English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

.

Σπιναλόνγκα - ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΛΕΠΡΩΝ

www.tips-fb.com


Ζωντάνεψαν οι μνήμες στη Σπιναλόγκα, το άλλοτε νησί των λεπρών, που για μισό και πλέον αιώνα αποτελούσε τόπο απομόνωσης και εξορίας των κοινωνικά στιγματισμένων Κρητικών, οι οποίοι είχαν «χτυπηθεί» από την καταραμένη νόσο του «Χάνσεν».




Εκατοντάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας από τον Αγ. Νικόλαο, τη γειτονική Ελούντα, αλλά και απ όλη την Κρήτη πήγαν πριν από λίγες ημέρες με καϊκια για ιερό προσκύνημα στον Αγιο Παντελεήμονα, στο νησί. Οι περισσότεροι ήταν συγγενείς των χανσενικών του νησιού, που δεν υπάρχουν πια.


Κεντρικό πρόσωπου του ιερού προσκυνήματος ο 85χρονος Μανώλης Φουντουλάκης, μοναδικός επιζήσας στην ευρύτερη περιοχή του Μιραμπέλλου, ο άνθρωπος που βασανίστηκε και παραμορφώθηκε στην κόλαση της αρρώστιας, αλλά σώθηκε τελικά. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που νίκησε την ασθένεια, επανήλθε πλήρως και αντιμετωπίζει τη ζωή με αισιοδοξία. Η παρουσία του ως προσκυνητή στο νησί ήταν σημαίνουσα, όπως ξεχωριστή ήταν και η παρουσία της Βρετανίδας Βικτόρια Χίσλοπ, που έγραψε βιβλίο για τη Σπιναλόγκα και έχει γίνει «μπεστ σέλερ» διεθνώς.

Εζησα τον εφιάλτη της Σπιναλόγκας


Εζησα τον εφιάλτη της Σπιναλόγκας
Μοιρολόγια και κραυγές

«Οι πέτρες και οι βράχοι στα άδεια σπιτάκια κρύβουν και δεν φανερώνουν την κόλαση του χθες, τα μοιρολόγια και τις κραυγές από τους πόνους στο σώμα των εκατοντάδων αρρώστων», λένε στο «Εθνος της Κυριακής» ο κ. Μαν. Φουντουλάκης αλλά και συγγενείς των λεπρών.


Ο ίδιος στη σκληρή περίοδο της δοκιμασίας του ζούσε στην Αθήνα και έκανε θεραπεία στον αντιλεπρικό σταθμό της Αγ. Βαρβάρας, αλλά με την ιδιότητα του γενικού γραμματέα του συλλόγου χανσενικών είχε μεταβεί στη Σπιναλόγκα, βίωσε την τραγική πραγματικότητα και ενδιαφέρθηκε για την αναβάθμιση των συνθηκών παραμονής και θεραπείας των δυστυχισμένων της Σπιναλόγκας.

ΜΕ ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΕ ΑΨΗΦΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΡΡΩΣΤΙΑ


Το Λενιώ μου μού έδωσε δύναμη και ζωή

ο Μανώλης Φουντουλάκης δηλώνει τυχερός που βγήκε νικητής στη ζωή, που είχε τη στήριξη των δικών του ανθρώπων και που σήμερα καμαρώνει την κόρη του και τον γαμπρό του γιατρούς σε μεγάλα νοσοκομεία. Αναπολώντας το παρελθόν θυμάται τον πόνο, τις ατυχίες, τις χαρές και τις λύπες.

Γεγονότα που σφράγισαν τη ζωή του, όπως εξομολογείται », ήταν ο κρυφός κατ αρχάς έρωτας με τη γυναίκα του.


Το χτύπημα της αρρώστιας το 1949 σε ηλικία 21 ετών, ενώ υπηρετούσε αστυφύλακας στον Πειραιά. Η ισχυρή θέληση του «Λενιού του» να μείνει μαζί του και να παντρευτούν αψηφώντας την αρρώστια του.


Ο γάμος τους στα 31 τους χρόνια, που του έδωσε δύναμη και ζωή να παλέψει αρρώστια και προβλήματα. Η γέννηση της κόρης του το 1955.


