English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

.

Mary Ann Cotton: Αρσενικό γένους θηλυκού

www.tips-fb.com

Εισαγωγή
Οι 18ος και 19ος αιώνες ήταν περίοδος μεγάλων αλλαγών στη Βρετανία.  Η χώρα, από κυρίως γεωργική, έγινε μέσα από καταιγιστικές διαδικασίες κυρίως βιομηχανική, οι πόλεις αναπτύχθηκαν γρήγορα και, περί το 1851, περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν στις πόλεις παρά στην ύπαιθρο και τις αμιγώς αγροτικές περιοχές.  Η ανάπτυξη αυτή επηρέασε πολλούς παράγοντες της καθημερινής ζωής, συμπεριλαμβάνοντας και την εγκληματική συμπεριφορά.  Καθώς οι μικρές κοινωνίες διαλύονταν και οι παραδοσιακοί δεσμοί, μεταξύ των ανθρώπων, έσπαγαν, παρουσιάστηκε μία αύξηση στη διάπραξη εγκλημάτων.  Όλο και περισσότερα αδικήματα συμπλήρωναν τον αγγλικό ποινικό κώδικα και οι επιβαλλόμενες ποινές χαρακτηρίζονταν από την αυστηρότητα και σκληρότητά τους, ακόμη και επί αδικημάτων ήσσονος σημασίας.
Λίγοι δολοφόνοι συνεπήραν τους ερασιτέχνες ντετέκτιβς, αλλά και τους ειδικούς, όσο η Mary Ann Cotton, το όνομα της οποίας συνδέθηκε άρρηκτα με τη δηλητηρίαση από αρσενικό. Πρόκειται για την πλέον παραγωγική δολοφόνο της βικτωριανής Αγγλίας, ακόμη και από τον περιβόητο Τζακ τον Αντεροβγάλτη.  Ενώ ο δεύτερος, όμως, αποτελεί σημείο αναφοράς μέχρι σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο, η πρώτη πέρασε, σχεδόν, στη λήθη, παραμένοντας γνωστή, κυρίως, μέσα στα αγγλικά σύνορα.
Πέθανε το 1873 στην αγχόνη της φυλακής του Durham, όπου βρισκόταν κρατούμενη για τη δολοφονία του προγονού της Charlie.  Η ίδια υποστήριξε την αθωότητά της μέχρι τέλους.  Στηλιτεύτηκε από όλους όσοι έβλεπαν την ενοχή, για τους θανάτους τόσων οικείων της, να τη βαραίνει, ενώ κάποιοι άλλοι πίστεψαν στα λόγια της και τη θεώρησαν απλά άτυχη και χτυπημένη από μιαν άγνωστη κατάρα.  Το όνομά της έγινε θρύλος στη βορειοανατολική Αγγλία και οι περισσότεροι πατριώτες της το γνωρίζουν από τα μικράτα τους, από ένα δημοφιλέστατο τραγουδάκι που συνηθίζουν να τραγουδούν τα παιδιά, όταν πηδούν σχοινάκι:
«Mary Ann Cotton,
She’s dead and she’s rotten.
She lies in her bed,
With her eyes wide open.
Sing, sing, oh what can I sing,
Mary Ann Cotton is tied up with string.
Where, where? Up in the air,
Selling black puddens,
A penny a pair».

