Παρίσι, Ιούλιος, Κυριακή απόγευμα. Ο καιρός είναι καλός και έτσι κατευθύνομαι στο νεκροταφείο του Père Lachaise. Χρωστάει το όνομα του στον Père La Chaise, τον εξομολογητή ενός από τους πολλούς Λουδοβίκους. Ο παπα-καρέκλας δηλαδή.
Το 1871, στις τελευταίες μάχες της ματωμένης εβδομάδας, στους τοίχους αυτού του νεκροταφείου είχανε εκτελέσει 147 μαχητές της κομμούνας, αν και οι θρύλοι μιλάνε για πολύ περισσότερους. Οι μάχες μέσα στο νεκροταφείο ήταν ο τραγικός επίλογος μιας ανελέητης εμφύλιας πολιτικής σύγκρουσης που συντάραξε το Παρίσι. Το προλεταριάτο του Παρισιού κόντρα στα κρατικά στρατεύματα των Βερσαλλιών. Βομβαρδισμοί, η πόλη στις φλόγες. Αυτή η απόπειρα για διαφορετική κατανομή του πλούτου και της εξουσίας προκάλεσε τη μήνι της άρχουσας τάξης και οδήγησε σε σκληρές μάχες και χιλιάδες εκτελέσεις. Ανθρωποι εκτελούνταν χωρίς δίκη, μερικές φορές μόνο με την υποψία ότι είχαν μπαρούτι στα χέρια, σημάδι ότι είχαν πολεμήσει. Το Père Lachaise είναι ένα συμβολικό νεκροταφείο και η κομμούνα, που πνίγηκε στο αίμα, σημάδεψε όλα τα αριστερά πολιτικά ρεύματα του μέλλοντος. Ισως γι’ αυτό και να έχουνε κάνει κενοτάφιο και για τον Ζορζ Μαρσέ, τον ηγέτη σύμβολο της γαλλικής κομμουνιστικής αριστεράς, ακριβώς απέναντι από τον τοίχο της εκτέλεσης των κομμουνάρων. Ο ίδιος θέλησε να θαφτεί αλλού. Τελικά, ο τόπος είναι πιο ισχυρός από την ιδεολογία. 
Μπαίνω από την είσοδο του βουλεβάρτου Μενιλμοντάν και εντυπωσιάζομαι με τη μία. Αυτό δεν είναι νεκροταφείο, είναι ολόκληρη πόλη. Ο κύριος χάρτης δείχνει τις οδούς (μάλιστα, έχουμε και οδούς) και κάποιους από τους διάσημους κατοίκους του: Σοπέν, Μολιέρος, Νταβίντ, Τζιμ Μόρισον, Μπαλζάκ, Λεόν Μπλουμ, Οσκαρ Ουάιλντ, Μαρσέλ Προυστ, Ντελακρουά και πολλοί άλλοι. Γιατί όμως τόσες διασημότητες; Το Père Lachaise έγινε για να καλύψει τις ανάγκες του Παρισιού, όταν αποφασίστηκε να φύγουν τα νεκροταφεία από την πόλη. Βρισκόμενο εκείνη την εποχή εκτός πόλης, οι παριζιάνοι τα πρώτα χρόνια δεν το ήθελαν και άφηναν αλλού τα κοκκαλάκια τους. Αλλά οι αρχές ξέθαψαν τον Μολιέρο και τον Λα Φονταίν από εκεί που ήτανε θαμένοι και τους μετέφεραν στο Père Lachaise για να δώσουν αίγλη στο νεκροταφείο. Αλλες διασημότητες ακολούθησαν και το νεκροταφείο από τότε έγινε της μόδας.
Ανηφορίζω. Χαζεύω δεξιά κι αριστερά. Είμαι στο παλιό τμήμα του νεκροταφείου και οι τάφοι δεν είναι ακριβώς όπως τους ξέρουμε σήμερα, είναι σαν ψηλά στενόμακρα σπιτάκια. Ομορφα, πολλά από αυτά έχουνε και αγάλματα, από πέτρα, μάρμαρο ή μπρούτζο. Προσπαθώ να σκεφτώ κάτι ανάλογο στην Ελλάδα μας, δεν υπάρχει. Ενα τέτοιο νεκροταφείο προϋποθέτει αυτοκρατορικό παρελθόν, παιδεία, αριστοκρατία, μπουρζουαζία, πρωτοποριακούς ταξικούς αγώνες και πολλά άλλα. Η Γαλλία τα έχει αυτά, έτσι φύτρωσε και το Père Lachaise. Αλλά ας μη γελαστεί κανείς. Είναι ιντερνάσιοναλ ραχάτ μπαχτσές. Ολες οι φυλές είναι μαζεμένες: Γάλλοι, Ιταλοί, Έλληνες, Τούρκοι, Πέρσες, Αρμένιοι, Αγγλοι, Αμερικάνοι, Κινέζοι και ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Υπομονή να έχει κανείς να χαζεύει τους τάφους. Όλες οι φυλές σημαίνει και όλες οι θρησκείες. Οι Γάλλοι δεν έχουν τέτοια κολλήματα. Αλλά ούτε και οι νεκροί, απ’ ό,τι φαίνεται. Το Père Lachaise είναι άλλη φάση, ήταν και είναι το πιο trendy κυπαρισσόχωμα. Αυτό το διάσημο νεκροταφείο είναι και η τελευταία πράξη ματαιοδοξίας, πριν η φωτιά ή τα σκουληκάκια πιάσουν δουλειά...
