Ήρθε μέσα στη νύχτα
Ο AndrewMaggio, ένας κουρέας στην πόλη της Νέας Ορλεάνης, μόλις είχε λάβει το φύλλο πορείας του. Ηταν 22 Μαίου του 1918 και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν στο μυαλό όλων. Ο Αndrewδεν πολυήθελε να πάει στο στρατό, έτσι βγήκε έξω για να πιει το ίδιο βράδυ. Όταν επέστρεψε, λίγο πρίν τις 2στο σπίτι που μοιραζόταν με τον αδελφό του Jake, δεν παρατήρησε κάτι το περίεργο. Άλλωστε δεν ήταν και σε θέση να παρατηρήσει οτιδήποτε, πράγμα που σύντομα θα βασάνιζε το μυαλό του. Σε σύγκριση με το τι επρόκειτο να βιώσει, το φύλλο πορείας θα έμοιαζε με τσίμπημα κουνουπιού μπροστά σε δάγκωμα καρχαρία.
Το δωμάτιο του Jake και του Andrewήταν δίπλα στο σπίτι του παντρεμένου αδελφού τους JosephMaggio και της γυναίκας του Catherine. Όπως επισημαίνει ο RobertTallant, συγγραφέας και αναγνωρισμένη αυθεντία πάνω στον «Δολοφόνο με το Τσεκούρι», το πρωί της 23ης Μαϊου ο Jakeξύπνησε γύρω στις 4.00΄π.μ. Συνειδητοποίησε ότι τον είχαν ξυπνήσει απότομα θόρυβοι σαν βογγητά που έρχονταν από τη μεσοτοιχία με το δωμάτιο που κοιμόταν ο αδελφός του Joseph με την γυναίκα του. Ο Jakeσηκώθηκε και χτύπησε τον μεσότοιχο για να τραβήξει την προσοχή τους και να σταματήσουν αλλά δεν είχε αποτέλεσμα, έτσι χτύπησε πιό δυνατά. Ξανά, τίποτα.
Ανήσυχος πια ο Jake, προσπάθησε να ξυπνήσει τον Andrew, δυσκολεύτηκε όμως γιατί ο Andrew, ήταν μεθυσμένος. Τελικά τον σήκωσε και μαζί αποτόλμησαν να πάνε στο σπίτι του Joseph όπου ξαφνιάστηκαν όταν βρήκαν σημάδια διάρρηξης. Το ξύλινο κομμάτι της πόρτας της κουζίνας είχε αφαιρεθεί με σκαρπέλο και ήταν πεσμένο στο έδαφος. Το σκαρπέλο ήταν παρατημένο πάνω του. Μπήκαν στο σπίτι από την κουζίνα προσπέρασαν το μπάνιο και έφτασαν στο υπνοδωμάτιο του Joseph. Αυτός ήταν στο κρεββάτι με τα πόδια του κρεμασμένα στο πλάϊ και η Catherine ήταν γερμένη πάνω του. Όταν ο Joseph είδε τα αδέλφια του προσπάθησε να σηκωθεί αλλά έπεσε κάτω απο το κρεββάτι. Έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει και είδαν ότι μετά βίας ήταν ζωντανός και είχε βαθιά ματωμένα τραύματα στο κεφάλι του. Η Catherineήταν ήδη νεκρή μέσα σε μια λίμνη αίματος. Κάλεσαν αμέσως την αστυνομία.
Ο αστυνομικός ArthurHatener ήταν ο πρώτος που έφθασε, ακριβώς πρίν το ασθενοφόρο, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Ο Joseph είχε εκπνεύσει. Όσο ο Hatener περίμενε ενισχύσεις ανέκρινε τους αδελφούς Maggio και ερευνούσε για στοιχεία.
Η εφημερίδα Times – Picayune δημοσίευσε την ιστορία πρωτοσέλιδο εκείνο το πρωί, μαζί με μια φωτογραφία του «θαλάμου του θανάτου», το υπνοδωμάτιο του σπιτιού όπου οι Maggio ζούσαν , πίσω από το κατάστημά τους. Παντρεμένοι 15 χρόνια, ήταν παντοπώλες και διατηρούσαν ένα μικρό κατάστημα με αίθουσα μπαρ, στη γωνία των οδών Upperline και Magnolia. Μετά την έρευνα του εγκλήματος η αστυνομία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βάρβαρη διπλή ανθρωποκτονία είχε γίνει λίγο πρίν το ξημέρωμα.
Ερευνώντας την ματωμένη σκηνή του εγκλήματος ο Ηatener ανακάλυψε ένα σωρό από αντρικά ρούχα στοιβαγμένα στη μέση του πατώματος στο μπάνιο. Στη μαντεμένια μπανιέρα βρήκε ακουμπισμένο ένα τσεκούρι. Απότι έδειχνε το είχαν ξεπλύνει βιαστικά από το αίμα, παρόλο που λίγο αίμα βρισκόταν ακόμη στη λεπίδα και στη μπανιέρα. (Στο GamboYa- Ya σύμφωνα με άρθρο σχετικό με τον «Δολοφόνο με το Τσεκούρι» , το τσεκούρι είχε βρεθεί κάτω από το σπίτι, ενώ στη HumanMonstersEveritt ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι ήταν στο κατώφλι της πίσω πόρτας).
Πίσω στο υπνοδωμάτιο, ο Hatener έκανε ακόμα μια ανακάλυψη: ένα ξυράφι σαν κι αυτά που χρησιμοποιούν οι κουρείς , βρισκόταν ματωμένο απάνω στο κρεβάτι. Από τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή του ο αστυνομικός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο δολοφόνος μπήκε στο σπίτι ξηλώνοντας ένα κομμάτι της ξύλινης πόρτας της κουζίνας με ένα σκαρπέλο. ‘Επειτα πήγε κατευθείαν στο υπνοδωμάτιο. Με το τσεκούρι χτύπησε την κα Maggio στο κεφάλι και μετά χρησιμοποίησε το ξυράφι για να κόψει το λαιμό της τόσο βαθιά, που το κεφάλι σχεδόν αποσπάσθηκε από το σώμα.Με το ίδιο τσεκούρι χτύπησε και τον JosephMaggio. Επειδή ο Joseph ήταν μισοπεσμένος από το κρεββάτι φαινόταν ότι ο δολοφόνος ίσως τον είχε χτυπήσει τελευταίο, με τη θέση όμως της Catherine πάνω του ίσως τα χτυπήματα να έγιναν με διαφορετική σειρά. Τα γεγονότα δεν ήταν ξεκάθαρα. Ηταν όμως φανερό ότι ο δολοφόνος είχε χρησιμοποιήσει και το ξυράφι πάνω στον Joseph πριν το πετάξει.Σύμφωνα με τον άμεσο υπόλογισμό του χρόνου θανάτου από τον ανακριτή, οι φόνοι έγιναν μεταξύ 2.00΄και 3.00΄π.μ.
Τα πτώματα μεταφέρθηκαν καθώς πλήθος ανθρώπων παρακολουθούσαν συγκεντρωμένοι έξω από το σπίτι. Μια γειτόνισσα πλησίασε τους αστυνομικούς για να πει ότι είχε δει τον Andrew έξω τα ξημερώματα. Ο Jake και ο Andrew συνελήφθησαν για να ανακριθούν. Την επόμενη ημέρα ο Jake αφέθηκε ελεύθερος ενώ ο Andrew παρέμεινε στη φυλακή. Στη συνέχεια η αστυνομία πιστοποίησε οτι το ξυράφι που είχε χρησιμοποιηθεί για να κόψει το λαιμό του Joseph και της Catherine, ανήκε στον Andrew. Ένας από τους υπαλλήλους του τον είχε δει τηνίδια μέρα να το παίρνει από το κουρείο του, στην οδό SouthRamport123 (ή οπως αναφέρει μια εφημερίδα στην οδο Camp). Φανερά νευρικός ο Andrew παραδέχτηκε οτι το είχε πάρει για να το επισκευάσει. Τα πράγματα ήταν γι αυτόν άσχημα, με δυο μαρτυρες και ένα αποδεικτικό στοιχείο να τον ενοχοποιούν.