Παιδική και νεανική ηλικία
Γεννήθηκε ως Mary Ann Robson, τον Οκτώβρη του 1832, στο μικρό χωριό του Low Moorsley, στην κομητεία του Durham, που σήμερα έχει μετονομαστεί σε City of Sunderland.  Τα παιδικά της χρόνια ήταν αρκετά δύσκολα, καθώς η οικογένειά της ήταν πολύ φτωχή.  Οι γονείς της ήταν αμφότεροι κάτω από 20 χρονών όταν παντρεύτηκαν και ο πατέρας της Michael, ανθρακωρύχος στο επάγγελμα, μετά βίας κατάφερνε να εξασφαλίζει το καθημερινό φαγητό της οικογένειάς του.  Παρ’ όλη τη μιζέρια του (ή –ίσως- εξαιτίας αυτής), ήταν ένας αθεράπευτα θρησκόληπτος άνθρωπος, εκκλησιαζόμενος στην εκκλησία των Μεθοδιστών του χωριού του, που καταπίεζε τα παιδιά του, τη Mary Ann και τον μικρότερο αδελφό της Robert, επιβάλλοντάς τους σκληρές σωματικές τιμωρίες και ιδιαίτερα αυστηρή πειθαρχία.  Και τα δύο παιδιά συμμετείχαν στη χορωδία της εκκλησίας.
Όταν η Mary Ann ήταν οκτώ χρονών, η οικογένειά της μετακόμισε στο Murton.  Το μικρό κορίτσι δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί στο καινούριο σχολείο και δεν κατάφερε να κάνει νέους φίλους.  Λίγο μετά την εγκατάστασή τους εκεί, ο πατέρας της έπεσε σε μια στοά βάθους 49 μ., στο ανθρακωρυχείο του Murton, και σκοτώθηκε.  Η ορφανεμένη οικογένεια έμελλε να περάσει ακόμη πιο δύσκολες μέρες τα επόμενα έξι χρόνια.
Όταν η Mary Ann ήταν στα 14, η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε έναν εξίσου σκληρό άντρα τον Robert Stott, ο οποίος βρισκόταν σε αρκετά καλή οικονομική κατάσταση, ώστε να μπορεί να προσφέρει στη σύζυγο και στα παιδιά της, όλα τα απαραίτητα και ακόμα περισσότερα.  Η Mary Ann δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα τον πατριό της, έκανε όμως υπομονή λόγω ακριβώς αυτής του της γενναιοδωρίας.  Από την άλλη, η αυστηρότητά του και η σκληρή πειθαρχία που απαιτούσε από τα θετά του παιδιά, την έκαναν να επαναστατήσει στα 16 της και να εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία. Πήγε σε ένα διπλανό χωριό στο South Hetton, όπου εργάστηκε ως οικιακή νοσοκόμα στο σπίτι κάποιου Edward Potter.  Παρέμεινε εκεί για τρία χρόνια και στη συνέχεια επέστρεψε στο σπίτι της μητέρας της όπου, για να ανεξαρτητοποιηθεί και να κερδίζει μόνη της τα προς το ζην, μπήκε μαθητευόμενη σε μια μοδίστρα.  Ήταν ήδη 19 ετών και έτοιμη να ερωτευτεί.
Και ερωτεύτηκε.  Εκλεκτός της καρδιάς της ήταν ο ανθρακωρύχος William Mowbray, τον οποίο παντρεύτηκε στο Newcastle-upon-Tyne τον επόμενο χρόνο. Μετά το γάμο, το νεαρό ζευγάρι μετακόμισε στο Plymouth του Devon, όπου ξεκίνησε τη δική του οικογένεια.  Απόκτησαν πέντε παιδιά, τέσσερα από τα οποία είχαν αιφνίδιο θάνατο, που αποδόθηκε σε γαστρικό πυρετό.  Μετά από αυτά, το ζευγάρι εγκαταστάθηκε εκ νέου στην βορειοανατολική Αγγλία, όπου απόκτησε –και έχασε από την ίδια αιτία- άλλα τρία παιδιά.  Ο William έγινε επιστάτης στο ορυχείο του South Hetton και στη συνέχεια πυροσβέστης σε ένα ατμόπλοιο.  Πέθανε από σοβαρή εντερική διαταραχή τον Ιανουάριο του 1865.  Καθώς είχε ασφάλεια ζωής στην British and Prudential ασφαλιστική εταιρία, η Mary Ann εισέπραξε το ποσό των 35 λιρών.
