Janis Joplin, μια μεγαλοφυΐα, ένα πρεζάκι, μια ροκ ντίβα και μια μεθυσμένη την ίδια στιγμή



Ο παραπάνω χαρακτηρισμός περιέχεται στη βιογραφία της, «Buried Alive» από την Myra Friedman.
"I'll tell you 'bout Texas Radio and the Big Beat... / I'll tell you 'bout the hopeless night / wandering the Western dream / tell you 'bout the maiden with raw iron soul

H Παρθένα Με Την Τραχιά Σιδερένια Ψυχή στην οποία αναφέρεται ο τραγουδιστής των Doors δεν είναι άλλη από την Janis Joplin. Παρθένα γιατί ποτέ μα ποτέ της δεν βίωσε τον πραγματικό ερώτα και πέθανε παρθένα, τουλάχιστον σε συναισθηματικό επίπεδο. Και η τραχιά σιδερένια της ψυχή ευθύνεται γι’ αυτό. Η Τζανις ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των τεθνεώτων, τους οποίους δεν μπορείς να φανταστείς να ζουν σε μια άλλη εποχή, μεγαλύτεροι και ωριμότεροι. Φαντάζεσαι τον Τζειμς Ντιν πενηντάρη με ξεχειλωμένη από τις μπύρες κοιλιά σαν τον Μάρλον Μπραντο; Έτσι λοιπόν κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την Τζανις Τζοπλιν γιαγιά στα εξηνταφευγα της, με «παιδιά και εγγόνια να τρέχουν στα πόδια της», όπως λέει και το «When I’m Sixty Four» των Beatles. Όλοι θέλουν να τη θυμούνται ως εκείνη την εύσωμη 25αρα που όργωνε τη σκηνή και μαζί με τη φωνή της κάθε βράδυ κατέθετε κι ένα μέρος της ψυχής της. Φυσιογνωμικά δεν ήταν όμορφη. Καθόλου. Αλλά ήταν συναισθηματική. Υπερσεξουαλικη πάνω στη σκηνή. Κι άκρως αυτοκαταστροφική όπως κάθε σωστό ροκ είδωλο που σέβεται τον εαυτό του.
Γεννήθηκε σε μια παραθαλάσσια πόλη του Τέξας, το Port Arthur, στις 19 Ιανουαρίου 1943 κι από μικρή ηλικία ήρθε σε κόντρα με τις παραδοσιακές αντιλήψεις του αυστηρού Νότου στον οποίο ήταν μεγαλωμένη, υποστηρίζοντας σθεναρά το δίκαιο των μαύρων, οι οποίοι βίωναν ακόμη την καταπίεση σε αρκετές από τις πολιτείες της Αμερικανικής ενδοχώρας. Έχοντας ανακαλύψει μέσα της ένα έμφυτο ταλέντο να αποδομεί τα μπλουζ και να τα επαναδομεί με βάση τις δικές της επιρροές, αρχικά έτεινε στο να μιμείται το στυλ τηςBessie Smith και του Leadbelly. Η ζωή της μέχρι τα 22 της ήταν ένα ατελείωτο ώτο στοπ. Από τα μικρά και κακόφημα μπαράκια του Τέξας για τους ξενυχτισμένους φορτηγατζήδες βρέθηκε το ’61 στην Καλιφόρνια. «Πήγα στην Καλιφόρνια σε μια εντελώς διαλυμένη κατάσταση. Τραγούδησα σε διάφορα μαγαζιά. Rosie Maddox. Αξέχαστη φάση. Έρχονταν με τις κιθάρες τους άσχετοι και καθόμασταν και παίζαμε με τις ώρες και μας κέρναγαν τζάμπα ποτά και παίζαμε μέχρι το πρωί». Το ’62 μεσολαβεί ένα σύντομο ταξιδάκι στο Όστιν, απ’ όπου φεύγει για το Σαν Φρανσισκο και μετά για τη Νέα Υόρκη και το Γκρήνουιτς Βιλατζ, κοιτίδα των νέων καλλιτεχνών σαν τον Μπόμπ Ντίλαν και τον Φιλ Οκς. Το καλοκαίρι του ’65 επιστρέφει στο Όστιν και κάνει μια αποτυχημένη προσπάθεια να ζήσει φυσιολογικά σύμφωνα με τους κανόνες και τις κοινωνικές νόρμες, παρακολουθώντας μαθήματα Τέχνης στοΠανεπιστήμιο του Οστιν.
Είναι η κρίσιμη περίοδος για την διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσής της. Γιατί παρόλο που τα παιδικά της χρόνια ήταν εξαιρετικά ευτυχισμένα, η είσοδος της στην εφηβεία κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. Πήρε πολλά κιλά, που σε συνδυασμό με το έντονο πρόβλημα ακμής στο πρόσωπο της την έκανε ένα ανεπιθύμητο μέλος στην ελίτ των όμορφων κοριτσιών της δεκαετίας του ’60. Και την έβαλε στην κατηγορία εκείνη των γυναικών που απέφευγαν ακόμη και να κοιτάξουν τον καθρέπτη τους. Τα αγόρια που άνηκαν στις δημοφιλείς τότε Αδελφότητες με τα ελληνοπρεπή ονόματα, είχαν βαφτίσει τη μικρή από το Πορτ Αρθουρ «τον ασχημότερο άντρα στο κολέγιο». Και σε μια κοινωνία γεμάτη από θρησκόληπτους και συντηρητικούς rednecks, όταν το ίδιο σου το σχολείο σε απέρριπτε, σε απέρριπτε με τη σειρά της κι η ίδια η πόλη.


