε Μυρτώ Ρήγου, Ο αναγνώστης Άμλετ, Πλέθρον 2000, σ. 42 επ. –πρβλ. Ν. Μπερντιάεφ, Αλήθεια, όπ. π. σ. 21.
118 Πρβλ. με απόψεις Et. De Greeff, σε M. Cusson, όπ. π., σ. 46 –Πρβλ. Μ. Ανδρικοπούλου, Ξέθαψα τον άνθρωπο, τον άνθρωπο όπως είναι –Παρουσίαση τριών κειμένων για τον Φ. Ντοστογιέφσκι, Πάντειο Παν/μιο, Τμήμα Επικοινωνίας, Στούντιο Λήδρα, Λιβάνης 1997, σ. 25: «…να μαντεύω τί σκέφτομαι» (Ντοστογιέφσκι).
119 Πρβλ. με απόψεις J. Pinatel,σε M. Cusson όπ. π., σ. 48.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό The Art of Crime, τεύχος Ιουνίου 2012