Ψεύτικος είναι ο ντουνιάς και ψεύτικη η ζωή μας,
αφού στη μαύρη γη θα μπει μια μέρα το κορμί μας
αφού στη μαύρη γη θα μπει μια μέρα το κορμί μας
Μετά από λίγο πέφτω πάνω στον τάφο του Τούρκου σκηνοθέτη, του Γιλμάζ Γκιουνέι. Εδώ βρίσκεται και ο μεγάλος Κούρδος τραγουδιστής, ο Αχμέτ Καγιά. Λες και όσοι την μπαίνουν στο τούρκικο κατεστημένο θάβονται στο Père Lachaise.

Ψάχνω να βρω τον Σοπέν. Πάντα με γοήτευε ο Σοπέν. Η μουσική του έχει κάτι το αέρινο, έρχεται στ’ αυτιά μου σαν μελαγχολικό φθινοπωριάτικο αεράκι. Ύστερα από αρκετό περπάτημα φτάνω μπροστά στον τάφο του. Ο τάφος έχει πολλά λουλούδια, έχει και λίγο κόσμο μαζεμένο. Πάνω από το ανάγλυφο πορτραίτο του ένα άγαλμα μιας νέας γυναίκας. Τα μαλλιά λυτά, κοιτάζει μελαγχολικά προς τα κάτω. Η μορφή αυτή είναι σαν τη μουσική του. Με μαγεύει. Ντάλα ήλιος, αλλά εμένα μου έρχεται στο μυαλό ένα νυχτερινό του.

Συνεχίζω. Κατευθύνομαι προς τον Ροσσίνι. Περνάω από τάφους με πανέμορφα αγάλματα. Ένας στρατιώτης του πρώτου παγκοσμίου πολέμου αγναντεύει περήφανα, από κάτω είναι ένα κοριτσάκι που τον κοιτάζει. Πώς να σκοτώθηκε άραγε; Ποιος να ήταν; Το όνομά του δε μου λέει κάτι. Η Γαλλία πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος σε αυτόν τον πόλεμο. Σκέφτομαι τους πουρκουάδες που ακολούθησαν.
Προχωρώντας βλέπω τον τάφο του Ζερικό, του ζωγράφου του περίφημου πίνακα της Μέδουσας. Μερικές φορές η αθανασία μπορεί να είναι ένας μόνο πίνακας. Ήρεμος και περήφανος, έχει αράξει ακριβώς πάνω από ένα ανάγλυφο αντίγραφο του πίνακα, πάνω από τον πόνο και την αγωνία των άτυχων ναυτικών που ναυάγησαν και αναγκάστηκαν ύστερα από μέρες νηστικοί στη θάλασσα να φαγωθούν μεταξύ τους. Το μαρτύριο τους έγινε τραγουδάκι: «Il était un petit navire», το πήραμε κι εμείς: «Ηταν ένα μικρό καράβι»...Νάμαστε. Εδώ λοιπόν ο Ροσσίνι έχει τάφο αντάξιο της προσωπικότητάς του. Εύθυμος, καλοφαγάς, δεν αξιοποίησε το τεράστιο ταλέντο του. Αυτοσυνταξιοδοτήθηκε νωρίς. Ο κόσμος δεν ξανάβγαλε τέτοιο μπαρμπέρη: Φίγκαρο εδώ! Φίγκαρο εκεί! Η πόρτα είναι γεμάτη λουλούδια. Θες ο τάφος του που είναι σωστό μνημείο, θες το έργο του, δε μελαγχολώ καθόλου. Σαν να ακούγεται μέσα από την πόρτα: Φίγκαρο! Φίγκαρο! Ετσι κι αλλιώς δεν είναι μέσα. Οι Ιταλοί ζήτησαν και τελικά πήραν τα οστά του.