Μαύρη χήρα
Λίγο μετά το θάνατο του William, η Mary Ann μετακομίζει, για άλλη μια φορά, με τα δύο παιδιά που της έχουν απομείνει, δύο κορίτσια.  Αυτή τη φορά προορισμός της είναι το Seaham Harbour, στην κομητεία του Durham.  Συνδέεται ερωτικά με τον Joseph Nattrass, ο οποίος –όμως- ήταν αρραβωνιασμένος με μια άλλη κοπέλα.  Το ειδύλλιο θα έχει άδοξη κατάληξη για τη Mary Ann, η οποία και θα εγκαταλείψει την πόλη μετά το γάμο του Nattrass.  Στο διάστημα αυτό πεθαίνει και η μικρή της κόρη, ηλικίας τρεισήμισι ετών.  Όμως ο Joseph Nattrass δεν θα εξαφανιστεί από τη ζωή της Mary Ann. Με τη μοναδική της, πλέον, κόρη Isabella, η Mary Ann επιστρέφει στο Sunderland και βρίσκει δουλειά ως νοσοκόμα στο Κέντρο Αποκατάστασης Ασθενών από Λοιμώδη Πυρετό.  Επειδή εργάζεται σε βάρδιες, στέλνει την Isabella να μείνει με τη μητέρα της.
Ένας από τους ασθενείς του Κέντρου, ήταν ο μηχανικός George Ward, ο οποίος σύντομα δημιούργησε σχέση με τη Mary Ann.  Παντρεύονται τον Αύγουστο του 1865 στο Monkwearmouth.  Ένα χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1966, ο George πεθαίνει μετά από μακρά ασθένεια, κατά την οποία υπέφερε από παράλυση και εντερικά προβλήματα.  Αργότερα ο θεράπων ιατρός του θα καταθέσει ότι, παρόλο που η υγεία του George ήταν επιβαρημένη, η ραγδαία επιδείνωσή της του προξένησε μεγάλη εντύπωση.  Η Mary Ann ντύνεται για άλλη μια φορά με τα ρούχα της χηρείας και μόνη της παρηγοριά αποδεικνύεται η είσπραξη της ασφάλειας ζωής του George.
Η Mary Ann είναι ήδη 34 χρονών, μα παραμένει γοητευτική. Ένα μήνα μετά το θάνατο του George Ward, η Mary Ann προσλαμβάνεται ως οικονόμος στο σπίτι του James Robinson, ενός μαραγκού πλοίων στο Pallion του Sunderland, του οποίου η σύζυγος Hannah είχε πρόσφατα πεθάνει, αφήνοντάς τον μοναδικό προστάτη του νεογέννητου παιδιού τους και των δύο μεγαλύτερων.  Ένα μήνα μετά την άφιξη της Mary Ann, το βρέφος θα πεθάνει από γαστρικό πυρετό.  Ο χαροκαμένος πατέρας αναζητά λίγη παρηγοριά στην αγκαλιά της οικονόμου του.  Εκείνη τον παρηγορεί τόσο ώστε να μείνει έγκυος από αυτόν.  Στο μεταξύ, η μητέρα της Μary Ann αρρωσταίνει και η κόρη της σπεύδει στο πλευρό της.  Αν και η υγεία της γυναίκας έχει ήδη αρχίσει να βελτιώνεται, παραπονιέται για πόνους στο στομάχι.  Πεθαίνει σε ηλικία 54 ετών, εννέα ημέρες μετά την άφιξη της κόρης της.