Τα σημάδια της ακμής στο πρόσωπο πάντα τείνουν να προκαλούν ακόμη πιο βαθιές ούλες στο εσωτερικό. Αυτό ακριβώς έγινε και με την 18χρονη Τζανις. Βιώνοντας την απόρριψη στο πετσί της με κάθε μορφή, βρήκε παρηγοριά στη βιβλιοθήκη του μορφωμένου πατέρα της και στην παρέα περιθωριακών καλλιτεχνών, υιοθετώντας έναν μποέμικο τρόπο ζωής. «Οφείλω πολλά στον πατέρα μου. Ήταν ένας διανοούμενος, ένας στοχαστής, ένας σοβαρός και συνειδητοποιημένος αναγνώστης και με έμαθε να σκέφτομαι. Αυτός ευθύνεται για ο,τι είμαι σήμερα. Στο σπίτι μας όταν ένα μέλος της οικογένειας μάθαινε να γράφει, ο πατέρας μου τον έστελνε στην τοπική βιβλιοθήκη να βγάλει κάρτα συνδρομής. Δεν είχαμε τηλεόραση, δεν μας άφηνε να βλέπουμε, ούτως η άλλως».
Η ειρωνεία με όλους εκείνους τους ήρωες του ’60 είναι ότι αυτό που ουσιαστικά αποζητούσαν από το κοινό τους ήταν την αποδοχή. Η επαναστατικότητα και η αντισυμβατικότητα που διειπε τις ζωές τους ήταν αυτό ακριβώς που τους έκανε τόσο αγαπητούς. Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι όμως ότι η επαναστατικότητα είναι απόρροια απόρριψης. Η επαναστατικότητα αυτή δεν θα υπήρχε αν όλοι αυτοί οι μύθοι είχαν ενταχθεί με φυσιολογικό τρόπο στο κοινωνικό σύνολο, το οποίο τους «ξέβρασε» επειδή ακριβώς δεν ακολουθούσαν την πεπατημένη. Όταν η κοινωνία ή ένα σύστημα σε απορρίπτει, το απορρίπτεις κι εσύ από –απόλυτα εύλογη και λογική– αντίδραση. Αυτό καλείται επανάσταση. Το κοινωνικό σύνολο της μικρής κι αυστηρής πατρίδας της την έκανε περίγελο επειδή ήταν άσχημη. Η Τζάνις έγραψε ένα οργισμένο γράμμα στους δικούς της λέγοντας ότι αποχωρεί από το Οστιν μην αντέχοντας τέτοια σκληρότητα από τους συνομήλικους της, που την αποκαλούσαν εκτός από άσχημη, «λοξή», «παράξενη», «μυστήρια» και «μπιτνικ» (χαρακτηρισμός που, σε αντίθεση με σήμερα, περιείχε κάτι υποτιμητικό). Τον Ιούνιο του ’66 φεύγει μόνιμα πια για το Σαν Φρανσισκο και δεν επιστρέφει ποτέ πια στο Τέξας.
Ο φίλος της, Chet Helms, γίνεται μάνατζερ σε ένα καινούργιο γκρουπ, τους «Big Brother And The Holding Company» που ζητούν μια γυναίκα για φωνητικά. O Helms αμέσως σκέφτηκε την Joplin και επικοινώνησε μαζί της. Ο συνδυασμός της blues φωνής της με τον σκληρό rock ήχο των Big Brother είχε επιτυχία. Οι κριτικές για την Joplin ήταν ενθουσιώδεις και δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι το 1968 αφήνει τους Big Brother και ξεκινάει solo καριέρα στην Columbia, μετά την ηχογράφηση του δεύτερου album τους «Cheap Thrills». Όπως γράφει κι η ίδια σε ένα γράμμα που απευθύνει στους γονείς της, «Σας στέλνω και το άρθρο του περιοδικού για την πρώτη μας συναυλία. Εκπληκτικό δεν είναι; Όπως όλα δείχνουν θα γίνουμε διάσημοι και πλούσιοι κάποια μέρα. Όλα τα μεγάλα περιοδικά ενδιαφέρονται να μας φωτογραφίσουν και να μας πάρουν συνεντεύξεις. Είμαι τόσο τυχερή. Από εκεί που ήμουν τόσο μπερδεμένη πριν κάτι χρόνια τώρα μου έτυχε αυτό. Κι επιτέλους κάτι μου πάει καλά! Επιτέλους. Μαμά, καρφίτσωσε το άρθρο κάπου ψηλά να το βλέπουν όλοι. Είμαι τόσο περήφανη».
Το 1968 η Τζανις κέρδισε το Διεθνές Βραβείο Κριτικών για το Καλύτερο Γυναικείο Άλμπουμ και για την Καλύτερη Τραγουδίστρια στο Διαγωνισμό του περιοδικού Jazz and Pop. Το σήμα κατατεθέν της ήταν μια περιφερόμενη και τρεκλιζουσα επί σκηνής τραγουδίστρια με ένα μπουκάλι Southern Comfort στο ένα χέρι και το μικρόφωνο στο άλλο. Το μαζοχιστικό της ταγκό με το μπουκάλι, το πάρε δώσε με τα ναρκωτικά εντός κι εκτός σκηνής, ο ιδρώτας που πότιζε την κάθε σανίδα της σκηνής, όλα αυτά είναι άρρηκτα στοιχεία του μύθου που φέρει το όνομα Τζανις. Η τάση της προς οτιδήποτε βλαπτικό για την ίδια την οδήγησε πολλές φορές στα σκαλιά του νεκροτομείου, όπου κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή κατάφερνε να τη σκαπουλάρει. Η χειρότερη περίπτωση ήταν όταν μετά από μια συναυλία το 1967, έπρεπε να μεταφερθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο με αφυδάτωση και ΟD από κοκτέιλ μεθεδρινης και ηρωίνης.