Στις 26 Μαίου σε μια συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Times – Picayune φάνηκε πόσο είχε υποφέρει από τη σύλληψή του « Είναι τρομερό να κατηγορείσαι για τον φόνο του ίδιου του αδελφού σου όταν η καρδιά σου έχει γίνει κομμάτια από το θάνατό του. Τη στιγμή μάλιστα που ρπόκειται να πάω στον πόλεμο. Είχα πιεί πολύ εκείνο το βράδυ. Ήμουν πολύ μεθυσμένος για να ακούσω έστω και έναν θόρυβο από δίπλα.».
Αν και δεν το είχε αναφέρει προηγουμένως, είπε ότι είχε δει κάποιον άνδρα να μπαίνει στο σπίτι του αδελφού του γύρω στη 1:30΄ όταν επέστρεψε. Η αστυνομία δεν τον πίστεψε. Στο σπίτι του Joseph είχε βρεθεί το χρηματοκιβώτιο ανοιχτό και άδειο, πράγμα που έδειχνε ληστεία, όμως είχαν μείνει χρήματα κάτω από το μαξιλάρι του Joseph, στα συρτάρια, καθώς και η κοσμηματοθήκη της Catherine κάτω από το χρηματοκιβώτιο άθικτη. Ένα τενεκεδένιο μαύρο κουτί βρέθηκε άδειο σε μια γωνία. Τα αδέλφια του είπαν ότι ο Joseph κλείδωνε το χρημαυοκιβώτιο αλλά δεν υπήρχαν σημάδια παραβίασης στην πόρτα. Αυτοί που έκανα την έρευνα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το τσεκούρι ανήκε στα θύματα και ότι ο δολοφόνος γνώριζε το σπίτι καλά.
Ο ανακριτής εξέτασεπροσεκτικά τις πληγές των θυμάτων. Στην περίπτωση του Josephτο τσεκούρι ήταν το κυρίως όπλο που είχε χρησιμοποιθεί στη δολοφονία του. Του είχε σπάσει το κρανίο ενώ ο λαιμός της Catherine είχε κοπεί με ξυράφι πέρα για πέρα.
Λίγες μέρες μετά την ανακάλυψη των θυμάτων ο Andrew αφέθηκε ελεύθερος. Παρά τις μαρτυρίες δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία εναντίον του. Σύντομα, μια άλλη ανακάλυψη θα έδειχνε έναν διαφορετικό ύποπτο- κάποιον που έιχε διαφύγει από την αστυνομία προηγουμένως.
Το μαύρο χέρι
Περίπου ένα τετράγωνο μακριά από το μικρό παντοπωλείο που είχαν δολοφονηθεί οι Maggio, δύο αστυνομικοί βρήκαν ένα παράξενο μήνυμα γραμμένο με κιμωλία στο πεζοδρόμιο. Το μήνυμα έλεγε : « Η κυρία Maggio θα καθίσει απόψε όπως η κυρία Toney».(mrsMaggiowillsituptonightjustlikemrsToney).Το αντέγραψαν προσεκτικά (αν και άλλες πηγές αναφέρουν κάποια διαφοροποίηση στις λέξεις αντί για “justlike’’ λένε ‘justwright’’, τα ρεπορτάζ των εφημερίδων συμφωνούν με την πρώτη εκδοχή). Ο γραφικός χαρακτήρας έμοιαζε παιδικός και παρόλο που το σημείωμα φαινόταν σημαντικό στοιχείο, εκείνη τη στιγμή κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς να κάνει με αυτό. Κάποιοι είπαν ότι το έγραψαν συνεργοί για να προειδοποιήσουν το δολοφόνο ότι η κ. Μaggio θα ήταν σε επιφυλακή το βράδυ της επίθεσης. Μετά από ενδελεχή έρευνα, η αστυνομία τελικά εντόπισε κάποια πιθανή σύνδεση με προηγούμενα εγκλήματα στην περιοχή.
Το 1911, επτά χρόνια νωρίτερα, έγιναν δυό – τρία φρικτά εγκλήματα με τσεκούρι (οι απόψεις διίστανται αναλόγως με τα σχετικά αναγνώσματα: ένας αστυνομικός συγγραφέας ο MichaelNewton υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν αρχεία για τέτοια εγκλήματα. Υπάρχει όμως δημοσίευση σε εφημερίδα το 1918 βασισμένη στην περιγραφή συνταξιούχου αστυνομικού που είχε εμπλακεί στην έρευνα). Η αστυνομία υπέθεσε ότι στόχος των εγκλημάτων αυτών ήταν Ιταλοί παντοπώλες. Καθώς όλα τα δολοφονημένα ζευγάρια ήταν παντοπώλες, δολοφονήθηκαν με τσεκούρι ενώ κοιμόντουσαν στα κρεββάτια τους, οι πίσω πόρτες των σπιτιών τους είχαν τα ίδια σημάδια διάρρηξης (αφαίρεση ξύλου πόρτας με σκαρπέλο), φαινόταν να υπάρχει κάποιος σύνδεσμος αν και τα τρία περιστατικά παρέμειναν ανεξιχνίαστα. Σύμφωνα με αναφορές, οι οποίεςθα μπορούσαν να μην είναιτίποτα περισσότερο από λαΊκές φήμες, οι αστυνομικοί προβληματίστηκαν για τα ονόματα στο γραμμένο μήνυμα ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν κάποια συνδεση με τις υποθέσεις.
Σύμφωνα με τον Tallant το όνομα του πρώτου θύματος ήταν Cruti (χωρίς σύζυγο), του δεύτερου Rosetti (σκοτώθηκε με τη σύζυγό του) και του τρίτου Schiambra (επίσης σκοτώθηκε με τη σύζυγό του). Το όνομα του τελευταίου ήταν Tonyέτσι ο Tallant λέει οτι η αστυνομία αναρωτήθηκε πόση σχέση είχε το όνομα του τελευταίου θύματος με την κυρία “Toney” του μηνύματος με την κιμωλία. Ίσως τελικά ο στόχος να ήταν οι γυναίκες και όχι οι άντρες.
Δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι ο κόσμος να αρχίσει να μιλά για πιθανή σύνδεση με τη Μαφία. Αυτοί οι άνθρωποιήταν Ιταλοί και ίσως δεν είχαν πληρώσει τα «οφειλόμενα». Ίσως είχαν δανειστεί χρήματα και μετά δεν φάνηκαν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους. Ήταν γνωστό ότι η Μαφία έδινε «μαθήματα» σε ανθρώπους που έδειχναν τέτοιου είδους αυθάδεια. Λίγοι Ιταλοί πολίτες της Νέας Ορλεάνης ζήτησαν αστυνομική προστασία. Κάποιοι ψιθύριζαν για μια οργάνωση με την ονομασία «ΜΑΥΡΟ ΧΕΡΙ», μια ομάδα αποσπασμένη από τη Μαφία, που το 1911 εθεωρείτο υπεύθυνη γι αυτή την έξαρση των φόνων.