Η Mary Ann επιστρέφει στο σπίτι του Robinson, μαζί με την κόρη της Isabella, που είχε αποκτήσει από τον γάμο της με τον William Mowbray. Λίγες εβδομάδες μετά, τόσο η Isabella όσο και τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του James, θα αρχίσουν να διαμαρτύρονται για έντονους πόνους στο στομάχι, που θα καταλήξουν στο θάνατό τους.  Και τα τρία παιδιά θα κηδευτούν τις δύο τελευταίες εβδομάδες του Απριλίου του 1867. Θα περάσουν μόλις τέσσερις μήνες πριν ο βαρυπενθών χήρος και πατέρας παντρευτεί την εκλεκτή της καρδιάς του.  Η κόρη τους Mary Isabella θα γεννηθεί τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, για να καταλήξει από τα γνωστά συμπτώματα τον Μάρτιο του 1868.
Τα σύννεφα δεν αργούν να επισκιάσουν τη νυφική παστάδα.  Ο James αρχίζει να υποπτεύεται τη γυναίκα του, η οποία τον πιέζει να κάνει ασφαλιστήριο συμβόλαιο ζωής.  Σύντομα ανακαλύπτει ότι η Mary Ann έχει καταχραστεί το ποσό των 50 λιρών από τον οικογενειακό λογαριασμό, ενώ έχει δημιουργήσει χρέη ποσού 60 λιρών, χωρίς εκείνος να γνωρίζει τίποτα.  Όταν ανακαλύπτει ότι πολύτιμα αντικείμενα του σπιτιού έχουν κάνει φτερά, εξοργίζεται και την πετά έξω από το σπίτι.
Η Mary Ann είναι για πρώτη φορά στη ζωή της πραγματικά απελπισμένη, καθώς είναι αναγκασμένη να ζει κυριολεκτικά στους δρόμους.  Και οι δρόμοι της Βικτωριανής Αγγλίας είναι το πιο ακατάλληλο μέρος για να ζει κάποιος.  Είναι, μάλλον, το πλέον κατάλληλο για να βρει σίγουρο θάνατο.  Η τύχη της, όμως, θα της χαμογελάσει για άλλη μια φορά, όταν η φίλη της Margaret Cotton θα την συστήσει στον αδελφό της Frederic, έναν μεταλλωρύχο που είχε χηρέψει πρόσφατα και είχε χάσει δύο από τα τέσσερα παιδιά του.  Η Margaret φρόντιζε τα δύο της ανίψια και τον αδελφό της, ζώντας μαζί τους στο σπίτι τους στο Walbottle του Northumberland.  Η Mary Ann εγκαθίσταται στο σπίτι των Cotton.  Η Margaret θα πεθάνει ύστερα από φριχτούς πόνους στο στομάχι και η Mary Ann θα μείνει μόνη να φροντίζει τον Frederic και τους δύο γιους του, Frederic Jr και Charlie.  Ο Cotton, με τη σειρά του, θα φροντίζει εκείνη και η Mary Ann θα μείνει έγκυος για ενδέκατη φορά. Παντρεύονται τον Σεπτέμβριο του 1870.  Καθώς η Mary Ann δεν έχει πάρει διαζύγιο από τον James Robinson, είναι δίγαμη, κάτι που αγνοεί ο Cotton.  Ο γιος τους Robert θα γεννηθεί στις αρχές του 1871.
Οι παλιές αγάπες πάνε στον Παράδεισο
Η ζωή τους συνεχίζεται ήρεμα, μέχρι που η Mary Ann μαθαίνει ότι ο πρώην εραστής της Joseph Nattrass ζει μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά της, στο γειτονικό χωριό του West Auckland και δεν είναι, πια, παντρεμένος.  Το αίσθημά τους αναθερμαίνεται και η Mary Ann πείθει την οικογένειά της να μετακομίσουν κοντά στον αγαπημένο της.  Το αποτέλεσμα είναι ο Frederic να πεθάνει τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, από τον γνωστό γαστρικό πυρετό.  Η Mary Ann θα εισπράξει την ασφάλεια ζωής του.