Επίσης πολυδιαφημισμένη και ξακουστή έχει μείνει η σεξουαλικότητα της. Η ίδια είχε φροντίσει να γράψει με κραγιόν στο καθρέπτη που ήταν αναρτημένος πάνω από το κρεβάτι της, τη φράση «Είμαι το Μεγαλύτερο Αντικείμενο του σεξ παγκοσμίως». Πάνω στη σκηνή έκανε «έρωτα» με όλο το πλήθος, τον κάθε έναν ξεχωριστά που τραγούδαγε τους στίχους των τραγουδιών της. Όταν όμως η παράσταση έφτανε στο τέλος της, γύρναγε πάντα σπίτι της μόνη, συνήθως αφού είχε μεσολαβήσει μια σύντομη «ξεπέτα» στα καμαρίνια. «Όταν φτάσεις σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο ταλέντου, τότε μπαίνει ο παράγοντας φιλοδοξία. Πρέπει να αγαπιέσαι και να είσαι περήφανος για τον εαυτό σου. Μάλλον τελικά αυτό ακριβώς είναι η φιλοδοξία. Η ανάγκη να λαμβάνεις αγάπη κι όχι η αρρωστημένη αναζήτηση μιας καλής θέσης στην κοινωνία». Κάτω από τα αμέτρητα one night stands της προσπαθούσε να κρύψει την μοναξιά της και την έλλειψη ενός μόνιμου ερωτικού συντρόφου. Αρσενικού ή θηλυκού. Η βιογράφος της, Myra Friedman στο βιβλίο "Buried Alive", αφιερωμένη στη ζωή όπως λέει κι η ίδια «της μεγαλύτερης λευκής γυναικείας μπλουζ φωνής», γράφει ότι «η Τζανις έπασχε από ένα είδος συναισθηματικού αστιγματισμού. Μπορούσε να δει τα πάντα καθαρά σε απόσταση κοντινή, αλλά δεν μπορούσε να επικεντρώσει στο στόχο της και να δει λίγο παραπέρα σε συναισθηματικό επίπεδο».
Αντικείμενο σχολιασμού έγινε η κρυμμένη λεσβιακή της δραστηριότητα, η οποία εξόργισε τις σκληροπυρηνικές φεμινίστριες, οι οποίες διατείνονταν ότι η καταπιεσμένη της φύση και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήταν απόρροια της μη-αποδοχής εκ μέρους της λεσβιακής της φύσης. Η ίδια η Τζανις ένιωθε πιο άνετα όταν βρισκόταν ενώπιον άλλων γυναικών γιατί δεν ένιωθε το άγχος που ένιωθε μπροστά σε έναν άντρα ότι έπρεπε να τον εντυπωσιάσει και να τον κάνει να την ερωτευτεί. Ήταν μια περίπτωση συνειδητοποιημένης bi-sexual που όμως πάσχιζε να γίνει ετεροφυλόφιλη με άγαρμπους και αδέξιους τρόπους.

Η Τζανις παρόλο που τραγούδησε ανοιχτά ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ που μαινόταν εκείνη την περίοδο, πέθανε κι η ίδια αλλά από έναν άλλο πόλεμο χειρότερο απ’ αυτόν: τον πόλεμο μεταξύ των δυο φύλων. Ήταν ένα θύμα του ολοένα κι αυξανόμενου σεξισμού που είχε ανάψει μέσα στους κόλπους του φεμινιστικού κινήματος και αυτού που ονομάστηκε σεξουαλική απελευθέρωση της δεκαετίας του ’60. Γιατί κατά μια έννοια, είναι παράξενο να χαρακτηρίζεις, σημειολογικά, το ροκ ως μια σεξιστική μορφή τέχνης, καθότι η επαναστατικότητα που ενυπάρχει στους κόλπους του δεν επιτρέπει τέτοιου είδους φυλετικούς διαχωρισμούς και διαφοροποιήσεις. Το ροκ ευθύνεται για την προώθηση του unisex τρόπου ενδυμασίας ως αντίδραση στον καθωσπρεπισμό της καθεστηκυίας τάξης και τις μεσοαστικές αξίες. Αλλά αντίθετα υπάρχει εκείνος ο άγραφος κανόνας, ιδιαίτερα εκείνα τα χαλεπά χρόνια, ότι ροκ μουσική παίζεται αποκλειστικά από άρρενες. Η Τζανις –όπως και η Γκρεις Σλικ των Τζεφερσον Ειρπλειν- ήταν μια ανωμαλία στο χρωμόσωμα του ροκ. Γιατί ήταν η πρώτη γυναίκα που βγήκε μπροστά σε μια ανδροκρατούμενη μπάντα και μια ακόμη πιο πατριαρχική κοινωνία.