Η επιδείνωση επικίνδυνα της υγείας του 1973-74. Ο θάνατος από την επάρατη νόσο το 1976 της αγαπημένης του Λενιώς. Η περίοδος της ανάταξης της υγείας του αλλά και της οικογενειακής ισορροπίας.

ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΛΕΠΡΩΝ ΤΟ 1904



Με απόφασή της η Κρητική Πολιτεία μάζεψε όλους τους λεπρούς που ζητιάνευαν εξαθλιωμένοι ζώντας σε οικισμούς έξω από τις μεγάλες πόλεις της Κρήτης, τα Μεσκίνια, και τους συγκέντρωσε στη Σπιναλόγκα. Αρχικά η ζωή τους ήταν άθλια. Η Σπιναλόγκα είναι μια απέραντη τρώγλη, ένα νεκροταφείο υπό προθεσμία, χωρίς την παραμικρή οργάνωση, χωρίς φαρμακευτική αγωγή για τους νοσούντες, χωρίς ελπίδα.




ΣΗΜΕΡΑ



Τη Σπιναλόγκα επισκέπτονται πάνω από 300.000 άνθρωποι, αριθμός που τη φέρνει στους πέντε πρώτους βυζαντινούς - μεταβυζαντινούς αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας. Απαίτηση των τοπικών φορέων είναι η ένταξη της Σπιναλόγκας στα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο. Μια πρόταση που κατέθεσε προ τριετίας προς το υπ. Πολιτισμού ο πολιτικός μηχανικός Κωστής Μαυρικάκης.

53 χρόνια φρίκη 

Πολλοί πέθαιναν διαμελισμένοι

Η Σπιναλόγκα, που «άνοιξε τις πόρτες» της για τους λεπρούς το 1904 και έκλεισε το 1957, φιλοξένησε εκατοντάδες πάσχοντες συνανθρώπους μας, που «ανέπτυξαν» με τα βάσανα και τις στερήσεις τη δική τους ζωντανή κοινωνία. Οσοι μπορούσαν δούλευαν σε διάφορες εργασίες, υπήρχε καφενείο, γίνονταν εκκλησιασμοί στο εκκλησάκι της στον Αγ. Παντελεήμονα, μάθαιναν τα νέα από ψαράδες στο λιμανάκι του νησιού, ερωτεύονταν, παντρεύονταν, έκαναν υγιή παιδιά τα οποία μεταφέρονταν και μεγάλωναν σε καλύτερες συνθήκες στο βρεφονηπιακό τμήμα του Λεπροκομείου της Αγίας Βαρβάρας στην Αθήνα. Μέχρι το 1936, όπως λέει ο κ. Μαν. Φουντουλάκης, οι άρρωστοι στο νησί ήταν εγκαταλειμμένοι. Πολλοί πέθαιναν «ζωντανοί» με φρικτούς πόνους, παραμορφωμένοι και διαμελισμένοι.


Ενας φοιτητής τα άλλαξε όλα

Η κατάσταση αυτή αρχίζει ν αλλάζει από το 1936, έτος άφιξης στη Σπιναλόγκα του ασθενούς Επαμεινώνδα Ρεμουνδάκη, τριτοετούς φοιτητή της Νομικής, ο οποίος ιδρύει την «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας» και αγωνίστηκε τα χρόνια που ακολούθησαν για την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών. Ο Ρεμουνδάκης με το κλείσιμο της Σπιναλόγκας το 1957 νοσηλεύτηκε στο Λεπροκομείο της Αγ. Βαρβάρας.


«Ημασταν μαζί. Ηταν σπουδαίος άνθρωπος και η φοβερή αρρώστια τον είχε καταδικάσει σε τύφλωση και αποκοπή του χεριού...», λέει ο κ. Μαν. Φουντουλάκης, προσθέτοντας ότι δεν θα ξεχάσει ποτέ όσο ζει τα λόγια που του υπαγόρευσε και έγραψε: «Περπατώντας στον δρόμο της Σπιναλόγκας, σταμάτησε και κράτησε την αναπνοή σου. Από κάποιο χαμόσπιτο τριγύρω σου θα ακούσεις τον απόηχο από κάποιο μοιρολόγι μιας μάνας, μιας αδελφής ή τον αναστεναγμό ενός άνδρα. Αφησε δύο δάκρυα από τα μάτια σου και θα δεις να λαμπυρίζουν εκατομμύρια δάκρυα που πότισαν αυτόν τον δρόμο».