Μετά το θάνατο του Frederic, o Nattrass εγκαθίσταται στο σπίτι της Mary Ann, ως ενοικιαστής, ενώ η ίδια βρίσκει δουλειά ως οικιακή νοσοκόμα στο σπίτι ενός απόστρατου αξιωματικού, του John Quick-Manning, ο οποίος ανάρρωνε από ευλογιά. Γρήγορα γίνεται ερωμένη του και μένει έγκυος στο δωδέκατο παιδί της.  Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα ακολουθήσει ένας γάμος-αστραπή, κατά την προσφιλή συνήθεια της Mary Ann.  Στη ζωή της υπάρχουν, όχι μόνο ο Nattrass, αλλά και τα παιδιά του Cotton.  Το πρόβλημα ξεπεράστηκε γρήγορα: ο Frederic Jr πεθαίνει τον Μάρτιο του 1872 και λίγο μετά τον ακολουθεί και ο Charlie. Η αιτία, ποια άλλη; Γαστρικός πυρετός, η ασθένεια που αποδεκατίζει τις οικογένειες της Mary Ann.  Από την ίδια ασθένεια θα πεθάνει, λίγο αργότερα, και ο Nattrass, αφού προηγουμένως έχει αλλάξει τη διαθήκη του προς όφελος της Mary Ann. Εν τω μεταξύ, είχε εκδοθεί η επιταγή για την ασφάλεια ζωής του Charlie, στο όνομα της Mary Ann, την οποία επρόκειτο να εισπράξει.  Και έτσι θα είχε γίνει αν δεν μεσολαβούσε μια απρόσεκτη συζήτηση.
Η κάθοδος και η πτώση της Mary Ann άρχισε όταν ένας δημοτικός σύμβουλος, ο Thomas Riley, της ζήτησε να απασχοληθεί ως νοσοκόμα στο σπίτι μιας γυναίκας που ανάρρωνε από ευλογιά.  Η Mary Ann ισχυρίστηκε πως το τελευταίο ζωντανό παιδί του Cotton, ο μικρός Charlie, αποτελούσε εμπόδιο και ζήτησε από τον σύμβουλο να μεσολαβήσει ώστε να το κλείσει στο ορφανοτροφείο.  Ο Riley, ο οποίος εκτελούσε και καθήκοντα βοηθού ιατροδικαστή του West Auckland, της απάντησε ότι θα έπρεπε εκείνη να συνοδέψει τον μικρό.  Η Mary Ann δήλωσε ότι ο μικρός ήταν ασθενικός και σύντομα θα έπαυε να την απασχολεί, καθώς θα ακολουθούσε τη μοίρα των υπολοίπων Cotton.  Ο Riley διαφώνησε και ισχυρίστηκε πως ο μικρός ήταν μια χαρά στην υγεία του. Έπαθε πραγματικό σοκ όταν, πέντε μέρες αργότερα, η Mary Ann τον πληροφόρησε ότι ο μικρός είχε πεθάνει.
Ο Riley έσπευσε στο αστυνομικό τμήμα και, με τη βοήθεια των αστυνομικών, έπεισε τον γιατρό να καθυστερήσει την έκδοση του πιστοποιητικού θανάτου, μέχρι να διερευνηθούν πλήρως οι αιτίες θανάτου του αγοριού.
Η πρώτη κίνηση της Mary Ann, μετά το θάνατο του Charlie, ήταν να επισκεφτεί τα γραφεία της ασφαλιστικής εταιρείας, προκειμένου να εισπράξει την ασφάλεια ζωής.  Εκεί την πληροφόρησαν ότι δεν μπορούσαν να την αποζημιώσουν αν, πρώτα, δεν είχαν στα χέρια τους το πιστοποιητικό θανάτου. Ξεκίνησε μια έρευνα το αποτέλεσμα της οποίας ήταν ότι ο θάνατος του Charlie οφειλόταν σε φυσικά αίτια.  Η Mary Ann ισχυρίστηκε ότι είχε χρησιμοποιήσει μαραντάμυλο (τροπικό λουλούδι της σειράς των τζίντζερ.  Η ρίζα του, που μεγαλώνει κάτω από τη γη, χρησιμοποιείται για την κατασκευή αλεύρου), προκειμένου να ανακουφίσει τους πόνους του παιδιού.  Δήλωσε επίσης ότι ο Riley είχε διατυπώσει τις συγκεκριμένες κατηγορίες εναντίον της, επειδή εκείνη δεν είχε ανταποκριθεί στην ερωτική του προσέγγιση.