Η ίδια εποχή της ανόδου της Τζανις στο μουσικό προσκήνιο συμπίπτει με την εμφάνιση του Φεμινιστικού Κινήματος. Στην ουσία το Κίνημα Απελευθέρωσης Γυναικών και η Τζανις ακολούθησαν βίους παράλληλους: το 1967 η Τζοπλιν ήταν το άστρο που έλαμψε στο Φεστιβάλ του Μόντερεϊ και η Betty Friedan ίδρυσε το National Organization for Women, παρόλο που η ίδια η Τζανις παρά τις επανειλημμένες κρούσεις που δέχτηκε από το Κίνημα, στάθηκε παντελώς αδιάφορη απέναντι στο σκοπό του και παρέμεινε αυστηρά προσανατολισμένη στη τέχνη της. Εντούτοις για πολλές γυναίκες λειτούργησε ως το ισχυρότερο role model της εποχής εκείνης. Οι γυναίκες της δεκαετίας δεν μπορούσαν καν να διανοηθούν να φορέσουν φουστάνια, καφτάνια, να αφήσουν τα μαλλιά τους λυτά και ξέπλεκα, να αρχίσουν να ντύνονται με μπλουτζίν, να μην φοράνε σουτιέν και να επιχειρούν τρελούς χρωματικούς συνδυασμούς με τα ρούχα τους. Τα πρότυπα ομορφιάς τους, μέχρι πρότινος προερχόμενα αποκλειστικά από το περιοδικό Vogue, ξαφνικά άλλαξαν άρδην. Η clean cut εικόνα του μέσου κοριτσιού άλλαξε (και) εξαιτίας της Τζανις και του natural look που η ίδια πρώτη λάνσαρε χωρίς να την νοιάζουν οι αντιδράσεις του κοινωνικού περίγυρου -και γιατί να την ενδιαφέρει άλλωστε, παρίας ήταν από τα 17 της.

Όταν η Pearl («Mαργαριτάρι», ένα παρατσούκλι που της είχαν προσάψει οι φίλοι της) πληροφορήθηκε το θάνατο του στενού της φίλου Τζιμι Χεντριξ στις 18 Σεπτεμβρίου 1970 είπε «δεν πρέπει να πεθάνω φέτος γιατί εκείνος ήταν μεγαλύτερος σταρ από μένα». Ακόμη και την ύστατη στιγμή όμως η Μοίρα δεν της φέρθηκε γενναιόδωρα. Το "Buried Alive in the Blues" ήταν το τελευταίο κομμάτι που βγήκε από το λαρύγγι της το απόγευμα της 3ης Οκτωβρίου. Το ετοίμαζε για τον επερχόμενο δίσκο της μαζί με τη μπάντα της, τους Full Tilt Boogie. Πέθανε ολομόναχη, φορώντας τα εσώρουχα της και μια μπλούζα. Κάθε χιλιοστό των φλεβών της ήταν γεμάτο καθαρή ηρωίνη, το αγαπημένο της κρασί Ripple και μπόλικη βότκα. Εκείνη την Κυριακή το απόγευμα της 4ης Οκτωβρίου που την βρήκαν, έτρεχε αίμα από τα χείλη της και η μύτη της ήταν σπασμένη σε πολλά κομμάτια, πιθανά από πτώση που προήλθε από το λιποθυμικό σοκ. Στα χέρια της κρατούσε ακόμη σφιχτά κάποια χαρτονομίσματα. Ο τελευταίος άνθρωπος που την είδε ζωντανή, είπε ότι είχε κατεβεί μισή ώρα νωρίτερα να κάνει ψιλά για να αγοράσει –τι άλλο- τσιγάρα. Όταν γύρισε στο δωμάτιο της κατά τη 1 τα μεσάνυχτα άρχισε να επιδρά η ηρωίνη σε συνδυασμό με το αλκοόλ. Λιποθύμησε. Ο θάνατος της ήταν ζήτημα δευτερολέπτων. Ευτυχώς πέθανε σχετικά ανώδυνα, αν αναλογιστούμε το ποσοστό πόνου που βίωσε καθ’ όλη τη διάρκεια της σύντομης ζωής της. Το σώμα της αποτεφρώθηκε και οι στάχτες της διασκορπίστηκαν στην παραλία της Καλιφόρνια.

27 Ιανουαρίου «ημέρα μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του Ολοκαυτώματος».