Υπήρχε μια εποχή που το οργανωμένο έγκλημα ήταν κυρίαρχη δύναμη στη Νέα Ορλεάνη μέχρι του σημείου να χυθεί πολύ αίμα. Το 1890 μία ομάδα δολοφόνων της Μαφίας, όπως πιστεύεται είχαν πυροβολήσει τον Διοικητή της Αστυνομίας DavidHennessy, όπως αναφέρει η GamboYa – Ya, μόλις λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι του. Υποτίθεται ότι είχε συλλάβει κάποιον επικεφαλής της Μαφίαςκαι είχε απειλήσει να εκθέσει τα εγκλήματα κάποιων άλλων στην επικείμενη δίκη.Έγιναν συλλήψεις υπόπτων αλλά στη δίκη τους οι ένορκοι απειλήθηκαν και δωροδοκήθηκαν, έτσι ένας ένας απαλάσσοταν. Το αποτέλεσμα εξαγρίωσε τους πολίτες της Νέας Ορλεάνης. Σχηματίστηκε ένας όχλος, έκαναν πορεία μέχρι τη φυλακή για να βρουν και να λυντσάρουν όσους από τους υπόπτους είχαν απομείνει μέσα, και λυντσάρισαν 11 άτομα που θεώρούσαν υπεύθυνα για το έγκλημα. Αυτό έγινε περισσότερο σαν αντίδραση προς το οργανωμένο έγκλημα παρά για την απόδοση δικαιοσύνης. Οι πολίτες είχαν κουραστεί να καταπιέζονται και οι εκλεγμένοιαξιωματούχοι τους να είναι διεφθαρμένοι ή όσοι δεν ήταν να διατρέχουν κίνδυνο για τη ζωή τους. Παρόλα αυτά το οργανωμένο έγκλημα παρέμεινε και το ΜΑΥΡΟ ΧΕΡΙ ήταν ακόμα μια μυστική οργάνωση το 1911. Είχε ονομαστεί έτσι γιατί έστελναν σεόσους δεν συμμορφώνονταν με τις απαιτήσεις τους, απειλητικά σημειώματα με τυπωμένο ένα μαύρο χέρι για τα φοβερά αντίποινα που επρόκειτο να υποστούν. Πολλοί Ιταλοί έδιναν μερίδιο από τα ημερομίσθιά τους σ΄αυτή την εγκληματική ομάδα και αν δεν το έκαναν παρενοχλούντο συνεχώς ακόμα και δολοφονούνταν. Υπήρχε η αντίληψη ότι το ΜΑΥΡΟ ΧΕΡΙ προσέφερε εκπαίδευση δολοφόνων σε όσους ορκίζονταν πίστη στην οργάνωση, ώστε να εκφοβίζουν αποτελεσματικά τους ανθρώπους. Ενώ πολλοί έλεγαν ότι το ΜΑΥΡΟ ΧΕΡΙ είχε συντριβεί μετά από μία σειρά δικών το 1907, η Ιταλική κοινότητα φοβόταν ότι υπήρχαν ακόμα ελεύθερα μέλη της οργάνωσης. Αφού ο φόνος των Maggio ήταν τόσο όμοιος με τη σειρά φόνων του 1911, υπήρξαν φήμες για αναβίωση του οργανωμένου εγκλήματος. Αυτές οι φήμες εντείνονταν και αυξάνονταν καθώς περισσότερα γεγονότα συνέβαιναν.
Η επόμενη επίθεση
Δυο εβδομάδες από τη δολοφονία των Maggioπέρασαν και ο κόσμος σιγά σιγά άρχισε να ησυχάζει. Τότε, τον Ιούνιο, (ο Newton λέει στις 28 Ιουνίου) ο JohnZanca πήγε να παραδώσει μια παραγγελία ψωμιού σε έναν πελάτη του, ιδιοκτήτη παντοπωλείου, τον LouisBesumer (ή Besemer). Βρήκε το κατάστημά του, στην γωνία των οδών Dorgenois και LaHarpe κλειδαμπαρωμένο. Αυτό ήταν ασυνήθιστο καθώς ο 59χρονος και Πολωνικής καταγωγής κος Besumer ξυπνούσε πάντα νωρίς περιμένοντας το ψωμί.
Ο Zanca πήγε γύρω από το σπίτι και χτύπησε την πλαϊνή πόρτα. Ησύχασε όταν άκουσε από μέσα κινήσεις. Τότε ο Besumer άνοιξε την πόρτα και ο Zanca είδε σοκαρισμένος ότιτο πρόσωπό του ήταν γεμάτο αίματα. Ο Besumer του είπε ότι κάποιος του είχε επιτεθεί και με τρεμάμενο χέρι έδειξε προς το υπνοδωμάτιο. Ο Zanca πήγε να κοιτάξει και βρήκε την γυναίκα του Besumer (η οποία αποδείχθηκε οτι ήταν η ερωμένη του) στο κρεβάτι σκεπασμένη με ένα σεντόνι βουτηγμένο στο αίμα. Είχε μία φρικτή πληγή στο κεφάλι και ματωμένα ίχνη οδηγούσαν από το κρεββάτι σε μια κουρελιασμένη περούκα.
Ο Zanca ήθελε να καλέσει την αστυνομία αλλά ο Besumer προσπάθησε να τον σταματήσει θέλοντας να καλέσει αντί για την αστυνομία τον προσωπικό του γιατρό. Ωστόσο ο Zanca ήρθε σε επαφή με την αστυνομία και ζήτησε ασθενοφόρο και για τα δύο θύματα.
Για ακόμη μια φορά, οι ερευνητές της αστυνομίας βρήκαν ότι η είσοδος είχε γίνει στο σπίτι από την παραβιασμένη πίσω πόρτα (πάλιένα κομμάτι από την ξύλινη πόρτα είχε βγεί με ένα σκαρπέλο), και για ακόμη μια φορά ένα σκουριασμένο τσεκούρι ήταν το φονικό όπλο. Ανήκε στον Besumer και βρέθηκε στο μπάνιο. Ο Besumer ωστόσο δεν ήταν Ιταλός και ζούσε στην πόλη εδώ και τρεις μήνες μόνο. Παρά το γεγονός ότι ήταν ζωντανός και είχε τις αισθήσεις του δεν μπορούσε να περιγράψει ούτε την επίθεση ούτε τον δράστη. Το άλλο θύμα η AnnaHarrietLoweμεταφέρθηκε στο νοσοκομείο.
Οι υποψίες έπεσαν σε κάποιον μαύρο που είχε προσλάβει ο Besumer την προηγούμενη εβδομάδα. Συνελήφθη αλλά παρόλο που έπεσε σε αντιφάσεις, τον άφησαν ελεύθερο.
Η Anna πριν υποκύψει στα τραύματά της είπε διάφορες ιστορίες. Πρώτα είπε ότι της είχεεπιτεθεί ένας μιγάς (mulatto). Ύστερα άλλαξε την ιστορία της και κατηγόρησε τον Besumer ότι τη χτύπησε με μία αξίνα και ότι ήταν μέλος μιας Γερμανικής συνωμοσίας-ότι στην πραγματικότητα δηλαδή αυτός ήταν κατάσκοπος. Εκείνη την εποχή με την αδημονία για τον πόλεμο στα ύψη, μια τέτοια ιστορία έγινε αμέσως πιστευτή. Οι εφημερίδες δημοσίευσαν παραμύθια για μπαούλα που είχαν βρεθεί στο σπίτι του Besumer γεμάτα μυστικά έγγραφα, για το κατάστημά του ότι ήταν «βιτρίνα» για τις υποθέσεις του και ότι είχε επιστολές γραμμένες στα Γερμανικά, τα Ρωσικά και τα Yiddish. Ότι είχε επίσης οπιούχα σκευάσματα και ένας γείτονας είπε ότι αυτός και η σύζυγός του ήταν ναρκομανείς.Οι Ομοσπονδιακές Αρχές ανέλαβαν την έρευνα αλλά η τοπική αστυνομία αναρωτιόταν μήπως το αποξενωμένο ζευγάρι έλεγαν απλώς πράγματα για να πληγώσουν ο ένας τον άλλον.