Ανηφορίζω. Ενας μεγάλος γάλλος καλλιτέχνης ο Πιερ Ντεσπρόζ είναι εδώ. Να που βλέπω και έναν ζωντανό καλλιτέχνη! Αντικονφορμιστής, με μαύρο χιούμορ. Humoriste, είναι αυτό που λένε οι Αγγλοσάξωνες «one man show». Δεν ξέρω τι κάνει εδώ, κόσμος είναι μαζεμένος γύρω του και τον ακούει. Κλέβω μια φράση του: «Οι Εβραίοι ήτανε κατηγορηματικά αντίθετοι στη γερμανική κατοχή». Ο κόσμος γελάει. Αφήνω το περλασέζικο σόου και βρίσκομαι μπροστά από τον τάφο ενός ζωγράφου. Ενα σπασμένο τσέλο και μια επιγραφή, «Επιτέλους μόνος!». Τα βρόντηξε κανονικά, τάσπασε και την έκανε.
Βρίσκω τον Τζιμ Μόρισον. Στριμωγμένος τάφος από παντού, λες και του βρήκανε τραπέζι την τελευταία στιγμή. Αυτό το παιδί από τη Φλόριντα είναι και η πρώτη φίρμα σ’ αυτό το νεκροταφείο. Γουστάρω πολύ τους Doors, γουστάρω και τον Μόρισον. Στον τάφο του γινότανε ένα μπάχαλο πριν από λίγα χρόνια. Κόσμος καθότανε με κιθάρες, τραγουδούσε, τώρα όλα αυτά κοπήκανε. Εχει κόσμο μπροστά. Κάγκελα γύρω από τον τάφο και τρεις σεκιουριτάδες του νεκροταφείου πλαισιώνουν το ντεκόρ. Τζιμ, είσαι ροκ σταρ και μέσα στο Père Lachaise. Μια μίνι συναυλία. Μόνο τα νούμερα αλλάζουν: λιγότεροι θεατές, λιγότερη σεκιούριτι, λιγότερα κάγκελα, λιγότεροι μουσικοί, αλλά εσύ είσαι εδώ. Αργείς να βγεις στη σκηνή, σ’ αυτό το τραγούδι δε θα σε περιμένω. Ένα αναμμένο κερί πάνω από το χωματένιο τάφο του μαζί με λίγα πεταμένα άκαφτα τσιγάρα, όπως το συνηθίζουν οι θαυμαστές του. Θυμάμαι τον Σερζ Γκενσμπούργκ στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς, όπου ο κόσμος άφηνε τα εισιτήρια από το μετρό, καπάκια από ουίσκι και τσιγάρα Gauloises. Αυτά τα μικρά πράγματα είναι και αυτά που με αγγίζουν περισσότερο. Ανάβω το τσιγαράκι μου, όπως και κάποιοι άλλοι γύρω μου και χαζεύω τα ελληνικά κεφαλαία ανάγλυφα γράμματα κάτω από το όνομα του: «ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ». Θες τα ελληνικά, θες το νόημα της επιγραφής, μου σηκώνεται η τρίχα. Λέγεται ότι σημαίνει «κατά τη συνείδησή του», δηλαδή ότι έζησε σύμφωνα με τα πιστεύω του. Δεν ξέρω τι ήθελε να κάνει η οικογένεια του με την επιγραφή αυτή, εμένα μου κολλάει περισσότερο σαν να έζησε παρέα με τους δαίμονές του. Μου φαίνεται πιο ταιριαστό. Και στη ζωή του, και στα νεοελληνικά μου. «This is the end, my only friend, the end»… Να σαι καλά, όπου κι αν είσαι. Εμείς εδώ είμαστε, για μας δεν είναι καθόλου το τέλος.
Προχωράω και πέφτω σε ένα παλιό τάφο, όπου ένας «Maître souverain», με μια σπάθα ανάμεσα στα πόδια του την έχει αράξει ανάσκελα. Θυμάμαι τον ηγεμόνα του Μακιαβέλι και όλο το ιπποταριό. Όλα τα ’χει ο μπαχτσές. Λίγο παρακάτω ένα τοτέμ. Ε ναι, το είδαμε κι αυτό. Ανήκει σε ένα συγγραφέα, τον Μιγκέλ Ανγκελ Αστούριας από τη Γουατεμάλα, που πήρε και Νόμπελ λογοτεχνίας. Πάνω στο τοτέμ φιγούρες από τον πολιτισμό των Μάγια. Λίγο παρακάτω ένα άγαλμα με έναν καλοντυμένο τυπά του 19ου αιώνα, που κρατάει κόκκινα τριαντάφυλλα. Ελα Χριστέ και Παναγία μου… Αιώνιος ζεν πρεμιέ.

Επιταχύνω και πέφτω πάνω στον Φελίξ Φόρ, έναν πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας. Ετυχε να γνωρίσω τη δισέγγονή του, η οποία μου έλεγε ότι πέθανε στο κρεβάτι, στην αγκαλιά μιας πόρνης. Αραγε γι’ αυτό τον έχουν ξαπλωμένο με τα σεντόνια από κάτω; Καμιά φορά οι Γάλλοι υπερβάλλουν εαυτόν. Παρακάτω βλέπω ένα τάφο με δύο «Compositeurs de musique», μουσικοσυνθέτες δηλαδή. Γκουστάβ και Ανρί Γκουμπλιέ. Πατέρας και γιός. Ο μπαμπάς ήτανε και διευθυντής ορχήστρας και ο γιος συνέθετε οπερέτες. Δεν είναι από αυτούς που γνωρίζω.