Άραγε μπορεί να υπάρχει δικαίωση για έναν λαό που μέσα σε σχεδόν μία δεκαετία κυνηγήθηκε αλλά και σφαγιάστηκε όσο λίγοι λαοί σε ολόκληρη την Ιστορία τους; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι ναι, και αφορά την ηθική δικαίωση.
Όταν έχεις ζήσει τα χείριστα, σκοπός δεν είναι η εκδίκηση, αλλά το να κάνεις γνωστό σε όλη την οικουμένη, το τί είναι ικανός ο άνθρωπος να κάνει προκειμένου τέτοια γεγονότα να μην επαναληφθούν. Επί της ουσίας, το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται στα δεινά που πέρασαν οι Εβραίοι της Ευρώπης, στο όνομα της «φυλετικής καθαρότητητος και της επιβολής ιδεολογιών», με αφορμή την σημερινή αναγνωρισμένη Διεθνή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος.
Η αρχή μπορεί να πει κανείς έγινε με την άνοδο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία το 1933, χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι σπόροι του αντισημιτισμού δεν υπήρχαν από πριν στην Γηραιά Ήπειρο.
Το μίσος ενάντια στους Εβραίους ήταν μόνο ένα κομμάτι της ιδεολογίας του εθνικοσοσιαλισμού αναφορικά με αλλόθρησκους και αλλογενείς, εν συγκρίσει με τους «αρείους» ανθρώπους. Χαρακτηριστικό είναι πως το 1904 ιδρύεται από τον Άλφρεντ Πλετς, η Γερμανική Εταιρεία Ευγονικής. Η «ευγονική» ήταν ένα γερμανικό κίνημα το οποίο με «λάβαρο» το έργο «Άδεια Καταστροφής της Ζωής που Δεν Αξίζει να Ζει», ήταν από τους βασικούς πυλώνες της ιδεολογίας μίσους του Χίτλερ και της παρέας του.
Σύμφωνα λοιπόν με την ευγονική, το κίνημα «Υπερασπιζόταν την θεωρία που υποστήριζε ότι η εξόντωση των "άχρηστων ανθρώπων" θα έπρεπε να νομιμοποιηθεί. Έτσι, οι έννοιες της "άχρηστης ζωής" ή "ζωής που δεν αξίζει να ζει" που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί προήλθαν από εκείνο το βιβλίο. Ζητούν "την εξάλειψη εκείνων που δεν μπορούν να σωθούν... των οποίων ο θάνατος είναι επιτακτική ανάγκη"... για εκείνους που είναι υποδεέστεροι και από τα ζώα "χωρίς τη θέληση ούτε να ζήσουν ούτε να πεθάνουν". Σε αυτούς που είναι "διανοητικά νεκροί" και που αποτελούν "ξένο σώμα μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων».
Σκοπός του Χίτλερ ήταν ο παγκόσμιος αφανισμός του εβραϊκού έθνους, το οποίο επί 2000 χρόνια ήταν περιπλανώμενο σε όλη την Ευρώπη, έχοντας ωστόσο ιδρύσει ισχυρούς πυρήνες σε πολλές χώρες. Ο Χίτλερ θεωρώντας πως ο καπιταλισμός αλλά και οι Εβραίοι είναι αυτοί που κρατούν την Γερμανία από το να εξελιχθεί όπως η ίδια μπορεί και θέλει, αποφάσισε αρχικά να διώξει όλους τους Εβραίους από την ίδια την Γερμανία. Όμως, όσο η Ναζιστική Γερμανία διογκωνόταν κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα «κεφάλια» του ναζισμού, έπρεπε να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο του να υπάρχουν ισχυροί εβραϊκοί πληθυσμοί σε όλες τις κατακτημένες από αυτούς χώρες. Έτσι η ιδέα της μαζικής εξόντωσης ήταν και η «μόνη λύση». Άλλωστε σύμφωνα με την ναζιστική θεωρία υπήρχαν οι άρειοι, οι υπόλοιποι κατώτεροι λαοί, αλλά και οι άνθρωποι που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Στην τρίτη κατηγορία άνηκαν, οι Εβραίοι, οι αθίγγανοι, οι ομοφυλόφιλοι, αλλά και άτομα με κληρονομικές ασθένειες.
Το ναζιστικό καθεστώς ψάχνοντας λοιπόν τρόπους να εξοντώσει αυτόν τον «εχθρό» πέρασε από πολλές λύσεις. Αρχικά είχε επιλεγεί το να δολοφονούνται μαζικά, κάτι τέτοιο όμως είχε αρνητική ψυχολογική επίδραση στους Γερμανούς στρατιώτες. Ύστερα δοκίμασαν να τους σκοτώσουν με όπλα, παρατάσσοντάς τους σε ευθεία, έτσι ώστε μια σφαίρα να σκότωνε όσο το δυνατόν περισσότερους, για οικονομία στο χρόνο και τα πυρομαχικά, αλλά η μέθοδος αυτή αποδείχτηκε πολύ χρονοβόρα. Κατόπιν δοκίμασαν το δυναμίτη, όμως λίγοι σκοτώθηκαν και οι περισσότεροι ακρωτηριάστηκαν χωρίς να πεθάνουν, αναγκάζοντας τους Γερμανούς να τους αποτελειώσουν με πολυβόλα. Τον Οκτώβριο του 1941 στο Μαγιλιόβ δοκίμασαν φορτηγά που είχαν μετατρέψει σε κινητούς θαλάμους αερίων (Gaswagen). Χρησιμοποιώντας αρχικά τα καυσαέρια από την εξάτμιση ενός μικρού στρατιωτικού οχήματος, χρειάστηκε περίπου μισή ώρα για να πεθάνουν οι επιβαίνοντες. Όταν χρησιμοποιήθηκε η (μεγαλύτερη) εξάτμιση ενός φορτηγού, χρειάστηκαν μόνο οκτώ λεπτά. Όπως είναι φυσικά και ευρέως γνωστό χρησιμοποιήθηκαν και οι θάλαμοι αερίων.
Όμως το να αφανίσουν χιλιάδες Εβραίους, έφερνε και άλλα σημαντικά προβλήματα και αυτό ήταν η διαχείριση των πτωμάτων.