Όταν ο Besumer βγήκε από το νοσοκομείο παραδέχτηκε ότι η Anna δεν ήταν νόμιμη σύζυγός του παρ’όλο που ζούσαν μαζί. Έπειτα ζήτησε να του ανατεθεί η έρευνα της υπόθεσής του. Αυτό δημιούργησε υποψίες στην αστυνομία, αφού ο Besumerήτανπαντοπώλης και όχι αστυνομικός. Ήταν φανερό γι’ αυτούς ότι κάτι ήθελε να αποσιωπήσει. Άρχισαν να σκέφτονται ότι η επίθεση ήταν το αποτέλεσμα μιάς ιδιωτικής οικιακής βίαιης διαμάχης και ότι ο Besumer είχε απλά επινοήσει την ιστορία της επίθεσης. Αν και η λήψη αποτυπωμάτων ήταν γνωστή στις αστυνομικές έρευνες εκείνη την εποχή, κανείς δεν είχε πάρει αποτυπώματα ούτε από το σπίτι του Besumer ούτε από το σπίτι των Maggio. Δεν υπάρχει αναφορά για το τι έκαναν με τα ματωμένα ίχνη ποδιών αν και κάποια στιγμή και η Lowe και ο Besumer παραδέχθηκαν ότι περπάτησαν στο πάτωμα μετά την επίθεση που δέχτηκαν.
Συνέλαβαν τον Besumerγια φόνο. Δεν ήταν όμως αυτός ο Δολοφόνος με το Τσεκούρι.
Η σκοτεινή φιγούρα
Δύο μήνες μετά το περιστατικό με τον Besumer, στις 5 Αυγούστου (την ίδια μέρα που η AnnaLowe πέθανε), ένας επιχειρηματίαςο EdwardSchneider είχε μείνει να δουλέψει μέχρι αργά στο γραφείο του. Επέστρεψε στο σπίτι του εκείνο το βράδυ περιμένοντας την έγκυο γυναίκα του να τον προϋπαντήσει στην πόρτα. Περίμεναν σύντομα το μωρό τους και ήθελε να είναι εκεί κι αυτός για να της συμπαραστέκεται. Όταν όμως άνοιξε την πόρτα το σπίτι ήταν υπρβολικά ήσυχο. Φώναξε τη γυναίκα του αλλά δεν πήρε απάντηση.
Με την αυξανόμενη ανησυχία, έψαξε όλο το απίτι ώσπου έφτασε στο υπνοδωμάτιο. Εκεί, πάνω στο κρεββάτι ήταν ξαπλωμένη η γυναίκα του. Ήταν γεμάτη αίματα, με μια χάσκουσα πληγή στο κεφάλι της και της έλειπαν και μερικά δόντια. Ο Edward έτρεξε προς το μέρος της και διαπίστωσε ότι ήταν ακόμα ζωντανη, έτσι κάλεσε την αστυνομία και το ασθενοφόρο.
Η κυρία Schneider έμεινε στο νοσοκομείο λίγες μέρες σε κρίσιμη κατάσταση, τελικά όμως ανέκτησε τις αισθήσεις της. Όταν την ανέκριναν πιεστικά, δεν μπόρεσε να θυμηθεί πολλές λεπτομέρειες από την επίθεση. Εξήγησε ότι είχε αποκοιμηθεί και όταν ξύπνησεείδε μια σκοτεινή φιγούρα να σκύβει απειλητικά από πάνω της. Ύστερα, έπεσε το τσεκούρι και αυτά ήταν όλα όσα θυμόταν.
Ευτυχώς, η επίθεση δεν επηρέασε την εγκυμοσύνη της. Έμεινε στο νοσοκομείο καΙ,μια εβδομάδα αργότερα, γέννησε ένα υγιές κοριτσάκι.
Όταν οι εφημερίδες δημοσίευσαν την ιστορία, σκόρπισαν το φόβο στον πληθυσμό ρωτώντας στους τίτλους τους με κεφαλαία γράμματα: «ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΝΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΜΕ ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΣΤΗ ΝΕΑ ΟΡΛΕΑΝΗ;» Τσεκούρια και σκαρπέλα βρέθηκαν έξω από τα σπίτια αρκετών ανθρώπων, και πολλοί ισχυρίζονταν ότι είχαν εκφοβίσει και διώξει κάποιον πιθανό εισβολέα.
Πέντε ημέρες μετά την επίθεση κατά των Schneider, στις 10 Αυγούστου, άλλη μια γυναίκα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια σκοτεινή φιγούρα στο σπίτι της. Η Paulineκαι η MaryBruno ξύπνησαν νωρίς εκείνο το πρωί από δυνατά υπόκωφα χτυπήματα που ακούγονταν από το δωμάτιο του θείου τους Joseph. Η Pauline ανασηκώθηκε και είδε την ψηλή,σκοτεινή φιγούρα ακριβώς εκεί, στο δωμάτιό της, να στέκεται πάνω από το κρεββάτι της (ή βγήκε έξω στο χώλ και τον ειδε εκεί) κι έτσι ούρλιαξε. Όποιος κι αν ήταν ο ψηλός άνδρας, γύρισε και έφυγε από το σπίτι. Το κορίτσι αργότερα είπε ότι έμοιαζε σαν να είχε φτερά. «ήταν φοβερά γρήγορος» είπε σε έναν δημοσιογράφο.
Με την κραυγή της, ο JosephRomano πήγε στο δωμάτιό της (ή εκείνη πήγε στο δικό του) όμως δεν ήταν σε κατάσταση να της προσφέρει βοήθεια. Το νυχτικό του ήταν γεμάτο αίμα από βαθιές πληγές στο πρόσωπό του. «Δεν ξέρω ποιός το έκανε» είπε στην Pauline. Δίνοντάς της οδηγίες να καλέσει το Νοσκομείο Charity με την τελευταία του ανάσα, κατέρρευσε στο πάτωμα και πέθανε δυο μέρες (ή μισή ώρα) αργότερα.
Κατοπιν ερευνών, λένε οι BrianLane και WilfredGregg, βρήκαν ένα κομμάτι της πόρτας να είναι βγαλμένο με σκαρπέλο και ένα τσεκούρι παρατημένο στην αυλή. Ωστόσο ο Romano αν και ήταν Ιταλός δεν ήταν παντοπώλης αλλά κουρέας και το δωμάτιό του έμοιαζε λεηλατημένο.
Τώρα οι άνθρωποι στη Νέα Ορλεάνη ήταν τρομοκρατημένοι. Ήταν φανερό ότι κυκλοφορούσε ελεύθερος ένας δολοφόνος που κατάφερνε να μπαίνει στα απίτια των ανθρώπων ενώ κοιμόνταν. Οι πολίτες επαγρυπνούσαν για μυστηριώδεις φιγούρες, και οι αναφορές πλημμύρισαν τα γραφεία της αστυνομίας. Υποτίθεται ότι τον είχαν δει σε όλη την πόλη. Ένας άνδρας, παντοπώλης, βρήκε ένα σκαρπέλο για ξύλο έξω από την πόρτα του. Ένας άλλος ανέφερε ότι από την πόρτα του έλειπε ένα κομμάτι ξύλο και ότι βρήκε ένα τσεκούρι στην αυλή. Ένας άλλος, επειδή άκουσε θόρυβο, πυροβόλησε από τη μέσα μεριά της πόρτας, και όταν ήλθε η αστυνομία βρήκε πελεκημένη την πίσω πόρτα.