Τραβάω γραμμή για την Εντίθ Πιαφ. Μου κάνουν εντύπωση τα αγάλματα με τις γυναικείες μορφές στους τάφους. Ο ήλιος παίζει περίεργα με τα χρώματα και τις σκιές που δημιουργούν μια αίσθηση απόκοσμη. Δεν κοιτάζω τα ονόματα στους τάφους. Κοιτάζω τις γυναίκες που πενθούν τους νεκρούς, καθεμιά τους σε διαφορετική στάση. Αιώνιο πένθος, αιώνιες απαράλλαχτες εκφράσεις.

Ανηφορίζω το λοφάκι και περνάω πλατείες και κτίσματα που δε με πολυενδιαφέρουν. Για την ακρίβεια, τα κρεματόρια και σαν λέξη και σαν κτίρια με απωθούν, όσο ωραία κι αν είναι. Θυμάμαι το ντοκιμαντέρ για τον Πετρόπουλο και το αντίο του Νίκου Σύρου με το μπουζούκι του, όταν τον καίγανε εδώ. Η αντήχηση του μπουζουκιού μέσα στο κρεματόριο χτυπάει ακόμα μέσα στ’ αυτιά μου... Δεν μπορώ επίσης να ξεχάσω και την αξιοπρεπή και λεβέντικη στάση της Μαίρης Κουκουλέ κατά τη διάρκεια της κηδείας.
Μπαίνω στο καινούργιο τμήμα του νεκροταφείου. Τα τελευταία χρόνια καινούργιες εθνότητες έχουν μπει στο Père Lachaise: Κινέζοι, Ταϊλανδοί και άλλοι Ασιάτες. Κάνουνε μεγάλους και επιβλητικούς τάφους. Κάποιες οικογένειες δεν μπορούν να πληρώσουν και οι νεκροί τρώνε έξωση. Οπότε χώρος υπάρχει, αν έχεις να πληρώσεις. Ακόμα και μετά θάνατον, ο παράς μετράει τελικά. «Σαν το κερί θα σβήσουν», που λέει και ο Μάρκος, αλλά όχι όπου κι όπου.
Τελικά, αν ψάχνεις κάποιο διάσημο σε ένα νεκροταφείο, δεν είναι και τόσο δύσκολο. Προσανατολίζεσαι στο περίπου και πας όπου έχει κόσμο μαζεμένο. Ετσι βρήκα και την Εντίθ Πιαφ, το αηδόνι της Γαλλίας. Δίπλα της ο Θεοφάνης Λαμπούκας ή Τεό Σαγαπό, όπως τον λέγανε οι Γάλλοι. Έλληνας τραγουδιστής, 20 χρόνια νεότερός της και τελευταίος της άντρας. Παντρεύτηκαν σε ορθόδοξη εκκλησία και τη φρόντισε μέχρι το θάνατό της. «Ο Θεός ενώνει αυτούς που αγαπιούνται», γράφει μια διακριτική επιγραφή μπροστά από τον τάφο της. Μόνο μια γυναίκα που αγαπά με πάθος μπορεί να τραγουδήσει έτσι το «Hymne à l’amour». Καλό ξεκίνημα Εντίθ.

Ακριβώς δίπλα της ένας νεοαφιχθείς. Ο Henri Salvador. Τον θυμάμαι πολύ καλά να τραγουδάει μια μεγάλη του επιτυχία, το «Jardins d’ hiver». Γεννημένος στη γαλλική Γουϊνέα, ήτανε κιθαρίστας της γαλλικής τζάζ. Έφυγε σε μεγάλη ηλικία. Ήτανε αυτό που λέμε κουλ. Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Και ο τάφος του είναι κουλ. Ένα καλαθάκι με μια ορχηστρούλα από μικρά ανθρωπάκια είναι πάνω από τον τάφο του. Υποψιάζομαι ότι όταν ο κόσμος φεύγει, το βράδυ αυτά ζωντανεύουνε και του παίζουν τραγουδάκια για να του κρατάνε συντροφιά. Είναι θαμμένος μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του, τη Jacqueline.
Κατηφορίζω. Πέφτω πάνω στα μνημεία για τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Auschwitz, Mauthausen, Buchenwald και άλλα τέτοια ωραία. Ο Ζορζ Μαρσέ θα ήταν κανονικά εκεί, στριμωγμένος ανάμεσά τους, δίπλα σε έναν άλλο Γάλλο ηγέτη κομμουνιστή, τον Μορίς Τορέζ. Άφησε το όνομα του στο μάρμαρο και την έκανε για τη Μάρνη.