«Το βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ βάζει ταφόπλακα στην απομόνωση»

Με κέντρο αναφοράς τη Σπιναλόγκα, η Βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ έγραψε το μυθιστόρημα «Το Νησί», με το οποίο επιχειρεί να γκρεμίσει την κοινωνική προκατάληψη, το στίγμα του αρρώστου. Το βιβλίο, που έχει μεταφραστεί σε 14 γλώσσες, κάνει «θραύση» στις πωλήσεις που «ξεπερνούν» τις 850.000.


Η Βικτόρια, που έχει κερδίσει την αναγνώριση και την αγάπη των τοπικών φορέων, αλλά και των ανθρώπων του βιβλίου στην Κρήτη, τιμήθηκε από τον Δήμο Αγ. Νικολάου. Η ιδέα, όπως είπε, για να γράψει ένα βιβλίο για τη Σπιναλόγκα ξεκίνησε απλώς από ένα ταξίδι στην Κρήτη. Ενα απόγευμα κοίταξε έναν ταξιδιωτικό οδηγό και το μάτι της σταμάτησε στη λέξη «απομόνωση» που συνόδευε την περιγραφή της Σπιναλόγκας.


«Ηταν μια πρόκληση για μένα, πήγα με τη βαρκούλα και μόλις αντίκρισα το νησί συγκινήθηκα, η εικόνα του με συγκλόνισε», αναφέρει η συγγραφέας. Αυτό που περιγράφει και αποτυπώνεται εντονότερα στο «Νησί» είναι ο αγώνας για επιβίωση που έδιναν όσοι αναγκάζονταν να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους εκεί.


«Η Βικτόρια με το βιβλίο της βάζει "ταφόπλακα" στην απομόνωση, στην κοινωνική προκατάληψη και απόρριψη», λέει ο κ. Μαν. Φουντουλάκης, ενώ η ίδια τον χαρακτηρίζει ήρωα της ζωής, που πάλεψε και νίκησε. Ο κ. Μαν. Φουντουλάκης με μάτια βουρκωμένα και πόνο ψυχής λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ότι οι χανσενικοί δέχονταν διπλό ηθικό και σωματικό θανατηφόρο κτύπημα. Από τη μία, όπως εξηγεί, ήταν η νόσος και οι επιπτώσεις της στο ανθρώπινο σώμα και από την άλλη η σκληρή κοινωνική απόρριψη, το «στίγμα», η προκατάληψη. «Αυτό πάλεψα με κάθε τρόπο να αντικρούσω. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο έχει περιοριστεί κοινωνικά...», μας λέει.


Η παλιότερη ξένη δημοσιευμένη πηγή για το Λεπροκομείο είναι του 1928. Πρόκειται για το άρθρο «Σπιναλόγκα, Νησί των Λεπρών», στο γαλλικό περιοδικό «Ιλουστρασιόν», γραμμένο από τον Γάλλο δ/ντή του Ινστιτούτου Παστέρ της Τύνιδας Σαρλ Νικόλ, που επισκέφτηκε τη Σπιναλόγκα το 1927. Η έκθεση επιβεβαιώνει τις διασωθείσες μαρτυρίες των ασθενών της εποχής.

ΜΑΝΟΛΗΣ ΜΑΚΡΑΚΗΣ 


Σπάνια σ' ένα μνημείο μιλάει τόσο εύγλωττα η Ιστορία

Η ιστορία και ο πολιτισμός στο νησάκι της Σπιναλόγκας έγιναν ένα με το ανθρώπινο δράμα στο πέρασμα των χρόνων. «Σπάνια σ' ένα μνημείο η Ιστορία μιλά τόσο εύγλωττα από τα βάθη των αιώνων.


Σπάνια ένα μνημείο κουβαλά στα σπλάχνα του τη σφραγίδα της αρχαίας Ελλάδας, των Σαρακηνών, των Ενετών, των Τούρκων, των Νεοελλήνων», λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ο ερευνητής, συγγραφέας και εκπαιδευτικός Μανόλης Μακράκης, εκδότης του περιοδικού «Ελούντα» του πολιτιστικού συλλόγου της περιοχής.