Η σύλληψη, η δίκη και η εκτέλεση
Στη συνέχεια, η τοπική εφημερίδα ασχολήθηκε με την υπόθεση και αποκάλυψε ότι η Mary Ann, κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεών της στη βορειοανατολική Αγγλία, έχασε τρεις συζύγους, έναν εραστή, μια φίλη, τη μητέρα της και ένδεκα παιδιά, όλους από γαστρικό πυρετό. Δημοσιεύεται η φωτογραφία της, αλλά οι αναγνώστες αρνούνται να πιστέψουν ότι αυτή η «όμορφη, λεπτεπίλεπτη και ευαίσθητη γυναίκα» είναι ένοχη για όλα τα φοβερά για τα οποία την κατηγορούν.  Αν η περιγραφή αυτή σας φαίνεται υπερβολική, κοιτώντας τη συγκεκριμένη φωτογραφία της Mary Ann, που είναι και η μοναδική που έχει διασωθεί, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να πούμε ότι οι εφημερίδες που τη δημοσίευσαν την εποχή της σύλληψης και της δίκης της, την επεξεργάστηκαν ώστε να αφαιρέσουν κάθε ίχνος γοητείας από το πρόσωπό της και να της αποδώσουν, επίτηδες, σκληρά χαρακτηριστικά.  Είναι, μάλλον, η πρώτη απόπειρα αρνητικού ρετούς στην ιστορία της φωτογραφίας. Σε όλες τις επόμενες δημοσιεύσεις, θα εμφανίζεται η ρετουσαρισμένη φωτογραφία.
Οι υποψίες άρχισαν να τη βαραίνουν σοβαρά και διατάχθηκε ιατροδικαστική έρευνα.  Ο γιατρός που είχε περιθάλψει τον Charlie είχε κρατήσει δείγματα των περιεχομένων του στομάχου του, τα οποία αποδείχτηκαν θετικά στη δηλητηρίαση από αρσενικό.  Με τα ευρήματα αυτά απευθύνθηκε στην αστυνομία, η οποία συνέλαβε τη Mary Ann και εξέδωσε εντολή εκταφής του πτώματος του μικρού, το οποίο βρέθηκε δηλητηριασμένο με αρσενικό. Η Mary Ann κατηγορήθηκε για το φόνο του Charlie, αν και η δίκη της καθυστέρησε μέχρι τη γέννηση του παιδιού που κυοφορούσε, από τη σχέση της με τον Quick-Manning.

Οι φυλακές του Durham
Η υπεράσπιση ισχυρίστηκε ότι το αρσενικό που ανακαλύφθηκε στο πτώμα του άτυχου μικρού, ήταν όντως η πραγματική αιτία θανάτου του, όμως το αγόρι το είχε εισπνεύσει από τη βαφή της πράσινης ταπετσαρίας που βρισκόταν στο δωμάτιό του.  Ο ισχυρισμός αυτός καθόλου δεν έπεισε τους ενόρκους, οι οποίοι είχαν ήδη ακούσει κατά τη διάρκεια της δίκης, ότι η Mary Ann ήταν νοσοκόμα και, επομένως, είχε σαφέστατα γνώση των δηλητηρίων και των αποτελεσμάτων τους, ήταν μια ακόλαστη γυναίκα, δίγαμη και με τουλάχιστον δύο εραστές ταυτόχρονα. Χρειάστηκαν μόνο 90 λεπτά, πριν βρουν τη Mary Ann ένοχη των κατηγοριών, στις 8 Μαρτίου του 1873.