Ωστόσο, με δεδομένη τη ροπή των κατοίκων της Νέας Ορλεάνης για φανταστικές ιστορίες, ήταν δύσκολο για τους ερευνητές να προσδιορίσουν ποιός έλεγε την αλήθεια και ποιός απλώς ζητούσε την προσοχή τους. Άκουσαν ακόμα ότι ο «Δολοφόνος με το Τσεκούρι» κυκλοφορούσε ντυμένος σαν γυναίκα.
Απ’ όσο μπορούσαν να προσδιορίσουν, ο εισβολέας δεν άφησε αποτυπώματα (δεν διευκρινίζεται από τις διηγήσεις άν χρησιμοποίησαν μεθόδους σήμανσης η απλά έψαξαν για αποτυπώματα δια γυμνού οφθαλμού) και δεν υπήρχε συσχετισμός ανάμεσα στα θύματα. Φαινόταν ότι είχαν επιλεχθεί τυχαία. Οι περισσότεροι, αλλά όχι όλοι, ήταν παντοπώλες. Η αστυνομία διερωτάτο άν όλο αυτό ήταν έργο ενός μόνο «ανώμαλου» η κάποιων διαφορετικών ανθρώπων. Ένας αστυνομικός είχε μια θεωρία.
Τζέκυλ και Χάυντ
Το 1886 ο Σκώτος συγγραφέας RobertLouisStevenson είχε δημοσιεύσει την ιστορία ενός επιφανούς πολίτη, που παίρνοντας ένα μυστικό ελιξήριο μεταμορφώνεται σε έναν μαινόμενο παράφρονα. Εμπνευσμένη από ένα όνειρο, η ιστορία ακολουθεί τις επιθέσεις του τέρατος. Κανείς δεν υποψιάζεται τον DrJekyll, ο οποίος είναι στην πραγματικότητα ο ένοχος, αφού κατά τα φαινόμενα, είναι ένας φυσιολογικός επιστήμονας. Το μικρό αυτό βιβλίο δημιούργησε παγκόσμια αίσθηση και πάνω από έναν αιώνα αργότερα αποτελεί ακόμα σημείο αναφοράς όταν οι ερευνητές θέλουν να περιγράψουν κάποιον που φαίνεται να λειτουργεί με δύο αντίθετες προσωπικότητες – μία καλή και την άλλη κακή. Είχαν ακούσει γι΄αυτό και στη Νέα Ορλεάνη.
Ο ντετέκτιβ JosephDantonio, ο οποίος είχε ερευνήσει τις δολοφονίες με το τσεκούρι το 1911 και αμέσως μετά συνταξιοδοτήθηκε, έκανε κάποια αναφορά σε αυτόν τον τύπο ανθρώπου όταν έδωσε συνέντευξη σε τοπικές εφημερίδες.
«Οι σπουδαστές εγκληματολογίας», είπε, «έχουν επιβεβαιώσει ότι ένας εγκληματίας του τύπου της διπλής προσωπικότητας, μπορεί να είναι ένας αξιοσέβαστος και νομιμόφρων πολίτης. Έπειτα ξαφνικά, τον καταλαμβάνει η παρόρμηση να σκοτώσει και πρέπει να υπακούσει». Σύμφωνα με το συλλογισμό του Dantonio, η πρόσφατη έξαρση των επιθέσεων συνδεόταν με αυτές που ο ίδιος είχε ερευνήσει. Πίστευε ότι ο άνδρας αυτός θα μπορούσε να ζει αξιοσέβαστα για μια δεκαετία και ύστερα ξαφνικά είχε πάλι την παρόρμηση. Ότι αυτό σήμαινε για τους ανθρώπους που ακολουθούσαν αυτή τη γραμμή σκέψης, ήταν ότι ο δολδοφόνος ήταν λιγο – πολύ αόρατος, ζώντας και δουλεύοντας δίπλα ακριβώς από τα εν δυνάμει θύματά του, και κανείς δεν θα μάθαινε τίποτα περισσότερο. Στην πραγματικότητα, φαινόταν κάτι το υπερφυσικό στην ικανότητά του να μπαινοβγαίνει σε μέρη, ακόμα και να τον βλέπουν τα θύματά του χωρίς να μπορούν να θυμηθούν σαφείς λεπτομέρειες. Δεν ήταν δυνατόν να πάνε να συλλάβουν «μια σκοτεθνή, απειλητική φιγούρα». Ωστόσο, δεν εμφανίστηκε την υπόλοιπη χρονιά. Οι κάτοικοι της πόλης τελικά επανήλθαν στις φυσιολογικές τους δραστηριότητες. Μήνες πέρασαν χωρίς αναφορά του «Δολοφόνου με το Τσεκούρι». Οι άνθρωποι αναρωτιόνταν αν είχε φύγει από την περιοχή ή αν η δολοφονική του ατζέντα είχε συμπληρωθεί. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε και οι σκέψεις τους πήγαν σε άλλα προβλήματα. Σύντομα θα ανακάλυπταν ότι τα συμπεράσματά τους σχετικά με τον τοπικό τους δολοφόνο ήταν λαναθασμένα.
Δολοφόνος-μιμητής ή λάθος αναγνώριση;
Όλα ξανάρχισαν την Δευτέρα, 10 Μαρτίου 1919, αυτή τη φορά όμως ήταν στην απέναντι μεριά του ποταμού, στο Gretna, ένα προάστιο μεταναστών. Σύμφωνα με τον Tallant, από ένα σπίτι στη γωνία των οδών Jefferson και Second, ακούστηκαν κραυγές. Ένας γείτονας, ο IorlandoJordano ( ή Jourdano), έτρεξε να βοηθήσει και βρέθηκε μπροστά σε μιά φοβερή σκηνή. (οι εφημερίδες δημοσίευσαν ότι πελάτες του παντοπωλείου – δυο παιδιά – βρήκαν τα θύματα και ότι δεν ακούστηκαν κραυγές).
Η κυρία RosieCortimiglia, άσχημα τραυματισμένη, κρατούσε στα χέρια της ένα νεκρό δίχρονο κοριτσάκι, την κόρη της Mary. Ο σύζυγός τηςCharles, ένας παντοπώλης, ήταν πεσμένος σε μια λίμνη αίματος στο πάτωμα. ΗRosie είπε ότι τους επιτέθηκαν ενώ κοιμοντουσαν. Το νεκρό μωρό της κοιμόταν στην αγκαλιά της και σκοτώθηκε από ένα μοναδικό χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Αν και ο Charles είχε συμπλακεί με τον δράστη, οι γείτονες είπαν ότι δεν άκουσαν τίποτα.
Η αστυνομία «χτένισε» το σπίτι και την περιοχή γύρω από αυτό, αλλά για ακόμη μια φορά δεν βρήκαν αποδεικτικά στοιχεία. Όπως συνήθως, ένα κομμάτι ξύλο είχε πελεκηθεί και είχε αφαιρεθεί από την πόρτα της κουζίνας, και φαινόταν ότι ο δράστης είχε στοιβάξει ξύλα δίπλα στο φράχτη για να διευκολύνει τη διαφυγή του. Αργότερα η αστυνομία έψαξε για αποτυπώματα και δεν βρήκε κανένα, εντόπισαν όμως ένα ματωμένο τσεκούρι πίσω από ένα σκαλί στη κουζίνα. Τα χρήματα που υπήρχαν στο υπνοδωμάτιο δεν είχαν κλαπεί, έτσι δεν φαινόταν η ληστεία να είναι το κίνητρο. Ο ανακριτής είπε ότι η επίθεση ήταν έργο κάποιου μανιακού.