Ο Μανόλης Μακράκης, που αποτέλεσε χρήσιμο συνεργάτη στο οδοιπορικό μας στην περιοχή, αναφέρει ότι «η Σπιναλόγκα είναι ακοίμητος φρουρός της αρχαίας Ολούντος, ορμητήριο Σαρακηνών πειρατών, εντυπωσιακό ενετικό φρουριακό συγκρότημα επάκτιων οχυρώσεων από το 1579, τουρκικός οικισμός μετά το 1715, τόπος κατοικίας χανσενικών (λεπρών) από το 1904 μέχρι το 1957.

Ετσι για τους παραπάνω λόγους η Σπιναλόγκα είναι κηρυγμένη ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, ως τόπος ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και ως αρχαιολογικός χώρος που προστατεύεται από την αρχαιολογική νομοθεσία».

NTOKOYMENTO: Δειτε τις ΠΡΩΤΕΣ φωτογραφιες των λεπρων απο το νησι της Σπιναλογκας!
Παρά τη βαριά μορφής ασθένεια τους, οι λεπροί βρήκαν τη δύναμη και το κουράγιο να στηθούν μπροστά στον φωτογραφικό φακό πριν από περίπου ένα αιώνα. Παρακάτω θα δείτε δύο από τις πρώτες φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στη Σπιναλόγκα, με τους ασθενείς να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο.
Το φωτογραφικό υλικό μάλιστα δεν είχε δημοσιευτεί αμέσως αλλά έπειτα από πολλά χρόνια!
Για την ιστορία, αξίζει να σημειωθεί ότι οι πρώτοι λεπροί εγκαταστάθηκαν στο νησί στις 13 Οκτωβρίου 1904 και σε αριθμό έφταναν τους 251 ασθενείς, εκ των οποίων οι 148 ήταν άντρες και οι 103 γυναίκες. Το λεπροκομείο έβαλε λουκέτο το 1957 και οι τελευταίοι ασθενείς μεταφέρθηκαν στην Αγία Βαρβάρα Ατιικής!


Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης: Ο Αρχάγγελος της Σπιναλόγκας

    Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης: Ο Αρχάγγελος της Σπιναλόγκας (video)
Ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, ήταν εικοσιενός ετών, τριτοετής φοιτητής της Νομικής, όταν το 1936 πληροφορήθηκε ότι πάσχει από την Νόσο του Χάνσεν. Λίγον καιρό πριν, η αδελφή του είχε οδηγηθεί στην Σπιναλόγκα χτυπημένη από την ίδια ασθένεια. Ο ίδιος εξαιτίας της ασθένειάς του, χρόνια αργότερα θα τυφλωθεί και θα χάσει το χέρι του. Όπως γράφει και σχολιάζει ο Ρεμουνδάκης στην ανέκδοτη αυτοβιογραφία του Αητός χωρίς φτερά, όταν έφτασε στην Σπιναλόγκα, η αδελφή του τον υποδέχθηκε λέγοντάς τουΚαλώς τον κι όχι καλώς όρισες. Αυτόν τον χαιρετισμό χρησιμοποιούσαν οι άρρωστοι στο νησί ... Η αδελφή του θα πεθάνει λίγα χρόνια αργότερα ...


Ο Ρεμουνδάκης, ένας απ' τους λίγους μορφωμένους ανθρώπους που υπήρχαν στο νησί, δεν ήταν διατεθειμένος να περιμένει μοιρολατρικά το τέλος της ζωής του, ζώντας ως ζωντανός νεκρός. Αγωνίστηκε για να καλυτερεύσει την ζωή των λεπρών και απαίτησε από την πολιτεία καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και νοσηλείας. Μια από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να ιδρύσει την Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας. Έφερε ασβέστη για να απολυμανθούν τα σπίτια και να φύγει η δυσοσμία που τρυπούσε τις μύτες και φύτεψαν δένδρα. Αποκτήθηκε ηλεκτρογεννήτρια και η Σπιναλόγκα απέκτησε ρεύμα, πριν ακόμη κι από την Πλάκα που βρισκόταν απέναντι και στον έξω κόσμο.