Όπως περιγράφεται σε δημοσίευμα των Times της εποχής, η Mary Ann έδειξε έντονα συναισθήματα μόλις άκουσε την ετυμηγορία των ενόρκων, τα οποία όμως υποχώρησαν σύντομα για να ξαναβρεί την απαθή και αδιάφορη αρχική της στάση.  Πίστευε ότι κατά την έφεση θα αθωωνόταν και εξακολούθησε να υπερασπίζεται τον εαυτό της.  Έγιναν αρκετές εκκλήσεις στον Υπουργό Δικαιοσύνης, απορρίφθηκαν όμως όλες.
Εκτελέστηκε δι’ απαγχονισμού στις φυλακές της κομητείας του Durham, στις 24 Μαρτίου του 1873. Ο θάνατός της ήταν αργός και βασανιστικός, καθώς ο δήμιος, William Calcraft,   είχε λαθέψει στο μήκος του σχοινιού που ήταν απαιτούμενο για έναν γρήγορο θάνατο. Λίγο πριν είχε γεννήσει το τελευταίο της παιδί, ένα κοριτσάκι.

Ο δήμιος William Calcraft

Επίλογος: σχόλια και συμπεράσματα
Τελικά, τι ήταν η Mary Ann;  Ανάλγητη σειριακή δολοφόνος με σκοπό το κέρδος ή μια άτυχη χαροκαμένη σύζυγος και μάνα; Σήμερα, πάνω από 200 χρόνια μετά, μια έρευνα του Πανεπιστημίου του Sunderland έρχεται να αποδείξει ότι επρόκειτο σαφώς για το πρώτο.  Επικεφαλής της έρευνας δύο συνταξιούχοι, πλέον, αστυνομικοί διευθυντές του τμήματος ντετέκτιβς της αστυνομίας της Northambria, η Stephanie Yearnshire και ο σύζυγός της John Το ζευγάρι, μαζί με τους πανεπιστημιακούς ερευνητές, καταδύθηκε σε έναν ωκεανό εγγράφων της εποχής, παντός είδους: πιστοποιητικά γάμων, γεννήσεων και θανάτων, ασφαλιστήρια συμβόλαια, αποδείξεις αγορών, τοξικολογικές εξετάσεις, εκθέσεις πραγματογνωμόνων, πρακτικά δίκης, δημοσιεύματα εφημερίδων, τα πάντα.
Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν ότι η Mary Ann δεν ήταν παρά μια υπολογίστρια, διεφθαρμένη γυναίκα.  Της αποδίδονται πλήθος αρνητικών ιδιοτήτων: μοιχός, δίγαμη, απατεώνισσα, πόρνη, κλέφτρα, εφευρετική ψεύτρα, εκμεταλλεύτρια παιδιών, τεμπέλα, ματαιόδοξη.  Για τα δύο τελευταία αποδείχτηκε ότι πάντα είχε προσωπικό να της καθαρίζει το σπίτι και να της κάνει τα ψώνια, αν και η κοινωνική θέση και η οικονομική της κατάσταση δεν το επέτρεπαν.
Είκοσι ένας άνθρωποι που, με κάποιο τρόπο, σχετίζονταν με τη Mary Ann Cotton, πέθαναν.  Ακόμα και αν κάποιοι από αυτούς οφείλονταν πράγματι σε φυσικά αίτια, ακόμη και αν δεν μπορούμε να την κατηγορήσουμε με σιγουριά ως υπαίτια όλων αυτών των θανάτων, η πιθανότητα να ευθύνεται για αρκετούς από αυτούς είναι κάτι παραπάνω από τεράστια.  Σχεδόν όλα της τα θύματα πέθαναν από γαστρικό πυρετό, που δεν ήταν παρά ένας βικτωριανός ευφημισμός για τις εντερικές διαταρραχές, από τον τυφοειδή πυρετό μέχρι την απλή διάρροια η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι ένα από τα συμπτώματα της δηλητηρίασης με αρσενικό.