Όταν η RosieCortimiglia ανέρρωσε από τις πολυάριθμες πληγές της,στις οποίες περιλαμβάνονταν πέντε κοψίματα στο κεφάλι, ήταν έτοιμα να κατηγορήσει κάποιους. Ο Frank και οIorlandoJordano γιός και πατέρας που ήταν γείτονες και ανταγωνιστές επαγγελματικά με τον Charles, συνελήφθησαν. Ο Iorlando ήταν ο άνθρωπος που είχε τρέξει να βοηθήσει (λέει ο Tallant), και τώρα ήταν ένας από τους κατηγορούμενους. Δυστυχώς, είχε καταθέσει λίγες μέρες πρίν στον ανακριτή ότι είχε μια διαίσθηση ότι κάτι κακό επρόκειτο να συμβεί στον γείτονά του. Ο Charles είχε πει ότι του είχε επιτεθεί ένας λευκός άνδρας και είχε κατονομάσει τον FrankJordano σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων εκείνη την εποχή, αν και αρκετοί συγγραφείς επιμένουν ότι αμφισβήτησε την κατηγορία της γυναίκας του και άφησε και την ίδια ξεκρέμαστη.
Εν πάσει περιπτώσει, η μαρτυρία της Rosie κατά των δύο ανδρών στη δίκη τους ήταν τόσο πειστική ώστε και οι δύο καταδικάστηκαν-παρά το ότι ο μεγαλόσωμος και βαρύς Frank δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει περάσει από την τρύπα στην πόρτα της κουζίνας, και ότι ο Charles (αν και ήταν πραγματικά ακόμα ζωντανός) δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει στο δικαστήριο ως τον εισβολέα. Ακόμα κι ένας μάρτυρας κατέθεσε ότι η Rosie είχε δηλώσει αμέσως μετά την επίθεση ότι ο ίδιος της ο σύζυγος το είχε κάνει (αλλά ήταν προφανές ότι δεν θα μπορούσε να έχει προκαλέσει ο ίδιος τις πληγές στο κεφάλι του). Τελικά, ο Frank καταδικάστηκε σε θάνατο και ο πατέρας του καταδικάστηκε σε ισόβια.
Ακόμα και τότε που η έρευνα βρισκόταν σε αρχικά στάδια, συνέβη ένα γεγονός το οποίο μπορεί ίσως να συνδεθεί με αυτή τη σεειρά των επιθέσεων. Τρείς μέρες μετά την επίθεση εναντίον των Cortimiglia, ο εκδότης της εφημερίδας Times – Picayune έλαβε μία επιστολή θα συνέδεε τον Δολοφόνο με το Τσεκούρι στο μυαλό μερικών ανθρώπων, με μια σειρά εξίσου διαβόητων σφαγών.
Από την Κόλαση
Στο Λονδίνο το 1888, για μία περίοδο δέκα εβδομάδων, ένας άνδρας δολοφονούσε με βάρβαρο τρόπο πόρνες, συχνά κόβοντας κομμάτια τους για να τα πάρει μαζί του. Δεν αναγνωρίσθηκε ποτέ ποιος είναι και δεν συνελήφθη ποτέ αλλά αρκετές επιστολές έφταναν στην αστυνομία την περίοδο αυτών των φόνων, μία από τις οποίες είχε την υπογραφή «Τζακ ο Αντεροβγάλτης». Κάποια άλλη επιστολή που λέγεται ότι περιείχε ένα κομμάτι νεφρού κάποιου από τα θύματα, ήταν ανυπόγραφη. Απλώς έλεγε «ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ» και υποσχόταν περισσότερη βία.
Τώρα, φαινόταν ότι ο Δολοφόνος με το Τσεκούρι είχε γράψει ένα παρόμοιο μήνυμα. Η επιστολή αναδημοσιεύεται εξ ολοκλήρου στο βιβλίο του Τallant, στην Gambo Yaya και στο μυθιστόρημα της JulieSmith «Η τζαζ του Δολοφόνου με το Τσεκούρι»(πήρε αυτόν τον τίτλο από ένα αστείο τραγουδάκι της εποχής).
Με ημερομηνία 13 Μαρτίου 1919 η επιστολή έγραφε:
“Αξιότιμε θνητέ,
Δεν με έχουν πιάσει ποτέ και ποτέ δεν θα με πιάσουν. Δεν με έχουν δει ποτέ γιατί είμαι αόρατος, όπως ο αιθέρας που περιβάλλει τη γη σας. Δεν είμαι ανθρώπινο oν, αλλά ένα πνεύμα και ένας πεπτοκώς δαίμων από την πιο καυτή κόλαση. Είμαι αυτός που εσείς οιανόητοι κάτοικοι της Νέας Ορλεάνης και η αστυνομία αποκαλούν «Ο Δολοφόνος με το Τσεκούρι».
Όταν νιώσω έτοιμος θα γυρίσω ξανά και θα διεκδικήσω κι άλλα θύματα. Εγώ μόνον γνωρίζω ποιοι θα είναι. Δεν θα αφήσω κανένα στοιχείο εκτός από το ματωμένο μου τσεκούρι, βουτηγμένο στα μυαλά και το αίμα αυτού που έστειλα κάτω για να μου κάνει παρέα.
Αν θέλεις μπορείς να πεις στην αστυνομία να μη με εξαγριώνει. Βεβαίως είμαι ένα λογικό πνεύμα. Δεν με προσβάλλει ο τρόπος που έκαναν τις έρευνές τους στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα ήταν τόσο απόλυτα βλάκες που διασκέδασαν όχι μόνο εμένα αλλά και την αυτού Σατανική Εξοχότητα, τον FrancisJosef κ.λ.π. π. Πέςτους όμως να προσέχουν. Ας μη προσπαθήσουν να ανακαλύψουν ποιος είμαι, γιατί θα είναι καλύτερα να μην είχαν γεννηθεί ποτέ παρά να προκαλέσουν την οργή του Δολοφόνου με το Τσεκούρι. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται τέτοια προειδοποίηση, γιατί νιώθω ότι η αστυνομία θα λουφάρει όπως και παλιά. Είναι ξύπνιοι και ξέρουν πως να μείνουν μακριά από κάθε κακό.
Αναμφισβήτητα, εσείς οι κάτοικοι της Νέας Ορλεάνης με θεωρείτε ειδεχθή δολοφόνο, πράγμα το οποίο είμαι, αλλά θα μπορούσα να είμαι πολύ χειρότερος αν ήθελα. Αν ήθελα, θα μπορούσα να επισκέπτομαι την πόλη σας κάθε βράδυ. Θα μπορούσα να σφάζω κατά βούληση χιλιάδες από τους καλύτερους πολίτες σας, γιατί είμαι στενός συγγενής του Άγγελου του Θανάτου.
Τώρα για να είμαι ακριβής, στις 12:15 (γήινη ώρα) την επόμενη Τρίτη το βράδυ, πρόκειται να επισκεφθώ ξανά τη Νέα Ορλεάνη. Με το ατελείωτο έλεός μου θακάνωσε σας τους ανθρώπους μια πρόταση. Ιδού η πρότασή μου.
Μου αρέσει πολύ η μουσική τζαζ και ορκίζομαι σε όλους τους δαίμονες της κόλασηςότι θα χαρίσω τη ζωή σ΄αυτούς που στα σπίτια τους θα παίζει δυνατά μουσική τζαζ την ώρα που ανέφερα. Αν όλοι ακούτε μια μπάντα τζαζ, λοιπόν τόσο το καλύτερο για σας, άνθρωποι. Ένα πράγμα είναι βέβαιο κι αυτό είναι πως κάποιοι από όσους δεν ακούν τζαζ την Τρίτη το βράδυ (αν υπάρχει κανένας) θα συναντήσουν το τσεκούρι μου.