Κατηφορίζω. Πέφτω πάνω στα μνημεία για τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Auschwitz, Mauthausen, Buchenwald και άλλα τέτοια ωραία. Ο Ζορζ Μαρσέ θα ήταν κανονικά εκεί, στριμωγμένος ανάμεσά τους, δίπλα σε έναν άλλο Γάλλο ηγέτη κομμουνιστή, τον Μορίς Τορέζ. Άφησε το όνομα του στο μάρμαρο και την έκανε για τη Μάρνη.

Ειμαστε στον τοίχο των εκτελεσθέντων κομμουνάρων. Στον παρελθόν, το σοσιαλιστικό κόμμα του Ζαν Ζορές φρόντισε να αγοράσει χώρο ταφής όσο πιο κοντά γινότανε. Ολοι οι εκτελεστέντες μαζί, όλη η πίκρα του κόσμου μαζεμένη. Σε κάθε μνημείο των γερμανικών στρατοπέδων μορφές πένθιμες, σιωπηλές, σκελετωμένες. Φρίκη! Περπατάω και βρίσκομαι απέναντι από τα μνημεία για τα αεροπορικά δυστυχήματα. Για πρώτη φορά αισθάνομαι ότι βρίσκομαι σε νεκροταφείο. Το χορτάρι είναι φρέσκο και γυαλίζει κάτω από τον ήλιο. Κάπου-κάπου έχει κάποιες γκρίζες γραμμές. Διαβάζοντας τις πινακίδες καταλαβαίνω. Είναι η τέφρα των νεκρών που ρίχνουν στο χορτάρι. Λίπασμα. Η εικόνα του θανάτου με βρίσκει λίγο πριν από την έξοδο.

Μια τελευταία ματιά προς τα πίσω, προς τον τοίχο των εκτελεστέντων, «Le Mur des Fédérés», όπως τον λένε. Μου έρχεται η μελωδία από το «Le temps des cerises», το παλιό τραγουδάκι που συνδέθηκε με την κομμούνα. Το 2008 οι Noir Desir βγάλανε τη δική τους έκδοση, μοντέρνα και ροκάδικη. Οι Γάλλοι δεν ξεχνούν. Γι’ αυτό και κάθε φορά που βγαίνουν στους δρόμους, οι από πάνω έχουν τα μάτια τους δεκατέσσερα. Μυστήριος λαός. Η συγκατοίκηση της αριστοκρατίας, της μπουρζουαζίας, της διανόησης και της επανάστασης μέσα στην ψυχή τους είναι μοναδική, το Père Lachaise τόσην ώρα προσπαθεί να μου εξηγήσει. Μάταια. Πώς να χωρέσεις τις Βερσαλλίες, τη γαλλική επανάσταση, τον Ναπολέοντα, την κομμούνα και το Μάη του ’68 μέσα στο ίδιο πακέτο;
Αριστερά βλέπω κάποια αγάλματα. Πριν βγω, ανηφορίζω προς αυτά. Είναι τα μνημεία των ξένων στρατιωτών που πολέμησαν για τη Γαλλία. Ανάμεσα σε αυτά και οι Έλληνες. «Ελλάς, Γαλλία, Συμμαχία», λέει το σύνθημα. Κοιτάζω την επιγραφή: «ΑΝΔΡΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΠΑΣΑ ΓΗ ΤΑΦΟΣ». Λίγες λέξεις αρκούν, όταν ξέρεις να τις χρησιμοποιείς.

http://www.klika.gr
»
Ήταν 5 Σεπτεμβρίου του 1946, ημέρα Τετάρτη, όταν ο Farok Bulsara (το πραγματικό όνομα του Freddie) ήρθε στη ζωή στη Ζανζιβάρη, ένα μικρό σχετικά νησί του Ινδικού Ωκεανού κοντά στα παράλια της Τανζανίας. Οι γονείς του, Bomi και Jer, ήταν Πέρσες (ή Ιρανοί με τα σημερινά δεδομένα), είχαν όμως και κάποιες ινδικές ρίζες. Σε μικρή ηλικία ο Farok μετακόμισε με την οικογένειά του στην Ινδία, και συγκεκριμένα στο Panchgani, πενήντα χιλιόμετρα έξω από τη Βομβάη. Εκεί ο Farok πήγε πρώτη φορά σχολείο, και μάλιστα σε σχολείο το οποίο ήταν αγγλικό και είχε την ονομασία St. Peter's. Οι φίλοι του Farok στο St. Peter's ήταν αυτοί που του έδωσαν το ψευδώνυμο Freddie. Λίγο καιρό αργότερα θα αρχίσουν να τον φωνάζουν Freddie ακόμα και οι γονείς του. Στο St. Peter's φάνηκε το πολύπλευρο ταλέντο που είχε ο Freddie (πλέον...) σε αρκετά αθλήματα. Οι διακρίσεις μάλιστα σε κάποια από αυτά δεν άργησαν να έρθουν. Στην ηλικία των 10 μόλις ετών κέρδισε το σχολικό πρωτάθλημα στο ping-pong...