Κατά την εποχή για την οποία μιλάμε, το αρσενικό ήταν ευρέως διαδεδομένο.  Πωλούνταν παντού και το χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή ενός σκευάσματος με μορφή μαλακού σαπουνιού, το οποίο χρησιμοποιούταν για την απολύμανση των στρωμάτων και κλινοσκεπασμάτων από κοριούς, ψείρες και άλλα παράσιτα.  Επίσης, οι μυγοπαγίδες της εποχής ήταν εμβαπτισμένες σε αρσενικό.  Η εξαγωγή του δηλητηρίου από αυτά ήταν μια εύκολη υπόθεση.
Η δηλητηρίαση από αρσενικό είχε ως αποτέλεσμα το θύμα να υποφέρει από αδυναμία, εξάντληση και διάρροια, συμπτώματα όμοια με αυτά του γαστρικού ή στομαχικού πυρετού.  Οι πολυάσχολοι γιατροί της εποχής δεν εμβάθυναν ιδιαίτερα.  Επίσης, μια φτηνή βρεφική τροφή της βικτωριανής εποχής, ήταν ένας χυλός, φτιαγμένος από αλεύρι και νερό.  Οι μητέρες το χρησιμοποιούσαν για να κατευνάζουν την πείνα των μωρών τους, χωρίς να αντιλαμβάνονται την ακαταλληλότητα της τροφής για τα βρεφικά στομαχάκια.  Έτσι οι εντερικές διαταραχές που επακολουθούσαν ήταν σύνηθες φαινόμενο.  Ένας γιατρός σπάνια υποψιαζόταν μπροστά σε ένα παιδί που έπασχε από αυτές.
Η παιδική θνησιμότητα ήταν επίσης σύνηθες φαινόμενο της εποχής.  Οι αρχές ανησυχούσαν για την έκτασή της, υποπτεύονταν ότι αρκετά παιδιά μπορεί να έπεφταν θύματα δηλητηρίασης από τους ίδιους τους γονείς τους, κυρίως όταν υπήρχαν ασφάλιστρα προς είσπραξη ή επιδόματα της πρόνοιας.  Οι εγκληματολόγοι έχουν πλειστάκις αποφανθεί ότι στη βικτωριανή Αγγλία τα παιδιά αντιμετωπίζονταν περισσότερο ως εμπορεύματα παρά ως ανθρώπινα όντα.  Με δεδομένο το γεγονός ότι το προσδόκιμο ζωής, κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης εποχής, ήταν πολύ χαμηλότερο από το σημερινό και αν λάβουμε υπόψη ότι το 1880 το ένα τέταρτο των παιδιών πέθαινε πριν καν κλείσει χρόνο, ο μισός πληθυσμός της χώρας θα πέθαινε πριν την ηλικία των 20 και το 75% πριν συμπληρώσει τα 40 του χρόνια.  Δεν ήταν απίθανο, λοιπόν, η Mary Ann να θεωρηθεί μια πολύ άτυχη γυναίκα που έχασε τόσα παιδιά και συζύγους, κάτι που κανείς –εκτός από τον Thomas Riley- δεν θεώρησε αδύνατο.
Επιπλέον, η μετακίνησή της από πόλη σε πόλη και οι αλλαγές του ονόματός της με κάθε γάμο, δεν διευκόλυναν ώστε η αποκάλυψή της να συμβεί πιο γρήγορα. Κανένας δεν μπορούσε να ακολουθήσει τα ίχνη της και να κάνει τη σύνδεση ανάμεσα στις κυρίες Cotton, Mowbray, Ward ή Robinson.
Για όλους αυτούς τους λόγους η Mary Ann κατάφερε να ξεφύγει από το νόμο για τόσα πολλά χρόνια.