Λοιπόν, επειδή κρυώνω και αναπολώ την σπιτική ζεστασιά στα Τάρταρα,και επειδή είναι ώρα να αφήσω την γήινη κατοικία σας σταματώ τη συζήτηση εδώ. Ελπίζοντας ότι θα δημοσιευτεί η επιστολή μου, και ότι όλα θα πάνε καλά με σας, είμαι και θα είμαι το χειρότερο πνεύμα που έχει υπάρξει ποτέ είτε στην πραγματικότητα είτε στο βασίλειο της φαντασίας.
Ο Δολοφόνος με το Τσεκούρι”
Είτε ήταν φάρσα είτε ήταν αλήθεια, οι άνθρωποι πήραν την επιστολή στα σοβαρά. Λέγεται ότι ενώ οι κάτοικοι του BigEasy (ονομασία της Νέας Ορλεάνης) ψάχνουν ευκαιρία για διασκέδαση, δεν έχει γίνει ποτέ πιο θορυβώδης, πιό δραστήριο βράδυ από αυτό το βράδυ του Αγίου Ιωσήφ, στις 19 Μαρτίου. Ένας οικοδεσπότης δημοσίευσε μια πρόσκληση για τον «Δολοφόνο με το Τσεκούρι», με την υπόσχεση ξεφαντώματος αλλά επιμένοντας να συμμορφωθεί με το πρωτόκολλο. Θα μπορούσε να μπεί από το ανοιχτό παράθυρο του μπάνιου, αλλά θα μπορούσε να αφήσει ήσυχη την πόρτα της κουζίνας;
Κανείς δεν δολοφονήθηκε εκείνη τη νύχτα.
Εκείνη περίπου την εποχή, ο LouisBesumer πέρασε από δίκη όμως τώρα που ο πόλεμος είχε τελειώσει, κανέναν δεν ενδιέφερε αν ήταν κατάσκοπος. Ο ανακριτής κατέθεσε ότι μόνο ένας άνδρας πολύ πιο δυνατός από τον Besumer θα μπορούσε να έχει επιφέρει στον εαυτό του τα τραύματα που είχε ο Besumer, κι έτσι οι ένορκοι δεν χρειάστηκαν παρά δέκα λεπτά για να τον απαλλάξουν από την κατηγορία της δολοφονίας της συντρόφου του.
Έπειτα, στις 10 Αυγούστου, άλλος ένας Ιταλός παντοπώλης υπέφερε μια δοκιμασία. Ενώ κοιμόταν, ο SteveBocaχτυπήθηκε με τσεκούρι. Παραπατώντας έφτασε από το σπίτι του στο σπίτι κάποιου φίλου του για να ζητήσει βοήθεια. Αν και ο Boca ανέρρωσε, δεν θυμόταν λεπτομέρειες από την επίθεση. Από την πόρτα του είχαν βγεί με σκαρπέλο κάποιες σανίδες και το τσεκούρι βρέθηκε στην κουζίνα του. Δεν είχαν πάρει τίποτα από το σπίτι.
Μετά από τρείς εβδομάδες στις 3 Σεπτεμβρίου, ο Δολοφόνος με το Τσεκούρι (ή κάποιος) κατάφερε να μπεί στο σπίτι της SarahLaumann, όμως όχι από παραβιασμένη πόρτα. Ηδεκαεννιάχρονη κοπέλλα βρέθηκε αναίσθητη στο κρεβάτι της, με πολλαπλά τραύματα στο κεφάλι της. Ένα ματωμένο τσεκούρι βρέθηκε έξω από ένα ανοιχτό παράθυρο.
Το επόμενο θύμα ήταν ο MikePepitone στις 27 Οκτωβρίου. Τις πρώτες πρωϊνές ώρες, η γυναίκα του άκουσε συμπλοκή από το δωμάτιο του άντρα της, το οποίο επικοινωνούσε με το δικό της. Όρμησε μέσα και σχεδόν συγκρούστηκε με έναν άνδρα που έφευγε τρέχοντας από τη σκηνή του εγκλήματος. Ο Mike ήταν ξαπλωμένος μέσα στο δικό του αίμα, και το όπλό της επίθεσης ήταν εμφανώς ένα τσεκούρι. Ήταν αφημένο στο πίσω μέρος του σπιτιού στο πίσω κατώφλι. Για ακόμα μία φορά, μια σναίδα είχε αποκοπεί από την πόρτα.
Η κόρη τους έτρεξε να ειδοποιήσει την αστυνομία, και κάλεσε τονβοηθό BenCorcoran, ο οποίος βρήκε την κα Pepitone να στέκεται πάνω από τον σύζυγό της «Φαίνεται πως ο Δολοφόνος με το τσεκούρι ήταν εδώ και δολοφόνησε τον Mike», ήταν το σχόλιό της. Μετέφεραν το θύμα στο Νοσοκομείο Charity όπου και πέθανε.
Η κα Pepitone ισχυρίστηκε ότι είχε δεί δύο άνδρες μέσα στό σπίτι της, όχι μόνον ΄ένα, ακαί ότι και οι δύο ήταν μεγαλόσωμοι. Αφού είχαν επιτεθεί στον σύζυγό της και δύο το έσκασαν, χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους. Περιέργως, την ώρα της επίθεσης μέσα στο σπίτι βρίσκονταν οκτώ άτομα, ωστόσο οι δράστες δεν πτοήθηκαν από το γεγονός ότι ίσως κάποιος τους αναγνωρίσει. Ένα άλλο περίεργο ήταν ότι η κα Pepitone δεν ακούστηκε να φωνάζει και καθώς απαντούσε στις ερωτήσεις που της έθεταν οι αστυνομικοί, δεν ήταν έμοιαζε να είναι σε σύγχυση.
Μία εφημερίδα, η States, έκανε μια εικασία για τον δολοφόνο, αναρωτώμενη άν ήταν δαίμονας, τρελλός, ληστής, σαδιστής ή κάποια υπερφυσική οντότητα. Ήταν μια ερώτηση που απασχολούσε και άλλους. Οι άνθρωποι είχαν παρατηρήσει ότι τα ανοίγματα από τα ξύλα της πόρτας που αφαιρούνταν από κάθε τόπο εγκλήματος, ήταν πολύ μικρά για να περάσει μέσα από αυτά ένας ενήλικας. Ούτε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα ανοίγματα για να ξεκλειδώσει τις πόρτες, αφού ούτως ή άλλως οι πόρτες ήταν πάντα κλειδωμένες. Πως έμπαινε και έβγαινε άν δεν ήταν κάτι άλλο εκτός από άνθρωπος;
Ο Διάβολος
Όπως απεικονίζεται στα λαϊκά διηγήματα της GamboYa-Ya, οι προλήψεις και οι θρύλοι σχετικά με τη Νέα Ορλεάνη ήταν δεν ήταν σπάνιοι. Οι άνθρωποι μιλούσαν για τους «Ανδρες με τις Βελόνες» που μαχαίρωναν γυναίκεςκαι ενώ ήταν αναίσθητες τις απήγαγαν. Υπήρχε επίσης και ο θρύλος για τους «Ανδρες με το μαύρο μπουκάλι» που σκότωναν ασθενείς στα νοσοκομεία και έδιναν τα πτώματα σε φοιτητές Ιατρικής. Πιό μυστηριώδης ήταν ο «Ανθρωπος με τον Μανδύα» που φορούσε ένα μακρύ μαύρο μανδύα και οδηγούσε ένα μαύρο αυτοκίνητο ψάχνοντας νέα κορίτσια μόνα τους. Κάποιοι που τον φοβόντουσαν, πίστευαν ότι ήταν ένα μοχθηρό φάντασμα. Ήταν το ίδιο πιθανόν να πηδήξει από ένα δέντρο ή να σταματήσει απότομα με το αυτοκίνητό του, όπως και ο «Αντρας Ντόμινο» στο Gentilly, ένα προάστιο της Νέας Ορλεάνης. Φορώντας ένα μακρύ λευκό ένδυμα με κουκούλα πηδούσε ανάμεσασε παρέες νέων κοριτσιών και τα τρομοκρατούσε.