Διοργάνωσε υπηρεσία καθαριότητας των εξωτερικών και κοινόχρηστων χώρων και χάρις σ' αυτόν, το νησί απέκτησε θέατρο, κινηματογράφο, καφενεία και κουρείο, ενώ τοποθετήθηκαν και μεγάφωνα στους δρόμους που έπαιζαν κλασική μουσική. Άρχισαν να ασκούνται επαγγέλματα, να λειτουργεί υποτυπώδες εμπόριο, δημιουργήθηκε σχολείο με δάσκαλο έναν λεπρό, ενώ είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, ότι άρχισε να εκδίδεται και σατιρικό έντυπο. Το πιο σημαντικό ίσως που πέτυχε ο Ρεμουνδάκης, ήταν η τόνωση του αισθήματος της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας. Έτσι, η ζωή των λεπρών άρχισε να θυμίζει κάτι από την προηγούμενη ζωή τους, ή όπως μαρτυρεί κι ένας μετέπειτα θεραπευμένος χανσενικός, ο Μανώλης Φουντουλάκης, Από μια στιγμή και μετά το νησί δεν ήταν το κολαστήριο. Ήταν ένα χωριό εγκλείστων, με τους καλούς, τους κακούς, τους τζαναμπέτηδες και τους ζαμανφουτίστες.


Το 1948, θα ανακαλυφθεί στην Αμερική το πρώτο φάρμακο για την αντιμετώπιση της λέπρας και σταδιακά η Σπιναλόγκα θα αδειάζει μέχρι και το 1957 που αποχώρησαν και οι τελευταίοι ασθενείς, οπότε και έκλεισε. Οι εναπομείναντες χανσενικοί που δεν είχαν θεραπευτεί ακόμη, μετακομίστηκαν στο λεπροκομείο της Αγίας Βαρβάρας στο Αιγάλεω (ή λοιμωδών νόσων, όπως επικράτησε να λέγεται), μεταξύ αυτών κι ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης. Κάποιοι ασθενείς, έστω και θεραπευμένοι, αντιμετώπιζαν με μεγάλη επιφύλαξη -και όχι αβάσιμα- την επιστροφή τους στο περιβάλλον που ζούσαν πριν μπουν στην Σπιναλόγκα, λόγω τουστίγματος που κουβαλούσαν, φοβούμενοι την κοινωνική απόρριψη.


Ο μόνος που λέγεται ότι αρνήθηκε πεισματικά να εγκαταλείψει το νησί, ήταν ένας λυράρης από το Ρέθυμνο, ο Αντώνης Παπαδάκης ή Καρεκλάς, ο οποίος παρ' ότι δεν ήταν ασθενής είχε αποφασίσει να ζήσει στην Σπιναλόγκα μαζί με τους λεπρούς. Εξακολουθούσε να ζει στο νησί, τρώγοντας αγριόχορτα και σαύρες, και παίζοντας τη λύρα του, έως ότου οι αρχές τον έφεραν με την βία πίσω στον πολιτισμό, αν και ίδιος προτίμησε την απομόνωση από τον κόσμο και εκφραζόταν μόνο με την μουσική του (η περίπτωσή του καταγράφηκε στην ταινία μικρού μήκους του 1968 Letzte Worte (Τελευταία λέξη) του Werner Herzog). Όπως λέγονταν, είχε τρελαθεί ...


Σήμερα, μετά από χρόνια εγκατάλειψης, η Σπιναλόγκα έχει χαρακτηριστεί ως αρχαιολογικός χώρος και διατηρητέο μνημείο, ενώ δέχεται επισκέψεις τουριστών κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, με πλοιάρια. Η Σπιναλόγκα έγινε περισσότερη γνωστή και στο εξωτερικό, όταν το 2001, η Βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ, μαθαίνοντας κατά τύχην για την ιστορία της Σπιναλόγκας, συγκλονισμένη έγραψε το μυθιστόρημα Το νησί, το οποίο μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες, ενώ μεταφέρθηκε και στην ελληνική τηλεόραση, ως ομώνυμη τηλεοπτική σειρά.