Στην Αγγλία ο Freddie σπούδασε για δύο χρόνια στο Isleworth Polytechnic. Αφού κατάφερε να βαθμολογηθεί με Α στα μαθήματα γύρω από τις τέχνες, έγινε δεκτός το 1966 στο Ealing College Of Art. Από εκεί αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1969 με δίπλωμα γραφίστα και σχεδιαστή. Στη διάρκεια των σπουδών του στο Ealing, ο Freddie έγινε καλός φίλος με τον μπασίστα Tim Staffell. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο Freddie να παραβρεθεί κάποιες φορές στις πρόβες του συγκροτήματος του φίλου του. Το συγκρότημα αυτό λεγόταν Smile. Οι Smile είχαν δημιουργηθεί από τον Staffell και έναν συμφοιτητή του στο Imperial College... τον κύριο Brian May. Στην αγγελία μέσω της οποίας ζητούσαν έναν drummer στο στυλ του Ginger Baker (των ιστορικών Cream) απάντησε εκτός των άλλων και ο φοιτητής βιολογίας τότε, κύριος... Roger Taylor! Όπως φαντάζεστε, ο Taylor έγινε ο drummer των Smile. Η πρώτη συναυλία των Smile δόθηκε στο Imperial College. Εκείνο το βράδυ (Οκτώβρης του '68) οι Smile εμφανίστηκαν ως support σε ένα ανερχόμενο και πολλά υποσχόμενο συγκρότημα της εποχής... στους Pink Floyd (και εγώ τώρα κάθομαι και σκέφτομαι: Σκέψου να έχεις δει τον May και τον Taylor να ανοίγουν συναυλία των Floyd με τον Syd Barrett το 1968... Άντε γεια.)!
Τo καλοκαίρι του '69 ο Freddie ήρθε σε επαφή με ένα group από το Liverpool, τους Ibex. Τα ήδη υπάρχοντα μέλη των Ibex ήταν οι: Mike Bersin (στις κιθάρες), John Taylor (στο μπάσο) και Mick Smith (στα τύμπανα). Ενίοτε, όταν ο Taylor το γύριζε στο φλάουτο (μεγάλος οπαδός των Jethro Tull γαρ), το μπάσο αναλάμβανε ο Geoff Higgins. Η συνάντηση του Freddie με τους Ibex έγινε στις 13 Αυγούστου του '69. Ο Freddie ενθουσιάστηκε με την ιδέα του συγκροτήματος και έτσι βάλθηκε να μάθει τα τραγούδια τους σε λίγες μόλις μέρες. Στις 23 του ίδιου μήνα, ο Freddie έδωσε την πρώτη του συναυλία με τους Ibex στο Bolton (πόλη ανάμεσα στο Manchester και το Liverpool). Εκείνη η συναυλία ήταν και η πρώτη του ως τραγουδιστή. Από την πρώτη κιόλας συναυλία του δεν ήταν λίγοι εκείνοι που παρατήρησαν την εκρηκτικότητα του επάνω στο σανίδι. Ο Ken Testi δήλωσε κάποτε: «Ήξερε πως πρέπει να συμπεριφέρεται ένας frontman. Ότι έκανε στη σκηνή με τους Queen τα έκανε και στην πρώτη του συναυλία με τους Ibex. Ήταν ένας τρόπος με τον οποίο εξέφραζε μία πλευρά του χαρακτήρα του. Αυτή η εκρηκτικότητα στη σκηνική παρουσία που είχε ήταν ένα χάρισμα, ένα θείο δώρο, απόλυτα εναρμονισμένο με την απίστευτη φωνή του. Το γεγονός ότι το είχε συνειδητοποιήσει κι από μόνος του τον έκανε ακόμα πιο απολαυστικό».