Οι Ναζί έπρεπε λοιπόν να βρουν μία λύση στο πρόβλημα αυτό, και βρήκαν. Αρχικά με την σκέψη της μαζικής αποτέφρωσης να απορρίπτεται ως χρονοβόρος και ανέφικτη, οι μεγάλοι φούρνοι των κρεματορίων έφεραν την «απάντηση». Από τη στιγμή που οι φούρνοι των κρεματορίων ανέπτυσσαν μια ικανή θερμοκρασία, η καύση θα μπορούσε να αυτοσυντηρείται από το λίπος των πτωμάτων και μόνο. Όταν λύθηκε και αυτή η τεχνική «λεπτομέρεια», οι Ναζί εφάρμοσαν σε πλήρη κλίμακα το σχέδιό τους για μαζικές δολοφονίες.
Υπενθυμίζεται πως όλα αυτά τα φρικιαστικά σχέδια έμπαιναν σε εφαρμογή στα τεράστια στρατόπεδα συγκέντρωσης που είχαν δημιουργήσει οι Γερμανοί σε πολλά σημεία της Ευρώπης. Τα πιο γνωστά από αυτά ήταν, το Νταχάου (1933), το Σάξενχαουζεν (1936), το Μπούχενβαλντ (1937), το Φλόσενμπεργκ (1938), το Μαουτχάουζεν (1938) και το Ράβενσμπρικ (1939), τα οποία βρίσκονταν εντος της Γερμανίας. Εκτός Γερμανίας και στις κατακτημένες χώρες οι Ναζί, προκειμένου να εφαρμόσουν την «Τελική Λύση», δημιούργησαν τα στρατόπεδα εξόντωσης, τα οποία δεν είχαν σκοπό τον εγκλεισμό ατόμων για καταναγκαστική εργασία, αλλά την πλήρη και δίχως έλεος και οίκτο, εξόντωση όσων στοιβάζονταν εκεί.
Το πιο γνωστό στρατόπεδο συγκέντρωσης πάντως ήταν το συγκρότημα του Άουσβιτς το οποίο βρίσκεται περίπου 60 χμ. δυτικά της Κρακοβίας, κοντά στην κωμόπολη Όσβιετσιμ. Ακριβώς επειδή ήταν συγκρότημα στρατοπέδων, υπήρχαν το Άουσβιτς Ι, το αρχικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και το διοικητικό κέντρο ολόκληρου του συγκροτήματος στο οποίο δολοφονήθηκαν περίπου 70.000 άνθρωποι, κυρίως πολωνοί διανοούμενοι και σοβιετικοί αιχμάλωτοι, το Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου, στρατόπεδο εξόντωσης, όπου δολοφονήθηκαν περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι, κυρίως Εβραίοι, Σίντι και Ρομά, και το Άουσβιτς ΙΙΙ (Μόνοβιτς), το οποίο ήταν στρατόπεδο εργασίας.
Εδώ αξίζει να αναφέρουμε και την ιδεολογία της ψυχολογίας των Ναζί. Καθώς οι κρατούμενοι έμπαιναν στα στρατόπεδα εξόντωσης, αναγκάζονταν να παραδώσουν όλα τα προσωπικά τους αντικείμενα, που κατόπιν καταγράφονταν και ταξινομούνταν, και για τα οποία εκδίδονταν αποδείξεις προκειμένου τα θύματα να πιστέψουν ότι κάποια στιγμή θα τους επιστρέφονταν οι αποσκευές και τα αντικείμενά τους, κι έτσι να καλλιεργείται μια ψευδαίσθηση ασφάλειας. Τέλος στην πύλη του Άουσβιτς Ι, υπήρχε η εξής επιγραφή, «Η εργασία απελευθερώνει»...
Το Ολοκαύτωμα εξαπλώθηκε και διαπράχθηκε με μεθοδικό τρόπο σχεδόν σε όλες τις περιοχές που κατείχαν οι Ναζί, που σήμερα αποτελούν 35 ευρωπαϊκές χώρες. Οι χειρότερες μαζικές δολοφονίες έγιναν στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, στην οποία πριν το 1939 ζούσαν περισσότεροι από 7 εκατομμύρια Εβραίοι. Εκεί δολοφονήθηκαν περίπου 5 εκατομμύρια Εβραίοι, με 3 εκατομμύρια στην Πολωνία και ένα εκατομμύριο στη Σοβιετική Ένωση. Εκατοντάδες χιλιάδες δολοφονήθηκαν επίσης στην Ολλανδία, την Γαλλία, το Βέλγιο, την Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα.
Υπάρχουν αποδείξεις ότι οι Ναζί σκόπευαν να συνεχίσουν την εφαρμογή της «τελικής λύσης» στην Βρετανία, την Βόρεια Αμερική και την Παλαιστίνη, σε περίπτωση που τις κατακτούσαν. Οι δολοφονίες συνεχίστηκαν σε διάφορα μέρη της «επικράτειας» των Ναζί μέχρι και τα τελευταία στάδια του πόλεμου, και σταμάτησαν οριστικά μόνο όταν οι Συμμαχικές δυνάμεις εισέβαλαν στη γερμανική ενδοχώρα και ανάγκασαν τους Ναζί να παραδοθούν το Μάιο του 1945.
Προς τιμήν όλων όσων υπέφεραν και πέθαναν στο όνομα αυτής της «καθαρότητας» που οραματίστηκαν οι ανεγκέφαλοι Ναζί που μόνο άνθρωποι δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, τον Νοέμβριο του 2005 αποφάσισε ομόφωνα την καθιέρωση της 27ης Ιανουαρίου ως «Διεθνή Μέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος».
Η 27η Ιανουαρίου του 1945 ήταν η μέρα κατά την οποία απελευθερώθηκε το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Όμως, ακόμα και πριν την απόφαση του ΟΗΕ, η 27η Ιανουαρίου ήταν ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος σε πολλές χώρες, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σουηδία, την Ιταλία, τη Γερμανία, τη Φινλανδία, τη Δανία και την Εσθονία. Στην Ελλάδαόπου το εβραϊκό στοιχείο σχεδόν αφανίστηκε, έχει καθιερωθεί η 27 Ιανουαρίου ως «ημέρα μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του Ολοκαυτώματος».