Το 1914 όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ της GamboYa –Ya κάποιος αποκαλούμενος JacktheClipper κατάφερε να κόψει τις μπόυκλες τριών κοριτσιών σε σχολέια. Αναφέρθηκαν περισσότερες περιπτώσεις και τα κορίτσια άρχισαν να φυλάγονται. Ο Jack εξαφανίστηκε όσο γρήγορα είχε εμφανιστεί.
Δεν ήταν έκπληξη λοιπόν, οτι πολλοί κάτοικοι της Νέας Ορλεάνης άρχισαν να λένε ότι ο «Δολοφόνος με το Τσεκούρι» ήταν πνεύμα, ένας διάβολος ανάμεσά τους, ειδικά αφού μερικοί μάρτυρες είπαν ότι τον είχαν δεί ντυμένο στά μαύρα, να φοράει ένα μαύρο καπέλλο που κάλυπτε το πρόσωπό του. Ήταν ψηλός κι αδύνατος, όπως κάθε αξιοπρεπές φάντασμα.
Γι αυτούς εν μέρει τους λόγους ηKalilaSmith ιστορικός της Νέας Ορλεάνης και συγγραφέας του βιβλίου «Ταξίδι στο σκοτάδι:Φαντάσματα και Βρυκόλακες στη Νέα Ορλεάνη», (JourneyintoDarkness: GhostsandVampiresofNewOrleans) συγκεντρώνει ιστορίες για τον «Δολοφόνο με το Τσεκούρι» : «Ενδιαφέρθηκα γιατί έγραφα για ιστορίες με βρυκόλακες που είχαν καταγραφεί στην πόλη», εξηγεί, «και μου κίνησε την περιέργεια η κατάθεση ενός αυτόπτη μάρτυρα ότι ο «Δολοφόνος με το Τσεκούρι» είχε εξαφανιστεί σαν να είχε φτερά. Έπειτα ήταν κι εκείνη η επιστολή που υποστήριζε ότι αυτός ήταν πνεύμα. Δεν βρήκαν ποτέ κάποιον ένοχο, και σε μερικές περιπτώσεις δεν υπήρχαν ίχνη διάρρηξης. Ήταν μια μυστηριώδης έξαρση φόνων στην πόλη, και συμφώνησα με την ιδέα ότι ίσως δεν ήταν άνθρωπος».
«Η Νεα Ορλεάνη έχει ιστορικό ανθρώπων που παραφρονούν. Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχε μια μανία με το βουντού, και οι άνθρωποι σκότωναν ο ένας τον άλλον γιατί πίστευαν ότι κάποιος τους είχε κάνει μάγια. Υπήρξαν περίοδοι σαν κι αυτή. Είναι πιθανόν αυτέςοι επιθέσεις να έγιναν από κάποιον που πίστευε ότι ήταν υπεράνθρωπος. Οι ψυχικά διαταραγμένοι δολοφόνοι μπορεί να έχουν παραισθήσεις μεγαλείου. Ακόμα, πίστεψε ότι δεν θα τον πιάσουν και δεν τον έπιασαν. Οι φόνοι δεν εξιχνιάστηκαν ποτέ. Στα 1980 όταν η Νέα Ορλεάνη εθεωρείτο η πρωτεύουσα του εγκλήματος σε όλη τη χώρα, είχα ελπίσει ότι θα έγραφα για αυτούς τους άλυτους φόνους. Νομίζω όμως ότι η ιστορία διαστρεβλώθηκε από τους μυθιστοριογράφους και κάποια από τα γεγονότα εξωραίστηκαν. Είναι δύσκολο να μαθευτεί τι πραγματικά συνέβη».
Ωστόσο υπάρχουν κάποιοι που λένε ότι ο «Δολοφόνος με το Τσεκούρι» αναγνωρίστηκε και εκτελέστηκε.
Δικαιοσύνη
Στις 7 Δεκεμβρίου του 1920 κ κα Cortimiglia, η οποία είχε περάσει ευλογιά, είχε προφανώς κρίση συνείδησης. Απέσυρε την κατηγορία της κατά των Jordano, παραδεχόμενη άκρως μελοδραματικά, στα γραφεία των εφημερίδων ότι είχε πει ψέμματα. Ένας άγιος την είχε επισκεφθεί, ισχυρίστηκε, που την καθοδήγησε να εξιλεωθεί. Εκλιπαρούσε να την συγχωρήσουν.
Και οι δυο άνδρες αφέθηκαν ελεύθεροι.
Έπειτα η αστυνομία έλαβε μια αναφορά για κάποιο συμβάν στο Λος Άντζελες,στην Καλιφόρνια, στις 2 Δεκεμβρίου. Κατά τα φαινόμενα, η καMikePepitone, ντυμένη στα μαύρα, πλησίασε, βγαίνοντας από μια σκοτεινή είσοδο, έναν κάτοικο της Νέας Ορλεάνης, τον JosephMumfre,και τον πυροβόλησε.
Έπεσε νεκρός στο πεζοδρόμιο και αυτή περίμενε την αστυνομία για να τη συλλάβει. Επέμενε ότι τον είχε δει να βγαίνει τρέχοντας από το δωμάτιο του άνδρα της την ημέρα της δολοφονίας του.
Ο Mumfre είχε εγκληματικό παρελθόν και το διάστημα ανάμεσα στο 1911 και το 1918, και από τον τελευταίο φόνο το 1918 μέχρι τον πρώτο φόνο το 1919, ήταν στη φυλακή. Τα διαστήματα που έγιναν οι φόνοι, ήταν ελεύθερος. Είχε φύγει από τη Νέα Ορλεάνη ακριβώς μετά τη δολοφονία του Pepitone.Όμως, εκτός από την μαρτυρία της κας Pepitone, δεν υπήρχαν στοιχεία που να συνδέουν άμεσα τονMumfre με κάποιο από τα εγκλήματα. Ο Newton επισημαίνει ότι ο συγγραφέας JayRobertNash, στο «Ματωμένα γράμματα και Κακοί ‘Ανθρωποι» (BloodlettersandBadmen), καταδεικνύει τον Mumfre ως εκτελεστή της Μαφίας, όμως ύστερα αναγνωρίζει τα αδύνατα σημεία στην θεωρία του.Παρά τον αριθμό των Ιταλών παντοπωλών που υπήρξαν θύματα του «Δολοφόνου με το Τσεκούρι», δεν ήταν όλα τα θύματα παντοπώλες ούτε ήταν όλοι Ιταλοί. Ο Tallant επίσης επισημαίνει ότι η Μαφία δεν σκότωνε γυναίκες.
Η κα Pepitone εξέτισε τρία χρόνια από τη δεκαετή φυλάκιση που της επιβλήθηκε, στο Λος Άντζελες και μετά εξαφανίστηκε.
Δεν έγιναν άλλοι φόνοι με τσεκούρι στη Νέα Ορλεάνη.
Κανείς δεν γνωρίζει με σιγουριά ποιός είναι ο «Δολοφόνος με το Τσεκούρι».