Ταυτόχρονα, τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά ούτε και για τους Smile μετά την αποχώρηση του Tim Staffell. Ο Taylor με τον May παρόλα αυτά αποφάσισαν να συνεχίσουν. Στην προσπάθεια τους βρήκαν συνοδοιπόρο μάλιστα... τον Freddie! Βρισκόμαστε λοιπόν στα μέσα του 1970 πλέον και οι Smile με τους Bulsara, May και Taylor στη σύνθεση τους αποφασίζουν να αλλάξουν το όνομα τους σε... (παραμ παρααααμ)... Queen! Ο Freddie μέσα στο γενικότερο κλίμα αλλαγών αλλάζει το επώνυμο από το «άχαρο» Bulsara σε... Mercury. Για τις μέρες εκείνες ο May δήλωσε αργότερα πως ο Freddie συμπεριφερόταν σα να ήταν ήδη star. Λέγεται πως μία μέρα ο Freddie πούλησε το δερμάτινο jacket που ο Taylor είχε αφήσει στο μαγαζί τους έτσι ώστε να βγάλει λεφτά για να γυρίσει σπίτι με ταξί αντί να χρησιμοποιήσει τα μέσα μαζικής μεταφοράς, κάτι το οποίο θα ήταν για τον ίδιο υποτιμητικό. Εξάλλου, μετά από δοκιμές με 2 ή 3 μπασίστες, οι Mercury, May και Taylor θα αποφασίσουν πως ο ιδανικός για αυτούς δεν είναι άλλος από τον απόφοιτο της σχολής ηλεκτρολόγων μηχανικών John Deacon. Ο Deacon ήταν το ακριβώς αντίθετο του Mercury. Μαζεμένος, στωικός, μιλούσε ελάχιστα, ενώ επί σκηνής δύσκολα άλλαζε θέση από τη γωνία που είχε κάθε φορά (πίσω δεξιά του Mercury). Παρόλα αυτά, ο May είπε κάποτε πως παρά το ότι ήταν τόσο ήρεμος, από την πρώτη στιγμή κατάλαβαν πως ήταν ο ιδανικός για τη θέση του μπάσου. Το μόνο το οποίο έκανε εντύπωση πάνω στον Deacon σε όλα τα επόμενα χρόνια ήταν τα μαλλιά και τα ρούχα που συνεχώς άλλαζε...

Αφού η συνεργασία με την Trident λύθηκε, οι Queen βάλθηκαν να βρουν νέο manager. Πρώτη τους επιλογή ήταν ο περίφημος Peter Grant, manager των Led Zeppelin. Ο Grant όμως απαίτησε από το συγκρότημα να υπογράψει στη δισκογραφική των Zep's, την Swan Songs. Οι Queen αρνήθηκαν και τελικά κατέληξαν στον manager του Elton John, John Reid.
Ο δίσκος έγινε διαθέσιμος στην αγορά το Δεκέμβριο του ίδιου έτους και ενώ οι προπαραγγελίες είχαν ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο (μίλησε κανείς;). Ο δίσκος είχε και πάλι τίτλο από έργο των αδελφών Marx: "A Day At The Races". Ενήμερος για τα κατορθώματα των Queen καθώς και για τον φόρο τιμής που του είχαν αποτίσει, ο Groucho Marx έστειλε τηλεγράφημα στο group ευχόμενος του καλή επιτυχία. Και απ' ότι φάνηκε οι ευχές έπιασαν τόπο αφού και το "A Day At The Races" πήγε κατευθείαν στην κορυφή των βρετανικών charts. Για τον εορτασμό της κυκλοφορίας, τα μέλη των Queen παρευρέθησαν σε μία ιπποδρομία που δόθηκε προς τιμή τους στο Kempton Park. Πριν ξεκινήσει ο αγώνας ο καθένας τους πόνταρε σε ένα άλογο. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε πως είχαν ποντάρει όλοι στο ίδιο άλογο, το οποίο μάλιστα και κέρδισε τον αγώνα!

Το τέλος του '78 θα τους βρει πίσω στα πάτρια εδάφη. Ελάχιστη ξεκούραση και στο καπάκι νέα ευρωπαϊκή περιοδεία με ξεκίνημα από το Αμβούργο τον Ιανουάριο του '79! Ο Μάρτιος τους '79 τους βρίσκει για δεύτερη φορά σε μικρό χρονικό διάστημα στο Montreux. Εκεί, και συγκεκριμένα στα Mountain Studios, ασχολήθηκαν με τη μίξη του πρώτου τους live δίσκου, το οποίο, υπό την ονομασία "Live Killers", κυκλοφόρησε τον Ιούνιο. Οι Queen είχαν ενθουσιαστεί τόσο πολύ με την τοποθεσία στην οποία βρίσκονταν τα Mountain Studios, που χωρίς να πολυσκεφτούν το οικονομικό αποφάσισαν, έτσι απλά, να τα αγοράσουν! Εντύπωση προκάλεσε το γεγονός πως ο Taylor δήλωσε επίσημα ότι δεν ήταν ευχαριστημένος με το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα του "Live Killers"... Την ίδια εποχή οι Queen προσεγγίστηκαν από τους παραγωγούς της ταινίας "Flash Gordon", οι οποίοι και τους ζήτησαν να συνθέσουν το soundtrack της ταινίας. Οι Queen δέχθηκαν και οι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν τον Ιούνιο του '79 στο Μόναχο. Η ιστορία λέει πως όταν ο παραγωγός της ταινίας Dino de Laurentis (όχι Μαχαιρίτσας) ρωτήθηκε για την προοπτική οι Queen να δημιουργήσουν το soundtrack, αντέδρασε ως εξής: «Ποιοι είναι οι queens;»...