www.iefimerida.g

Πέθανε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος



Υπέκυψε στα τραύματά του ο σκηνοθέτης Θ. Αγγελόπουλος, που λίγο μετά τις 7 το απόγευμα της Τρίτης, έπεσε θύμα τροχαίου, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της νέας του ταινίας "Η Άλλη Θάλασσα".
Ο σκηνοθέτης παρασύρθηκε στον περιφερειακό Κερατσινίου από μηχανή που οδηγούσε ειδικός φρουρός εκτός υπηρεσίας και διακομίσθηκε σε θεραπευτήριο του Φαλήρου, όπου διασωληνώθηκε άμεσα.
Ωστόσο αργά το βράδυ της Τρίτης έχασε τη μάχη, καθώς είχε βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και κατάγματα.
Η λαμπρή πορεία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1935.
Σπούδασε στην Νομική Σχολή Αθηνών, όμως εγκατέλειψε τις σπουδές του, πριν πάρει το πτυχίο του.
Το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας, φιλμογραφίας και εθνολογίας και στη συνέχεια μαθήματα κινηματογράφου στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC και στο Musée de l' homme.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1964 και μέχρι το 1967, εργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή, μαζί με τον Βασίλη Ραφαηλίδη και την Τώνια Μαρκετάκη.
Με τον κινηματογράφο άρχισε να ασχολείται το 1965 και το 1968 παρουσίασε την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, "Εκπομπή", στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Το 1970, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, "Αναπαράσταση", κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό σηματοδοτώντας την "αυγή" του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου.
Έκτοτε, οι ταινίες του έχουν συμμετάσχει σε πολλά διεθνή φεστιβάλ και έχει κερδίσει πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και Χρυσό Φοίνικα, τα οποία τον καθιέρωσαν παγκοσμίως ως έναν από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του σύγχρονου κινηματογράφου.
Πολλά αφιερώματα που τιμούν τη δουλειά του Θόδωρου Αγγελόπουλου έχουν πραγματοποιηθεί σ' όλο τον κόσμο.
Έχει αναγορευθεί επίτιμος διδάκτορας των Πανεπιστημίου των Βρυξελλών, του Πανεπιστημίου X Ναντέρ (Nanterre) στο Παρίσι και του Πανεπιστημίου του Έσσεξ.
Μαζί με τον Βασίλη Ραφαηλίδη υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού Σύγχρονος Κινηματογράφος.

Κάποιο από τους σημαντικότερους "σταθμούς" της καριέρας του:
* 1968: Η Εκπομπή, μικρού μήκους
* 1970: Αναπαράσταση
* 1972: Μέρες του ’36
* 1975: Ο θίασος
* 1977: Οι Κυνηγοί
* 1980: Ο Μεγαλέξανδρος
* 1983: Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη
* 1984: Ταξίδι στα Κύθηρα
* 1986: Ο Μελισσοκόμος
* 1988: Τοπίο στην Ομίχλη
* 1991: Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού
* 1995: Το βλέμμα του Οδυσσέα
* 1998: Μια αιωνιότητα και μια μέρα
* 2003: Τριλογία - Ι. Το λιβάδι που δακρύζει
* 2008: Τριλογία - ΙΙ. H σκόνη του χρόνου
Πολυβραβευμένος και παγκοσμίως αναγνωρισμένος
*Η Εκπομπή, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968
*Αναπαράσταση, Α' βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1970, βραβείο Ζωρζ Σαντούλ (Γαλλία, 1971), καλύτερης ξένης ταινίας στο Φεστιβάλ Hyères (1971), ειδική μνεία της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1971)
*Μέρες του `36, Βραβείο σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1972, βραβείο της FIPRESCI στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1972)
*Ο Θίασος, Βραβείο Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α' αντρικού και Α' γυναικείου ρόλου, Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975, καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1970-1980 από την Ένωση Κριτικών της Ιταλίας
*Οι Κυνηγοί, Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο (1977), βραβείο της Ένωσης Τούρκων κριτικών (1977), επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών
*Ο Μεγαλέξανδρος έλαβε το Χρυσό Λιοντάρι το 1980 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας.
*Ταξίδι στα Κύθηρα, βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών (1984), κρατικά βραβεία καλύτερης ταινίας, σεναρίου, α΄ ανδρικού ρόλου, α' γυναικείου ρόλου,σκηνογραφίας, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Ρίο ντε Τζανέϊρο (1984),
*Τοπίο στην Ομίχλη μοιράστηκε το Αργυρό Λιοντάρι Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας, βραβείο Φελίξ καλύτερης Ευρωπαϊκής ταινίας (1988).
*Το Βλέμμα του Οδυσσέα έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών, βραβείο της FIPRESCI (1995). Επίσης, οι κριτικοί του περιοδικού Time το ψήφισαν στις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου.
*Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών (1998).
*Τριλογία - Το Λιβάδι που Δακρύζει κέρδισε βραβείο της FIPRESCI (2004).
*Xρυσό μετάλλιο του ιδρύματος Circulo de Bellas Artes (Mαδρίτη, 2008) για το σύνολο του έργου του.