Παρά τη χλιαρή υποδοχή του "Hot Space", η καλοκαιρινή περιοδεία στην Αμερική πήγε και πάλι εξαιρετικά καλά. Είναι χαρακτηριστικό πως στη Βοστόνη η μέρα της συναυλίας των Queen ονομάστηκε "Queen Day"... Τη σκυτάλη από την αμερικανική περιοδεία πήρε η ιαπωνική. Η τελευταία ημερομηνία στην Ιαπωνία μαγνητοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε σε βίντεο ως "Live In Japan" (quiz: πόσα συγκροτήματα έχουν κυκλοφορήσει δίσκο με τίτλο "Live In Japan";). Την ίδια περίοδο, μία ιαπωνική εταιρία εξέδωσε ένα δίσκο με όνομα "Gettin' Smile" ο οποίος περιείχε τραγούδια των Smile (υπενθύμιση: το group που είχαν ο May με τον Taylor πριν τους Queen). Αρχικά ο May και o Taylor νόμισαν πως επρόκειτο για απάτη αφού δε θυμόντουσαν να είχαν ηχογραφήσει τόσα πολλά τραγούδια με το συγκρότημα εκείνο. Τελικά όμως επιβεβαίωσαν πως επρόκειτο όντως για τραγούδια των Smile.
Τον Απρίλιο ταξιδεύουν στη Νέα Ζηλανδία και στις 13 Απριλίου εμφανίζονται για πρώτη φορά στην καριέρα τους μπροστά στο κοινό του Auckland. Για άλλη μία φορά υπήρξαν πολλές διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις διαδηλωτών έξω από το ξενοδοχείο του συγκροτήματος, κατηγορώντας τους Queen για υποστήριξη του απαρτχάιντ (ο καθείς το χαβά του μου φαίνεται...). Η έκπληξη της βραδιάς ήταν η εμφάνιση στη σκηνή του Tony Hadley, τραγουδιστή των Spandau Ballet, ο οποίος πήγε με αεροπλάνο από την Αυστραλία που βρισκόταν μόνο και μόνο για να παρακολουθήσει live τους Queen. Ως «αποζημίωση» του ζητήθηκε να συμμετάσχει και αυτός στο encore. Εν συνεχεία έδωσαν άλλες οκτώ sold out παραστάσεις στην Αυστραλία, όπου παρόλα τα ευτράπελα που τους παρουσιάστηκαν (όπως αδυναμία ελέγχου του φωτισμού!) στέφθηκαν με επιτυχία.
Το 1986 βρίσκει τα μέλη του συγκροτήματος να ασχολούνται με τον επόμενο δίσκο τους, το "A Kind Of Magic", που περιέχει κομμάτια που γράφτηκαν για την ταινία "Highlander". Ο δίσκος κυκλοφορεί στις 3 Ιουνίου του ίδιου έτους και για άλλη μία φορά αποδεικνύεται ότι την Αμερική από τον υπόλοιπο κόσμο δε τη χωρίζει μόνο θάλασσα. Οι EMI και Capitol αποφασίζουν τελείως διαφορετικό promotion του δίσκου με αποτέλεσμα στη μεν Αμερική ο δίσκος να φτάσει ως τη θέση 46 του Billboard 200, ενώ στον υπόλοιπο κόσμο μόνο το ομώνυμο single ήταν στη κορυφή των chart 35 διαφορετικών χωρών και έμεινε μέσα στα 5 καλύτερα του βρετανικού για 13 συνεχόμενες εβδομάδες. Με το τέλος της χρονιάς είχαν πουλήσει κάτι παραπάνω από 1.700.000 albums!
Στις 30 Μαϊου ανεβαίνουν για πρώτη φορά μαζί στη σκηνή. Ήταν στα πλαίσια του φεστιβάλ Ibiza '92 (είχε πανηγυρικό χαρακτήρα, προς τιμή των Ολυμπιακών αγώνων που θα διοργανώνονταν στη Βαρκελώνη πέντε χρόνια αργότερα) και ερμήνευσαν το "Barcelona", ένα κομμάτι που έγραψε ο Freddie ύστερα από επιθυμία της Montserrat να τραγουδήσουν κάτι για την πόλη από την οποία καταγόταν. Το ομώνυμο single κυκλοφόρησε λίγους μήνες μετά και έφτασε μέχρι τη θέση 8 στα UK charts. Στην Ισπανία πούλησε 10.000 αντίτυπα σε μόνο τρεις ώρες! Τέτοια ήταν η τρέλα των Ισπανών με το τραγούδι, που αποφασίστηκε να γίνει το επίσημο τραγούδι των Ολυμπιακών αγώνων του '92 και να το ερμηνεύσουν ζωντανά οι δύο καλλιτέχνες κατά την τελετή έναρξης. Τελικά, με το θάνατο του Freddie, η ιδέα, προς μεγάλη απογοήτευση του κόσμου, εγκαταλείφθηκε, αφού η Montserrat αρνιόταν να ανέβει στη σκηνή με κάποιον άλλο.