Δείτα τα καλύτερα νεκροταφεία ανά τον κόσμο..




Montparnasse, Παρίσι
Ηθοποιοί, μουσικοί, σκηνοθέτες, άνθρωποι της Τέχνης είναι θαμμένοι εδώ. Είναι ένα all star cast αναπαυμένων κατοίκων, το οποίο προσφέρει την ηρεμία που ξέρεις ότι τελικά αξίζεις. Διάβασα ότι ο Γούντι Άλεν έχει κλείσει ήδη τάφο, αλλά δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω.

Hollywood Forever Cemetery, Λος Άντζελες
Πρόσφατα ανακαινισμένο, πανέμορφα πράσινο και λουλουδιασμένο, αποτελεί την τελευταία πολυτελή κατοικία αστεριών του κινηματογράφου και της μουσικής βιομηχανίας. Από τα πλεονεκτήματά του, αποτελεί η ελευθερία στο κτίσιμο του τάφου, με κάθε παραξενιά του μόνιμου ιδιοκτήτη. Ακόμα, δεν θα νιώθετε ποτέ μόνοι, καθώς οι επισκέπτες είναι καθημερινά πολλοί και μπαίνουν με σειρά προτεραιότητας.

Waverly Cemetery, Σίδνεϊ
Μόνο η πανοραμική θέα του στον ωκεανό, αξίζει να πεθάνεις γι αυτό. Είναι η τελευταία ευκαιρία σας να διευρύνετε τους ορίζοντες σας. Την ημέρα μοιάζει ετοιμόρροπο, αλλά όμορφο. Το βράδι, ανατριχιαστικά υπέροχο, αλλά δεν θα σας νοιάζει, καθώς θα είστε σκεπασμένοι καλά.

Capuchin Cemetery, Ρώμη
Από τα πιο σουρεαλιστικά διακοσμημένα νεκροταφεία με 4.000 κρανία Καπουτσίνων μοναχών. Το φως που βγαίνει από τις διάφορες διεξόδους που βρίσκει στα κρανία τους είναι μοναδικό. Και σας αξίζει.

Pyramids of Giza, Κάιρο
Για όσους δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την συμβατική έννοια του όρου τάφος, αποτελούν την πιο κατάλληλη λύση. Μετά από 4.000 χρόνια από την κατασκευή τους εξακολουθούν να μας κάνουν να πιστεύουμε στην μετά θάνατον ζωή. Και θα έχουμε όλο το χρόνο να το διαπιστώσουμε.

Panteon Civil de Dolores, Μεξικό
Η μεγαλύτερη νεκρόπολη του Μεξικού, 1.000.000 εντυπωσιακών στρεμμάτων. Μπορεί να μην είναι τόσο γραφικό, όπως άλλα, αλλά μια τελευταία επίσκεψη αξίζει. Πολλοί ξεχωριστοί είναι θαμμένοι και εδώ στην δική τους ροτόντα των διακεκριμένων προσώπων, όπως και η αξέχαστη ηθοποιός Dolores del Río.

Cemeterio de la Recoleta, Μπουένος Άιρες
Δεν χρειάζεται να σας πω ότι εδώ αναπαύεται η Εβίτα Περόν, καθώς θα σκεφθείτε ότι για το λόγο αυτό η φήμη του προηγείται. Πολύ κοντά της όλα τα VIP της Αργεντινής. Πραγματικά ευρύχωρο και άνετο. Εδώ θα ταφεί και ο Μαραντόνα. Αν πεθάνει ποτέ...


 

Highgate Cemetery, Λονδίνο
Μεγάλο, γοτθικό και λαμπρά ατμοσφαιρικό επιλέχθηκε από τους Καρλ Μαρξ, Τζορτζ Έλιοτ και Τσαρλς Ντίκενς. Έχει αποτελέσει το τέλειο σκηνικό για τον Κόμη Δράκουλα το 1972. Είναι το τέλειο νεκροταφείο – φάντασμα.

Poet's Mausoleum, Ταυρίδα, Ιράν
Μόνο για εκκεντρικούς και ανοιχτόμυαλους το θαυμάσιο μαυσωλείο των ποιητών του Ιράν, δεν μοιάζει με κανέναν άλλο τάφο. Δραματικά μοντέρνο αν και 1000 ετών. Για τους πραγματικά λάτρεις της ποίησης και της διανόησης. Μόνο.